«Κοινότητες αγώνα και αλληλεγγύης σε κάθε γειτονιά»
[ Γιώργος X. Παπασωτηρίου / Ελλάδα / 25.09.20 ]Η απάντηση στο νεοφιλελεύθερο «Εγώ» του στενού κοινωνιολογικού ατομικισμού (τύπου Θάτσερ, που έλεγε ότι «Κοινωνία δεν υπάρχει, μόνο άτομα»), στον χυδαίο φιλοτομαρισμό των «νοικοκυραίων», στις σάπιες συλλογικότητες που έχουν ως αρμό το μίσος εναντίων ακόμη και ασυνόδευτων ανήλικων, είναι οι «κοινότητες αγώνα και αλληλεγγύης σε κάθε γειτονιά», αυτή είναι η απάντηση στο ξενοφοβικό και ρατσιστικό «μετα-Εμείς» των ακροδεξιών, σε ό,τι ξερνάει μίσος.
Σύμφωνα με την Σιμόν Βέιλ(L’ enracinement, folio essays, Gallimard, 1949) μία ανθρώπινη ύπαρξη έχει μία ρίζα από την πραγματική, ενεργητική και φυσική συμμετοχή της στην ύπαρξη μιας συλλογικότητας, που κρατάει ζωντανούς κάποιους θησαυρούς του παρελθόντος και κάποια προαισθήματα του μέλλοντος. Η φυσική συμμετοχή σημαίνει αυτόματα τον τόπο, τη γέννηση, το επάγγελμα, το ανθρώπινο περιβάλλον. Αλλά κάθε άνθρωπος έχει ανάγκη από ποικίλες ρίζες, όπως η ηθική, η πνευματική και διανοητική ζωή, διαμέσου των πεδίων των οποίων είναι φυσικό μέρος.
Η συλλογικότητα εισχωρεί στο μέλλον και συντηρείται όχι μόνο από τους ζωντανούς αλλά και από τα παιδιά που θα έρθουν στον κόσμο στους αιώνες που έρχονται. Η συλλογικότητα έχει τις ρίζες της στο παρελθόν και συνιστά το μοναδικό όργανο διατήρησης των πνευματικών θησαυρών που συγκέντρωσαν οι νεκροί μας, το μοναδικό όργανο της μεταβίβασης-παράδοσης μέσω του οποίου οι νεκροί μπορούν να μιλήσουν στους ζωντανούς. Είναι το μοναδικό εγκόσμιο πράγμα που αποτελεί έναν άμεσο σύνδεσμο με τον αιώνιο προορισμό του ανθρώπου.
Όμως μερικές συλλογικότητες –σάπιες συλλογικότητες- αντί να προσφέρουν τροφή, κανιβαλίζουν τις ψυχές. Εδώ έχουμε μία «κοινωνική ασθένεια»(σ.σ. η Βέιλ μιλάει για τους ναζί), και η πρώτη υποχρέωση είναι να επιχειρήσουμε τη θεραπεία της, ίσως και χειρουργικά.
Τέλος υπάρχουν οι νεκρές συλλογικότητες, που χωρίς να καταβροχθίζουν ψυχές, δεν προσφέρουν τίποτα. Αυτές οφείλουμε να τις αναζωογονήσουμε, ξαναζωντανεύοντας τις ρίζες.
Προσοχή, όμως, στο Χρήμα, γιατί καταστρέφει τις ρίζες παντού όπου εισχωρεί, αντικαθιστώντας όλα τα κίνητρα με την επιθυμία του «νικάν»(gagner). Επίσης, η αγάπη για το παρελθόν, την παράδοση θεωρείται πολλές φορές αντιδραστική. Η παράδοση, όμως, δεν είναι αντιδραστική αφ’ εαυτής. Εξάλλου η επανάσταση βασίζει όλο το σφρίγος της στην παράδοση. Μάλιστα, κάθε πολιτικός, δικαιοδοτικός και τεχνικός νεωτερισμός οφείλει να επιτρέπει στους ανθρώπους να ξαναβρούν τις ρίζες τους. Γι’ αυτό η καταστροφή του παρελθόντος είναι ίσως το πιο μεγάλο έγκλημα. Γι’ αυτό σήμερα η δηλητηρίαση της κοινωνίας έχει φθάσει μέχρι τη διαφθορά της δυστυχίας!
Οι ξεριζωμένες ψυχές περιπίπτουν σε μαρασμό που μοιάζει με θάνατο, άλλοτε μέσω του λήθαργου και άλλοτε της βίας, όπως συνέβη με τους σκλάβους της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, υποστηρίζει η Βέιλ. Η έννοια του ξεριζώματος παραπέμπει στην έννοια της αλλοτρίωσης και της ξένωσης, της αποανθρωποποίησης, όπως συμβαίνει με τους σημερινούς πρόσφυγες που ξεριζώνονται για να σωθούν, αλλά για να σωθούν πρέπει να ξαναριζώσουν. Αντί γι’ αυτό οδεύουν από εξορία σε εξορία, από ξερίζωμα σε ξερίζωμα…
Οι νεοφιλελεύθερες εξουσίες θέλουν τους πολίτες "απολιτικούς", ιδιώτες, χωρίς ουσιαστική επικοινωνία μεταξύ τους, χωρίς ρίζες, χωρίς όνειρα και μέλλον, άμορφα άτομα, ξεμοναχιασμένους και γι' αυτό εύκολα χειραγωγήσιμους, όντα που ζουν εδώ και τώρα...
Γι’ αυτό η απάντηση σήμερα είναι αυτό που προτείνουν οι «αλληλέγγυοι», δηλαδή συλλογικότητες αλληλεγγύης, αγώνα και πολιτισμού παντού…