Τι είναι ο λαϊκισμός και ποιοι είναι λαϊκιστές;

[ Γιώργος X. Παπασωτηρίου / Ελλάδα / 12.05.20 ]

Ακούμε συχνά για τον λαϊκισμό. Εσχάτως, μάλιστα, υπάρχει και μία νέα εκδοχή του, οι likeστές!

Αλλά ας σοβαρευτούμε και ας δούμε την έννοια «λαϊκισμός» μέσα από τη διάκριση των εννοιών «λαός και λαϊκισμός» όπως την έχει διατυπώσει ο Γάλλος διανοητής Pierre Rosanvallon.

Στην έννοια λαός, στην οποία στηρίζεται θετικά ο δημοκρατικός βίος, προκύπτει και μία αρνητική έννοια ο λαϊκισμός, συνιστώντας το σημερινό δημοκρατικό παράδοξο. Αυτό προέρχεται από τη διάσταση μεταξύ της λαϊκής κυριαρχίας και του προβληματικού χαρακτήρα του λαού ως πολιτικού υποκειμένου. Απορρέει, επίσης, από τον προβληματικό χαρακτήρα των θεσμών και των διαδικασιών έκφρασης του λαού. Σήμερα, ο λαός ως πολιτικό υποκείμενο βρίσκεται σε κρίση, καθώς υπάρχει μια ιδιαίτερη κρίση αντιπροσώπευσης. Επίσης, κρίση διέρχεται η έννοια λαός και εκ του γεγονότος ότι η κοινωνία δεν συνιστά πλέον ενιαίο σώμα λόγω των μεγάλων ανισοτήτων. Η μεγάλη κοινωνική διχοτόμηση αφορά στους «πάνω», που είναι οι ολιγαρχίες και οι κοσμοπολιτικές ελίτ, και στους «κάτω» που είναι οι εργαζόμενοι και οι κοινωνικά αποκλεισμένοι.
Μπορούμε να πούμε για τον λαϊκισμό ότι είναι το σύμπτωμα μιας πραγματικής κατάστασης και, συγχρόνως, η έκφραση μιας ψευδαίσθησης. Είναι με άλλα λόγια το σημείο συνάντησης της πολιτικής δυσαρέσκειας –λόγω της κρίσης αντιπροσώπευσης και της δυσλειτουργίας του δημοκρατικού καθεστώτος- και της αδυναμίας επίλυσης των καυτών κοινωνικών προβλημάτων. Ο λαϊκισμός, συνεπώς, είναι μια μορφή απλουστευτικών απαντήσεων στις παραπάνω δυσκολίες.

Η πρώτη απλούστευση είναι ότι το αντιπροσωπευτικό σύστημα και η δημοκρατία έχουν διαφθαρεί από τους πολιτικούς.  Η δεύτερη απλούστευση, ότι ο λαός καθίσταται τέτοιος αντιθετικά και ετεροκαθοριζόμενος απέναντι σε μια ολιγαρχία πλουσίων. Και η τρίτη απλούστευση είναι αυτή που αφορά στην κοινωνική συνοχή καθώς γίνεται αναφορά στην ταυτότητα της κοινωνίας και όχι στην εσωτερική ποιότητα των κοινωνικών σχέσεων. Με μόνο την αναφορά στην ταυτότητα έχουμε τον στιγματισμό των «άλλων», αυτών που απορρίπτονται ως μη οικείοι, όπως οι μετανάστες, οι αλλόθρησκοι κ.ά.
Για να υπερβούμε κατά συνέπεια την δημοκρατική παρέκκλιση που αποκαλείται λαϊκισμός πρέπει να σκεφτούμε με πιο τρόπο θα βελτιώσουμε τη δημοκρατία. Γιατί κανείς δεν μπορεί να σταματήσει το λαϊκισμό αρκούμενος στην υπεράσπιση της δημοκρατίας τέτοια που είναι σήμερα. Για να ασκήσουμε κριτική στον λαϊκισμό πρέπει να έχουμε ένα σχέδιο επανανακάλυψης και ανασυγκρότησης της δημοκρατίας, που να αφορά τον λαό-εκλογικό σώμα, τον κοινωνικό λαό, που δεν είναι απλώς η πλειοψηφία αλλά η τεράστια πλειοψηφία της κοινωνίας και ο λαός-αρχή, όπως ορίζεται από το Σύνταγμα και τους νόμους.
Η δημοκρατία, εντέλει, οφείλει πιο αποφασιστικά να προσδιοριστεί ως τρόπος παραγωγής του κοινού βίου, που βασίζεται στην εμπιστοσύνη, μέσα στην καθημερινότητα. Μια δημοκρατία που θα επαναορίσει το κοινωνικό συμβόλαιο και θα αναζητεί συνεχώς περισσότερη ισότητα.