Περού, Βραζιλία και υβριδικά πραξικοπήματα

[ Γιώργος X. Παπασωτηρίου / Κόσμος / 10.01.23 ]

Οι πολιτικοί σχηματισμοί της αριστεράς σημειώνουν αλλεπάλληλες εκλογικές νίκες στην Λατινική και τη νότια Αμερική, αλλά οι νόμιμες κυβερνήσεις που δημιουργούνται, υπονομεύονται ή ανατρέπονται από «υβριδικά» πραξικοπήματα, όπου έχουν κεντρικό ρόλο τα Κοινοβούλια, τα μίντια και η αστυνομία.

Αυτό έγινε πρώτα στην Βολιβία* και τώρα στο Περού, όπου ο νόμιμα εκλεγείς πρόεδρος της χώρας Καστίγιο συνελήφθη και φυλακίσθηκε μετά από κοινοβουλευτικό πραξικόπημα. Η νεοφιλελεύθερη περουβιανή ελίτ ενεργοποίησε τους μοχλούς εξουσίας (Βουλή, μίντια και αστυνομία) και ανέτρεψε τον νόμιμο αριστερό πρόεδρο με την κατηγορία ότι θα επιχειρούσε κοινωνικό μετασχηματισμό, επιβάλλοντας τον κομμουνισμό! Στον πολιτικά άπειρο Καστίγιο αποδίδονται μια σειρά από λάθη που έδωσαν το δικαίωμα στην αστική τάξη να σπεκουλάρει. Κι εδώ ο ρόλος των εγχώριων αλλά και των διεθνών ΜΜΕ είναι καθοριστικός αφού σε ολόκληρο τον κόσμο έχει δοθεί η εντύπωση ότι το πραξικόπημα έγινε από τον… Καστίγιο και πως η «δημοκρατική τάξη» αμύνθηκε επιτυχώς!

Όπως και στην Βολιβία, οι πολίτες του Περού έχουν βγει στους δρόμους, διαδηλώνοντας υπέρ του νόμιμου προέδρου Καστίγιο και υπέρ της δημοκρατίας. Η απάντηση στους δημοκρατικούς διαδηλωτές είναι οι σφαίρες. Δεκάδες είναι οι νεκροί, αλλά η κατά τα άλλα "δημοκρατικά ευαίσθητη Δύση" καθεύδει!

Όπως είναι γνωστό στη Βολιβία το κοινοβουλευτικό πραξικόπημα που ανέτρεψε τον νόμιμο πρόεδρο Έβο Μοράλες, τελικά ανατράπηκε στους δρόμους με δεκάδες νεκρούς και στη συνέχεια στις κάλπες, τις οποίες το κόμμα του Μοράλες κέρδισε πανηγυρικά. Το ίδιο -τηρουμένων των αναλογιών- συνέβη και στην Βραζιλία, όπου αρχικά ένα δικαστικό-κοινοβουλευτικό πραξικόπημα με την υποστήριξη των ΗΠΑ οδήγησε στην απόλυση και δίωξη της αριστερής προέδρου Ντίλμα Ρούσεφ, το 2016, με το πρόσχημα της διαφθοράς. Το πραξικόπημα εκείνο υποστηρίχθηκε από μια συμμαχία του ιδιωτικού τομέα, των διαφόρων συντηρητικών σχηματισμών, του στρατού, των Ευαγγελικών Εκκλησιών και των ιδιωτικών μέσων ενημέρωσης (που τα ελέγχουν οι πέντε πλουσιότερες οικογένειες της χώρας). Η Ουάσιγκτον συνέδραμε το πραξικόπημα μέσω της Υπηρεσίας Εθνικής Ασφάλειας (NSA), η οποία όπως τώρα γνωρίζουμε ενέπνευσε τη μεγάλη επιχείρηση «κατά της  διαφθοράς» με τον κωδικό «Lava Jato» προκειμένου να δυσφημήσει το Εργατικό Κόμμα και στη συνέχεια να αποτρέψει την υποψηφιότητα του Luiz Inácio “Lula” da Silva για τις προεδρικές εκλογές του 2018, τις οποίες σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις θα κέρδιζε.

