Cosi e’ (se vi pare)Έτσι είμαι, αν έτσι νομίζετε

[ Γεωργία(Γιούλα) Τριγάζη / Ελλάδα / 12.07.17 ]

 

Το θεατρικό έργο του Λουίτζι Πιραντέλλο, παρουσιασμένο για πρώτη φορά τον Ιούνιο του 1917, και ανασκευασμένο κάποια χρόνια αργότερα, διαπραγματεύεται με έναν τρόπο δραματικά… χιουμοριστικό, την έννοια της αλλοτρίωσης, επικοινωνιακής και ηθικής κυρίως, επιβεβλημένης κατά έναν μεγάλο βαθμό από τον κοινωνικό περίγυρο, και την «στερεότυπη άγραφη πουριτανική ηθική του», αλλά βεβαίως και κατά ένα μικρότερο βαθμό, από την «άτυπη» αποδοχή της υποβολιμαίας προσωπικότητας, αυτού που την υφίσταται.

Τι σημαίνει όμως αλλοτρίωση; Ως αλλότριο,(λατ. alenatio), ορίζεται οτιδήποτε ξένo προς την ουσία του υποκειμένου, το οποίο όμως επιβαλλόμενο έξωθεν προς αυτό, καταλαμβάνει μέρος της  προσωπικότητάς του, με αποτέλεσμα, την απομάκρυνση του ατόμου από τη δική του πραγματικότητα. Κατ’ ουσίαν λοιπόν, η αλλοτρίωση, επιφέρει την αποξένωση του ανθρώπου από τον ίδιο του τον εαυτό.

Αν και η εισαγωγή του όρου, έγινε πρωτίστως από τον Ρουσσώ τον 18ο αιώνα, ο όρος καθιερώθηκε από τον Χέγκελ αρχικά -που τον χρησιμοποίησε στη μεταφυσική του θεωρία- και βεβαίως από τον Μαρξ αργότερα, ο οποίος στη δική του οικονομοτεχνική θεωρία, θεωρεί ως αλλοτρίωση, τη διάσταση του  εργαζόμενου ατόμου, από αυτό που παράγει, εφόσον βέβαια δεν είναι στην κατοχή του τα μέσα παραγωγής και ανήκουν σε κάποιον που εκμεταλλεύεται αυτό το προϊόν εργασίας του.

Πολλά λοιπόν τα είδη της αλλοτρίωσης! Υλική, πνευματική, επικοινωνιακή, ηθική.

Κατά την δική μου άποψη, όταν μια εποχή  «κατορθώνει», να συγκεράσει και τα τέσσερα παραπάνω είδη, τότε, τα πράγματα –για να το πούμε απλά- δεν πάνε καθόλου καλά. Σκέφτομαι  λοιπόν, ένα προς ένα τα είδη που ανέφερα, και δεν μπορώ ν’ αφήσω δυστυχώς -κανένα απ’ έξω από τους δικούς μας καιρούς . Την υλική; Αμφιβάλλει κανείς ότι την έχουμε στο τσεπάκι; Τι παράγει δηλαδή κάποιος και του ανήκει αυτή τη στιγμή; Την πνευματική; Μήπως τα ιδεολογικά στερεότυπα και η αφάνταστη υποβάθμιση της γλώσσας που μας κατακλύζουν είναι δική μου ιδέα; Την επικοινωνιακή;  Όλοι το γνωρίζουμε μέσα μας πως κανένα διαδίκτυο δεν καλύπτει το κενό στις σχέσεις, κι ας βαυκαλιζόμαστε ότι επικοινωνούμε. Τον ναρκισσισμό μας υποθάλπουμε, -με κάποιες εξαιρέσεις βεβαίως πάντα, που υπογραμμίζουν όμως τον κανόνα-.

Αφήνω για τελευταία, την ηθική αλλοτρίωση, γιατί κατά την γνώμη μου είναι και η σπουδαιότερη όλων. Σε κάθε περίοδο κρίσης, είναι αυτή που επικρατεί όλων των υπολοίπων –ακόμη και της υλικής-. Η αιτία έγκειται βέβαια, στο ότι αφορά, την αδυναμία προαίρεσης της βούλησης που παραμένει εγκλωβισμένη σε παγιωμένες αρχές και «αξίες», κυρίως λόγω μη γνώσης και το κυριότερο -κατά τη γνώμη μου-:Λόγω φόβου της γνώσης. (Στρουθοκαμηλισμός, χώνω δηλαδή το κεφάλι στο χώμα, για να μη δω τον κίνδυνο ή ακόμη την ίδια τη ζωή!).Τα αποτελέσματα της ηθικής αλλοτρίωσης, τα βλέπουμε και θα τα βλέπουμε συνεχώς μπροστά μας. Άτομα ψυχικά καταβεβλημένα, αποπροσανατολισμένα, ή και προσανατολισμένα σε λάθος στόχους, άτομα αγόμενα και φερόμενα, καταθλιπτικά, που όμως όπως λέει σε κάποιο σημείο η ηρωίδα του Πιραντέλλο, η σινιόρα Φρόια: «Κοίτα αυτούς τους τρελούς! Δίχως να βλέπουν τα φαντάσματα που κουβαλάνε, τρέχουν γεμάτοι περιέργεια πίσω από τα φαντάσματα των άλλων! Πιστεύοντας μάλιστα ότι αυτό είναι κάτι το ξεχωριστό!»

Έτσι είναι. Η ηθική αλλοτρίωση κάνει τον άνθρωπο να… «βλέπει γύρω χωρίς να παρατηρεί μέσα».

Κάπως έτσι, γεννήθηκε η πιο κάτω σκέψη, του ποιήματος «Αλλοτρίωση», που αφιερώνω  για τη στήλη δυο στροφές…

 Κι αναρωτιόταν αν εχάθη, κάθε σιωπή νοήματος,

πίσω από του πλήθους τη βοή, την άσκοπη συνάφεια,

από κλαπακισμούς*  που έσφυζαν επίδειξης αμάθεια,

κι από κινήσεις μίμησης πανάρχαιου βήματος

 

ανθρώπου. Όμως! Άλλου είδους, ξενικού. Ίσως το λες,

σοφίας μηχανής εξάμβλωμα, της εποχής του Σείριου.

Μα οι διαπιστώσεις παρομοίαζαν με νίκη Πύρρειο!

Κι αυτό τον έθλιβε διπλά, καθώς αντίστοιχες μορφές,

 επίφασης, και ακκισμού, μέσα του γνώριζε πολλές.....

*Κλαπακισμοί : Επιδειξιομανή χειροκροτήματα, επιβαλλόμενα από ασύνειδη ή και συνειδητή επιθυμία οπαδισμού και κατ’ επίφασιν, ανήκειν σε έναν προστατευμένο-αλλά αγελαίο χώρο-.(Τόσο ο ορισμός, όσο και η λέξη είναι της υπογράφουσας. Δεν βρίσκονται στον Μπαμπινιώτη).