Το ματωμένο θέρος του 1882, μέρος δεύτερο

[ Γιώργος X. Παπασωτηρίου / Ελλάδα / 18.12.17 ]

Ποιος ήταν ο Κωνσταντίνος Καραπάνος;

...Πως, όμως, αντιμετώπιζε τον Κωνσταντίνο Καραπάνο ο αθηναϊκός Τύπος; Ιδού πως τον περιγράφει η πολιτικο-σατυρική εφημερίδα «Μη χάνεσαι»[1] του Βλάση Γαβριηλίδη: «Αναστήματος λίαν υψηλού, μελάγχρους μάλλον, ισχνός, οστεώδης, φέρων πώγωνα βραχύν, μιξοπόλιον… Η έκφρασις της μορφής του είναι αγροίκος, βλοσυρά, έχει βλέμμα κυνός μολοσσού. Ολίγον αν ομιλήσεις μετ’ αυτού, καταλαμβάνεσαι υπό δέους… νομίζεις ότι είναι νεκροθάπτης πλουτίσας εκ τυμβωρυχίας. Επιτηδεύεται τρόπους αριστοκρατικούς, αλλ’ η φυσική αυτού αγένεια είναι καταφανής(…) Ο κ. Καραπάνος εάν ήτο βέβαιος ότι εντός βορβόρου θ’ ανεύρισκεν ολίγα δράμια χρυσίου, βεβαίως θα έχωνε και τον λαιμόν και την κεφαλήν δια να ανασύρη αυτό όπως εχώθη μέχρι λαιμού ίνα ανασκάψη τας αρχαιότητας της Δωδώνης[2] (…) Ησπάσθη λοιπόν(σ.σ. ο Καραπάνος) το επάγγελμα του παρασίτου, προσεκολλήθη παρ’ ισχυρώ και ο ισχυρός ούτος ην ο νυν πενθερός του, ο Χρηστάκης Ζωγράφος (…) Ο Καραπάνος ηδύνατο να τον υπερβαίνει εις τα γράμματα(σ.σ. τον Ζωγράφο)…»[3] αλλά όχι και στην εξυπνάδα ή τη σκληρότητα. Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος της σκληρότητας του Χρηστάκη εφέντη Ζωγράφου, αρκεί να αναφερθεί η αναφορά του Levant Herald, ο οποίος έγραφε το 1873 πως «Όταν ο Ζαρίφης (σ.σ. ο χρηματοδότης του Βιζυηνού), ο Χρηστάκης(σ.σ. ο πεθερός του Καραπάνου) και ο Agop Efendi επιθυμούσαν να φέρουν εις πέρας κάποια δοσοληψία, αύτη έπρεπε να επιτευχθεί, δεν έχει σημασία πως»!

Έτσι, όταν ο Κ. Καραπάνος αρραβωνιάσθηκε εξ έρωτος(«επηγγέλλετο τον ερωτευμένο» γράφει η εφημερίδα  «Μη χάνεσαι»)  την κόρη του Χρηστάκη Ζωγράφου, χτύπησε μια ημέρα την πόρτα του γραφείου του πεθερού του ρωτώντας «Γαμβρός, πάτερ μου, ίσον πόσα;» Ο επίτιμος πενθερός του απαντά: «Γαμβρός ίσον… έξ’ από την πόρτα»!». Και τον πέταξε κυριολεκτικά έξω από την πόρτα. Μετά από αυτό ο Καραπάνος θέτει «όλα τα μέσα, νόμιμα και μη, χριστιανοί, τούρκοι, πασάδες, πατριάρχαι, μετάνοιαι, τούμπαι, χειροφιλήματα, αστεία, ικεσίαι, αναφοραί, συγγνώμαι» σε ενέργεια «ίνα μαλαχθή η καρδία του Χρηστάκη… Ούτος εφοβήθη την απληστίαν του νεανίου… Αλλά έρως ανίκαται μάχαν…Εγκαθιδρυθείς ο Καραπάνος εν μέσω του πλούτου του πενθερού του ως ο Σατανάς του Μίλτωνος… απεξεδύθη τον άνθρωπον, τον Έλληνα, τον γαμβρόν…» και έγινε χρηματιστής. Μπορούσε, εξάλλου, «…να αισθάνηται εν εαυτώ ανεξάντλητον σθένος ασυνειδησίας, ήτις είναι το πρώτον κεφάλαιον δια πάσαν χρηματιστικήν επιχείρησην εν Τουρκία»[4].

