Στην Ελλάδα είχαμε πολλές δυναμικές κινητοποιήσεις αγροτών, αλλά σήμερα οι κινητοποιήσεις έχουν λάβει πανευρωπαϊκό χαρακτήρα.
Στη Γερμανία, την Πολωνία, τη Ρουμανία, την Ολλανδία, την Ισπανία, το Βέλγιο, στη χώρα μας, παντού τα τρακτέρ βγήκαν από τα χωράφια στους δρόμους. Το «κύριο άρθρο» της Le Monde diplomatique χαρακτηρίζει τις κινητοποιήσεις αυτές «ως τις σημαντικότερες αγροτικές εξεγέρσεις των τελευταίων δεκαετιών».
Για πρώτη φορά έχουμε έναν υποτυπώδη άτυπο πανευρωπαϊκό συντονισμό. Στις 10 Ιανουαρίου, σε ένα δελτίο τύπου, έξι ευρωπαϊκά συνδικαλιστικά κέντρα αγροτών περιέγραψαν την κατάσταση ως «μη βιώσιμη» και η οποία θα μπορούσε «να θέσει σε κίνδυνο την επιβίωση των παραγωγών στην Ευρωπαϊκή Ένωση».
Οι Ευρωπαίοι αγρότες είναι χρεωμένοι στις τράπεζες, είναι στριμωγμένοι από τους γίγαντες της μαζικής διανομής (σουπερμάρκετ) και τις πολυεθνικές των τροφίμων, που αγοράζουν τα προϊόντα τους πάμφθηνα και τα πουλάνε πανάκριβα (η ακρίβεια οφείλεται σ’ αυτές), οι αγρότες πλήττονται από τις επαναλαμβανόμενες ξηρασίες αλλά και τις πλημμύρες (όπως στη Θεσσαλία), ενώ αναγκάζονται να ευθυγραμμιστούν με τον ξένο ανταγωνισμό και τα φθηνά προϊόντα του και εξαρτώνται από ένα σύστημα επιδοτήσεων που ευνοεί τους μεγαλοκαλλιεργητές.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία έκανε την εικόνα ακόμη πιο σκοτεινή. Με την κατάργηση των τελωνειακών δασμών για τα ουκρανικά προϊόντα και τη δημιουργία «διαδρόμων αλληλεγγύης» που αποφασίστηκαν από τις Βρυξέλλες, τα ουκρανικά γεωργικά προϊόντα έχουν οδηγήσει σε πτώση των τιμών σε ολόκληρη την ήπειρο, ενώ οι λογαριασμοί για την ενέργεια, το νερό, τον εξοπλισμό, τους σπόρους κ.λπ. έχουν φθάσει στα ύψη, αυξάνοντας ανάλογα το κόστος παραγωγής.
Τα συστημικά μέσα μαζικής ενημέρωσης συντονισμένα με τις κυβερνήσεις και την ΕΕ, περιορίζουν τη διαμαρτυρία των αγροτών στα «περιβαλλοντικά μέτρα», λες και οι αγρότες είναι εξ ορισμού αδιάφοροι για την κλιματική κρίση. Αυτό ακριβώς καταγγέλλουν οι διαδηλωτές σε όλη την Ευρώπη: τον παραλογισμό ενός συστήματος που τους κάνει να συμβάλλουν στην καταστροφή τους, υπερασπιζόμενοι, ελλείψει άμεσα διαθέσιμων λύσεων, τα φυτοφάρμακα των οποίων είναι τα πρώτα θύματα, τα κέρδη παραγωγικότητας που οδηγούν στην αντικατάσταση των ίδιων από τα ρομπότ και την αλλοίωση του περιβάλλοντος από το οποίο εξαρτάται η δραστηριότητά τους.
Το μέλλον του αγροτικού κόσμου ταλαντεύεται σε τρεις πόλους. Απομειώνεται, υπό την επίδραση του ευρωπαϊκού καταμερισμού εργασίας και της ένταξης στην Ένωση των μεγάλων χωρών που παράγουν σιτηρά. Να επιβιώσει, ακολουθώντας τον δρόμο της πλήρους εκβιομηχάνισης που επιβάλλουν οι γραφειοκρατίες και τα επενδυτικά κεφάλαια, με κόστος την περιβαλλοντική και ανθρωπιστική καταστροφή που ήδη προκαλεί εξεγέρσεις. Και ο τρίτος πόλος είναι ο αγώνας για να επιβληθεί η αγροτική γεωργία (στην βιομηχανική), εξασφαλίζοντας την αυτάρκεια των εργατών της. Πολλοί κτηνοτρόφοι και αγρότες αυτό επιδιώκουν, αυτό θέλουν και οι πολίτες, αυτό απαιτεί και ο μακροπρόθεσμος ορθολογισμός. Αλλά ποια πολιτική δύναμη θα μπορέσει να προτείνει αυτόν τον δρόμο; Διερωτάται o Benoît Bréville που υπογράφει το εντιτόριαλ της Le Monde diplomatique. (ΓΧΠαπασωτηρίου)