Μετά την απόλυση της Ρούσεφ, οι νέοι κύριοι της χώρας διαμόρφωσαν το περίφημο πρόγραμμα «Γέφυρα στο μέλλον», που περιλαμβάνει μέτρα για τον «εκσυγχρονισμό» της χώρας και την ενίσχυση της κερδοφορίας των εταιρειών: μεταρρύθμιση του εργατικού κώδικα, αναθεώρηση του συνταξιοδοτικού συστήματος, ιδιωτικοποιήσεις, κατάργηση των κοινωνικών δικαιωμάτων… περιορισμό των δημοσίων δαπανών (μέτρο που οδηγεί σε προγραμματισμένη μείωση της κοινωνικής προστασίας την ώρα που ο πληθυσμός αυξάνεται). Τα μέτρα αυτά απέδωσαν. Αλλά μόνο στις μεγάλες επιχειρήσεις. Τα στοιχεία για το δεύτερο τρίμηνο του 2021 έδειξαν ότι τα κέρδη των δέκα μεγαλύτερων εταιρειών που είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο της Βραζιλίας δεκαπλασιάστηκαν μέσα σε ένα έτος.

Τα social media

Κι ενώ τα συστημικά μίντια ελέγχονται από τις πέντε πιο πλούσιες οικογένειες της Βραζιλίας, που έτσι ελέγχουν το πολιτικό σύστημα, ο Μπολσονάρου επιχείρησε να αυτονομηθεί. Έτσι, ανέπτυξε μια ισχυρή δομή επικοινωνίας που βασίζεται στα κοινωνικά δίκτυα και αυτό που ο πληθυσμός αποκαλούσε «το υπουργικό συμβούλιο του μίσους», που ήταν εγκατεστημένο στην καρδιά του προεδρικού μεγάρου και διευθύνονταν από τον Κάρλος Μπολσονάρου, έναν από τους γιους του πρώην ακροδεξιού προέδρου. Η χειραγώγηση της κοινής γνώμης από την ομάδα Μπολσονάρου κατά την προεκλογική εκστρατεία του 2018, με τη βοήθεια ψευδών ειδήσεων, είναι πλέον αποδεδειγμένη. Η έκθεση του TSE για τη διάδοση ψευδών ειδήσεων και την ύπαρξη ακροδεξιών ψηφιακών πολιτοφυλακών έχει σταλεί στο Ανώτατο Δικαστήριο, όπου η έρευνα διευθύνεται από τον δικαστή Alexandre de Moraes, ο οποίος έχει γίνει ένας από τους κύριους στόχους των υποστηρικτών του Μπολσονάρου.

Παράδειγμα ψευδούς είδησης είναι ότι δήθεν το ηλεκτρονικό σύστημα ψηφοφορίας, που χρησιμοποιείται στην Βραζιλία απρόσκοπτα από το 1996, θα επιτρέψει στους αντιπάλους του Μπολσονάρου να του στερήσουν τη νίκη στις προεδρικές εκλογές του 2022, που τη θεωρεί βέβαιη, ενώ όλες οι δημοσκοπήσεις προέβλεπαν ότι θα τις χάσει. Πράγμα που έγινε. Ο Μπολσονάρου προχώρησε ακόμη πιο πέρα την προπαγάνδα της νοθείας, ζητώντας την επιστροφή στην έγχαρτη ψήφο, που όμως το Κογκρέσο δεν ενέκρινε. Η μη έγκριση θεωρήθηκε εκ μέρους του ίδιου και των οπαδών του ως απόδειξη ότι συνέβη νοθεία! Αυτό συνεχίζεται και σήμερα με την μη αναγνώριση της νίκης του Λούλα. Ανάλογη προπαγανδιστική τακτική ακολούθησε ως γνωστόν και ο Τραμπ.

Ήδη έχουν κινηθεί πάνω δεκάδες διαδικασίες παραπομπής εναντίον του Μπολσονάρου. Όμως οι υποστηρικτές του που κατέχουν θέσεις-κλειδιά, όπως ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, Αντόνιο Αράς, και ο Πρόεδρος της Εθνοσυνέλευσης Άρθουρ Λίρα, εμποδίζουν την προώθηση των σχετικών φακέλων (σ.σ. οποιοιδήποτε συνειρμοί με τα καθ' ημάς είναι επιτρεπτοί). Επίσης ο Μπολσονάρου προσεταιριζόταν βουλευτές και γερουσιαστές από αυτό που ονομάζεται centrão («κέντρο»), ήτοι από ένα σύνολο κομμάτων που οι βουλευτές τους πωλούν στον πλειοδότη (μέσω κοινοβουλευτικών τροπολογιών που μεταφέρουν πόρους -ρουσφέτια- στις εκλογικές τους περιφέρειες (σ.σ. Προσέξτε αυτούς τους (ακρο)κεντρώους βουλευτές που πωλούν στον πλειοδότη! Η προσεχής εκλογική διαδικασία στην Ελλάδα ενδέχεται να είναι ευεπίφορη σε ανάλογες πλειοδοσίες!)