Όλα τα παραπάνω συνιστούν πραγματικό λίβελο και πρέπει να αντιμετωπίζονται με κάθε επιφύλαξη, καθώς η εφημερίδα «Μη χάνεσαι» αντιμετώπισε με τον ίδιο τρόπο και άλλους προερχόμενους από την Κωνσταντινούπολη, όπως φερ’ ειπείν ο Γ. Βιζυηνός. Η αντιπαλότητα αυτή προκύπτει τόσο έναντι των «τουρκομεριτών» ή «ξενομεριτών» από τους εντόπιους της απελευθερωμένης Ελλάδας(αυτόχθονες εναντίον ετεροχθόνων)  όσο και από τη σύγκρουση Κωνσταντινούπολης-Αθήνας, με την πρώτη να ελέγχει αρχικά τη δεύτερη, η οποία προσπαθεί να χειραφετηθεί από την κηδεμονία της[5]. Παρόλα αυτά πίσω από τις γραμμές και τις υπερβολές φαίνεται να κρύβεται η αλήθεια.

Ποιος ήταν, λοιπόν, στην πραγματικότητα ο Κ. Καραπάνος; Ο ομώνυμος πάπος του, διακεκριμένος λόγιος, περνάει -άγνωστο γιατί- από την Αιτωλοακαρνανία στην τουρκοκρατούμενη Πρέβεζα και στη συνέχεια στην Άρτα. Ο γιος του, Γεράσιμος έγινε αρχιεπιστάτης των Οθωμανών γαιοκτημόνων. Ο δε Κωνσταντίνος Καραπάνος, γιος του Γεράσιμου, θα γεννηθεί το 1840 και θα σπουδάσει στην Άρτα, στην Κέρκυρα και στην Αθήνα. Θα γίνει στη συνέχεια διπλωμάτης της Υψηλής Πύλης στο Παρίσι, τραπεζίτης στην Κωνσταντινούπολη, χρηματιστής, αρχαιολόγος(ανακάλυψε το μαντείο και το θέατρο της Δωδώνης), τσιφλικούχος, όχι παραγωγικός σαν τον πεθερό του Χρηστάκη εφέντη Ζωγράφο στη Θεσσαλία, αλλά ένας ιδιότυπος, πολυμορφικός τσιφλικάς, μια ιδιότυπη σύνθεση αστού και φεουδάρχη[6], ή αλλιώς ένας υβριδικός κεφαλαιούχος καθώς ήταν και έμπορος γης αλλά και βουλευτής, υπουργός και αρχηγός κόμματος! Εξαγοράζει αλλά και πουλάει ότι βρίσκει μπροστά του. Είναι εντυπωσιακό ότι προέβλεψε αλλά και συντέλεσε στην πτώχευση της ελληνικής οικονομίας. Μεγάλο μέρος από το «δυστυχώς επτωχεύσαμεν» του Χαρίλαου Τρικούπη του ανήκει. Γιατί αυτός διέδωσε στους δανειστές του εξωτερικού ότι η Ελλάδα δεν έχει πίστη, ότι δηλαδή δεν μπορεί να αποπληρώσει το χρέος της. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι κεφαλαιούχοι-δανειστές του εξωτερικού να επιβάλουν στην κυβέρνηση Τρικούπη (Απρίλης 1893) ως όρο για τη σύναψη νέου δανείου «την υποβολήν των οικονομικών της Ελλάδος εις έλεγχον»[7]. Βέβαια καθοριστικό ρόλο στην κατάρρευση διαδραμάτισε και ο βασιλιάς Γεώργιος Α΄ ως επενδυτής ελληνικών χρεωγράφων!

