Ο αόρατος συγγραφέας
[ Φοίβος Γκικόπουλος / Ελλάδα / 03.01.18 ]Για έναν συγγραφέα είναι πολύ σημαντική η θέση που καταλαμβάνει στα ράφια ενός βιβλιοπωλείου. Αν έχει αυτή τη θέση υπάρχει, αν δεν την έχει δεν υπάρχει. Εσύ, για παράδειγμα, δεν υπάρχεις. Μπαίνεις συχνά στο βιβλιοπωλείο, μπαίνεις με τη διάθεση ν’ αγοράσεις ένα βιβλίο και να περιεργαστείς για λίγο τα ράφια, για να δεις τι γράφουν οι άλλοι, και κυρίως πόσο γράφουν. Κι αμέσως σε καταλαμβάνει μια μαζοχιστική παρόρμηση. Μελαγχολικά, τα μάτια σου διατρέχουν τα ράφια με τα best-seller όπου θα έπρεπε να βρίσκονται τα βιβλία σου: υπάρχουν όλοι, οι πάντες, όχι μόνον οι μεγάλοι, οι ένδοξοι, αλλά και οι ξεχασμένοι. Τα βιβλία σου όμως δεν υπάρχουν, ούτε ανάμεσα στους ξεχασμένους. Δεν υπάρχει ούτε ένα από τα δεκατρία βιβλία που έχεις γράψει ως τώρα. Γνωρίζοντας ότι έτσι έχουν τα πράγματα θα πρέπει, μια για πάντα, να εγκαταλείψεις αυτές τις επιβεβαιώσεις, αντίθετα πάντα ξαναπέφτεις στην πρόκληση. Είσαι ένας αόρατος συγγραφέας. Ένας συγγραφέας φάντασμα, που υπάρχει μόνο στο νου κάποιου από τους εικοσιπέντε υποθετικούς αναγνώστες σου. Τα φαντάσματα δεν έχουν περίγραμμα, είναι ανύπαρκτα, συχνά εξαφανίζονται όπως ο καπνός. Αλλά το βλέμμα σου τρέχει από μόνο του, και άθελά του ανακρίνει τα ράφια: «Υπάρχω κι εγώ; Όχι, εσύ όχι. Και γιατί; Γιατί όχι».
Σπάνια όμως τυχαίνει ν’ ανακαλύψεις ένα από τα βιβλία σου κρυμμένο πίσω από άλλα∙ κι είναι πάντα μια έκπληξη. Σαν να συναντάς έναν φίλο που από λάθος νόμιζες πεθαμένο, αντίθετα είναι εκεί, ζωντανός, μπροστά σου.
Συνήθως τα best-sellerείναι σε αλφαβητική σειρά. Βρίσκεσαι ανάμεσα στον Έσσε, στον Κάφκα και στον Μαν, στον Τζόυς και τον Χέμινγουεϊ. Πως μπορείς να γίνεις αντιληπτός ανάμεσα σ’ αυτούς τους γίγαντες, να ξεπροβάλεις το κεφαλάκι σου; Αλήθεια, ανάμεσα σ’ αυτούς έπρεπε να βρεθείς; Ανάμεσα σ’ αυτούς τους μέγιστους δεν θα καταφέρεις ποτέ να εμφανιστείς έστω και σαν ένας από τους «ενδιαφέροντες ελάσσονες». Ύστερα, και το αλφάβητο χειροτερεύει την κατάσταση! Τα γράμματα Ε, Κ, Μ, Τ, Χ, γράμματα που στο λεξικό, σε οποιοδήποτε λεξικό, καταλαμβάνουν τόσο λίγο χώρο, εδώ γιατί πρέπει να έχουν τόση σημασία, μέχρι να καταπνίξουν το δικό σου γράμμα, μέχρι να το κάνουν αόρατο; Ύστερα είναι φυσικό ένας που είναι στριμωγμένος σε μια γωνιά γιατί οι άλλοι είναι τόσο ογκώδεις, να γίνεται κάπως κακός, και ν’ αρχίζει να σκέφτεται άσχημα για τους άλλους. Τελικά γεννιέται μέσα σου ένα καθόλου ευγενικό συναίσθημα, όχι φθόνου, γιατί ο φθόνος προϋποθέτει έναν ανταγωνισμό που εδώ δεν υπάρχει, αλλά ένα συναίσθημα παρόμοιο μ’ αυτό που ο Νίτσε ονόμαζε «ηθική της αγανάκτησης».
Και μ’ αυτές τις σκέψεις, ελάχιστα ευγενικές, στρέφεις αργά το βλέμμα σου, κάπως θολό και κάπως ηλίθιο, στα υπόλοιπα ράφια του βιβλιοπωλείου, κι εδώ τελειώνει η περιπλάνησή σου. Και όπως φαίνεται, δεν σου κάνει καλό να μπαίνεις και να περιεργάζεσαι στα βιβλιοπωλεία. Γίνεσαι μικρότερος, πολύ μικρότερος. Όχι, σίγουρα όχι, δεν σου κάνει καλό, προσπάθησε να το αποφεύγεις…
*Ο Φοίβος Γκικόπουλος είναι ομότιμος καθηγητής του ΑΠΘ