Η αλλαγή στάσης απέναντι στον Μπολσονάρου οφείλεται και στις αποκαλύψεις μιας κοινοβουλευτικής εξεταστικής επιτροπής της Γερουσίας, για «λάθη» της ομοσπονδιακής κυβέρνησης στη διαχείριση της πανδημίας καθώς στις ενέργειες διαφθοράς υπέρ του Μπολσονάρου και της οικογένειάς του, καθώς και για τους έξι χιλιάδες συνταξιούχους και εν ενεργεία στρατιωτικούς που καταλαμβάνουν καίριες θέσεις στον κρατικό μηχανισμό. Επρόκειτο για μια πολιτική λεηλασίας που εφαρμόζονταν από τα υπουργεία, διευκολύνοντας την αρπαγή γης, την παράνομη εξόρυξη, το λαθρεμπόριο ξυλείας, την αποψίλωση των δασών (Αμαζονία) κ.λπ.

Ορισμένοι στρατιωτικοί, που αντιτίθενται κατ' αρχήν στη συμμετοχή του στρατού στην κυβέρνηση, κι ένα τμήμα της μεσαίας τάξης αποστασιοποιήθηκαν από τον Μπολσονάρου. Η συρρίκνωση της κοινωνικής του βάσης τον οδήγησε στην ριζοσπαστικοποίηση της ρητορικής του, κι αυτό οδήγησε ορισμένους εκπροσώπους του δικαστικού σώματος και του κοινοβουλίου, που ήταν κοντά του χθες, να ανακαλύψουν αίφνης ότι απειλεί το κράτος. Έτσι, στράφηκαν προς την τότε αντιπολίτευση, το Εργατικό κόμμα και τον νυν πρόεδρο Λούλα. Ομοίως, τα μεγάλα αφεντικά κουμπώθηκαν απέναντι στον Μπολσονάρου μετά τις απειλές του για πραξικόπημα.

Γενικά, μέρος της νεοφιλελεύθερης ελίτ θεώρησε ότι η χθεσινή λύση (ο Μπολσονάρου) είχε μετατραπεί σε πρόβλημα και ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για να βρεθεί ένας τρίτος πόλος μεταξύ του πρώην στρατιωτικού και του πρώην συνδικαλιστή. Ο Λούλα αντιπροσωπεύει στα μάτια τους πλέον την μόνη επιλογή για να ειρηνεύσει η χώρα, υπό την προϋπόθεση όμως ότι ο σημερινός πρόεδρος θα συμφωνήσει να κυβερνήσει χωρίς να ανατρέψει το ισχύον status quo. Υπ’ αυτή την οπτική, οι ενέργειες των οπαδών του Μπολσονάρου δίνουν το μήνυμα στον Λούλα ότι θα είναι εκεί και θα χρησιμοποιηθούν εναντίον του, αν επιχειρήσει να λειτουργήσει κατά των μεγάλων οικονομικών συμφερόντων. Δεν είναι τυχαίο ότι η αστυνομία συνεργάστηκε με τους οπαδούς του Μπολσονάρου, αναγκάζοντας τον Λούλα να ζητήσει την ενεργοποίηση της στρατιωτικής αστυνομίας! Τα παραπάνω καταδεικνύουν ότι ο Λούλα έχει δεμένα τα χέρα καθώς δεν ελέγχει επί της ουσίας ούτε το Κογκρέσο ούτε τις περιφέρειες… Έτσι, θα κυβερνήσει, όσο κυβερνήσει, υπό την απειλή ενός «υβριδικού» πραξικοπήματος…

 

*Οι πληροφορίες για την Βραζιλία από άρθρο του Σίλβιο Κάτσια Μπάβα, Διευθυντή της βραζιλιάνικης έκδοσης της Le Monde diplomatique.