Και στη συνθήκη του Βερολίνου (και κυρίως της Κωνσταντινούπολης) διαδραμάτισε ρόλο ο Καραπάνος[8], εξασφαλίζοντας την προστασία των γαιών που είχε αγοράσει αυτός και οι άλλοι Φαναριώτες από τους Οθωμανούς. Θα λέγαμε ότι κατά το τέλος του 19ου αιώνα έχουμε την προσπάθεια επιβολής των πάροικων και μαζί των Φαναριωτών στα πράγματα της Ελλάδας. Ήδη, την εξουσία κατείχε μία πολιτική ολιγαρχία, ένα σύμφυρμα φατριών που απαρτίζονταν από τσιφλικάδες, πλούσιους αγρότες, οπλαρχηγούς και Φαναριώτες, αυτόχθονες ή ετερόχθονες αστούς  και στοιχεία της διασποράς. Για την ακρίβεια επρόκειτο για «σύνολα ατόμων από όλες τις τάξεις που απευθύνονται σε όλες τις τάξεις»[9]. Κι αυτό γιατί ο Χ. Τρικούπης επεδίωκε την έλευση στην Ελλάδα των κεφαλαίων του Ελληνισμού της διασποράς.  

Ο Κ. Καραπάνος, πάντως, είναι αλήθεια ότι δημιούργησε δύο μεγάλες χρηματιστηριακές «φούσκες» στην Κωνσταντινούπολη από τις οποίες πλούτισε ακόμα και εις βάρος του πεθερού του. Η πρώτη ήταν η ίδρυση της αυστρο-τουρκικής τράπεζας και η δεύτερη ήταν η ίδρυση των ιπποσιδηροδρόμων της Πόλης. Στην πρώτη περίπτωση ενώ οι μετοχές άξιζαν 8 λίρες τις εξέδωσε προς δώδεκα. Μετά από πέντε μήνες η τράπεζα κατέρρευσε καταστρέφοντας και τους μετόχους της αλλά ο Καραπάνος είχε ήδη ξεπουλήσει βγάζοντας τεράστια κέρδη από τη διαφορά. Στη δεύτερη επιχείρηση, οι μετοχές της εταιρίας αγοράστηκαν από τον Καραπάνο έναντι 8 λιρών η κάθε μία και πουλήθηκαν όταν η τιμή τους έφθασε στις 22 λίρες. Στη δεύτερη περίπτωση εξαπάτησε και τον Χρηστάκη Ζωγράφο. «Με τα κερδηθέντα αγόρασε τα κτήματα της Άρτας…» σημειώνει ο «Καλιβάν»[10].    

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

[1] Μη Χάνεσαι, Τόμ. 2, Αρ. 174(1881), Καλιβάν

[2] Η δωρεά Καραπάνου στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο περιλαμβάνει μόνο χάλκινα, κανένα χρυσό ή αργυρό! Είναι η εποχή που όλοι ψάχνουν για χρυσό. Ο Γ. Παχύς στο Λαύριο, ο Γ. Βιζυηνός στα αρχαία χρυσωρυχεία του Παγγαίου και ο Συγγρός στο χρηματιστήριο.

[3] Μη Χάνεσαι, Τόμ. 2, Αρ. 174(1881), Καλιβάν

[4] Στο ίδιο

[5] Η ανεξαρτητοποίηση θα συμβεί κατά τη δεκαετία του 1880, όταν η παρακμάζουσα Οθωμανική αυτοκρατορία μετατοπίζεται από την ιδεολογική συσπείρωση των υπηκόων της επί τη βάση του οθωμανικού πατριωτισμού μέσω του Τανζιμάτ(μεταρρυθμίσεις και απόδοση πολιτικών δικαιωμάτων στο σύνολο του πληθυσμού με σκοπό τη δημιουργία οθωμανικής εθνικής συνείδησης) προς τη συνοχή μέσω της θρησκείας(πανισλαμισμός), η οποία απέκλειε τους μη Μουσουλμάνους, όπως οι Ορθόδοξοι χριστιανοί Έλληνες της Πόλης. Συγχρόνως, τρία χρόνια μετά το τέλος του ρωσοτουρκικού πολέμου η οθωμανική κυβέρνηση υποχρεώνεται να δεχθεί ευρωπαϊκή επιτροπή για τη ρύθμιση του εξωτερικού χρέους της αυτοκρατορίας. Πρόκειται ουσιαστικά για τη χρεοκοπία της Οθωμανικής αυτοκρατορίας λόγω τόσο του πολέμου και των πολεμικών αποζημιώσεων όσο και των τεράστιων δαπανών εξαιτίας του εκσυγχρονισμού(Τανζιμάτ) που απαιτούσαν οι δανειστές για την υλοποίηση του προγράμματος της διευρυμένης επαρχιακής αυτοδιοίκησης.  Έτσι, έχουμε τη μετατόπιση του κέντρου βάρους από την Πόλη-ελληνικός κόσμος στην Αθήνα-ελληνικός κόσμος

[6] Γιώργος Δερτιλής: Κοινωνικός μετασχηματισμός και στρατιωτική επέμβαση 1880-1890, Εξάντας, 1985, σελ. 60: Ο Γ. Δερτιλής αναφέρει ότι οι πολυμορφικοί αστοί ήταν «Όργανα της ξενικής οικονομικής κυριαρχίας(ανήκοντες στη διεθνή αστική τάξη) και ταυτόχρονα ιδεολόγοι», δηλαδή εθνικιστές(γι’ αυτό η Αμφισημία και η αμφιθυμία τους). Ο Δερτιλής διακρίνει τους ετερόχθονες αστούς, όπως ο Συγγρός(έδρα επιχειρήσεών του από Τουρκία σε Αίγυπτο), και τους αυτόχθονες, όπως ο Ζωγράφος. Οι επενδύσεις τους δεν ήταν μακροπρόθεσμης απόσβεσης-υψηλού ρίσκου αλλά «ασφαλούς και εύκολης ρευστοποίησης»(όπως των Εβραίων, για να φύγουν γρήγορα όταν χρειαστεί). Έτσι, ήταν με το ένα πόδι στην πατρίδα και με το άλλο στην αλλοδαπή. Οι δανειστές του ελληνικού κράτους ήταν κυρίως Έλληνες ομογενείς. 

[7] Στις 10/12/1893 κηρύχθηκε η χώρα σε καθεστώς πτώχευσης.

[8] Γαρδίκα-Αλεξανδροπούλου Κατερίνα, Ο Κωνσταντίνος Καραπάνος και οι διαπραγματεύσεις για την προσάρτηση Θεσσαλίας και Ηπείρου, Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος, 1983

[9] Γιώργος Δερτιλής: Κοινωνικός μετασχηματισμός και στρατιωτική επέμβαση 1880-1890, Εξάντας, 1985, σελ 115

[10] Ο Καλιβάν στο «Μη χάνεσαι» επισημαίνει ότι «…συνστάται τη Α. Μ. τω Βασιλεί υπό του κ. Φιλήμονος να μεταβή όπως φιλοξενηθεί εν αυτοίς…», δηλαδή στο σπίτι του Καραπάνου. Τελικά, ο βασιλιάς έμεινε στην αρχιεπισκοπή αλλά έτρωγε καθημερινά στου Καραπάνου. Αυτό δείχνει ότι εκείνη την εποχή ο Καραπάνος δεν είχε άμεση σχέση με την Αυλή, αφού «μιλάει» μέσω του Φιλήμονα. 

*Το βιβλίο εκδόθηκε το 2013 από την ΗΠΕΠΟΤΕ και έχει εξαντληθεί. Έτσι, θα δημοσιευθεί σε "συνέχειες" από το artinews...