Βιοπολιτική, παράλογο και κανονικότητα στον κινηματογράφο του Γιώργου Λάνθιμου

[ Παναγιώτα Ψυχογιού / Ελλάδα / 25.11.25 ]

Ο Γιώργος Λάνθιμος έχει καθιερωθεί ως ένας από τους πιο σημαντικούς σύγχρονους σκηνοθέτες, όχι μόνο για την αισθητική του ιδιαιτερότητα αλλά και για την κοινωνική και φιλοσοφική διάσταση των έργων του. Μέσα από ταινίες του, όπως ο Κυνόδονταςο Αστακός, η Ευνοούμενη ή η Βουγονία, εξετάζει τις κοινωνικές δομές, την εξουσία και τη διαμόρφωση της ταυτότητας. Η κριτική του έγκειται στο ότι παρουσιάζει τις δομές αυτές ως παράλογες, καταπιεστικές και συχνά ακραίες, αναδεικνύοντας τις συνέπειες που έχουν στην ατομική ελευθερία και την ηθική. 

Οι ταινίες του προσεγγίζουν την ανθρώπινη φύση μέσα από μια παράδοξη, συχνά σουρεαλιστική οπτική. Το παράδοξο και η αίσθηση του παράλογου είναι τα βασικά εργαλεία του για να αποδομήσει την κοινωνική πραγματικότητα και να αναδείξει τον περιορισμό της ελευθερίας υπό την πίεση της εξουσίας. Η παράδοξη συμπεριφορά των χαρακτήρων του αναδεικνύει τον ψυχολογικό και ηθικό αντίκτυπο της εξουσίας πάνω στο άτομο, την ανθρωπινή αδυναμία μπροστά στην εξουσία. Ο σουρεαλισμός λειτουργεί ως καθρέφτης της κοινωνικής παράνοιας. Οι υπερβολικές και ακραίες καταστάσεις αποκαλύπτουν τις κρυφές δομές της εξουσίας και τα όρια της ανθρώπινης αντίστασης. Ο θεατής αναγκάζεται να αναλογιστεί την σχέση εξουσίας, κοινωνικού ελέγχου και προσωπικής ελευθερίας, κάτι που συνδέει το έργο του με φιλοσοφικές θεωρίες της βιοπολιτικής, του υπαρξισμού, ενδεχομένως και του αναρχισμού. Η ειρωνεία και το παράδοξο υπογραμμίζουν την ανθρωποκεντρική κωμωδία και τραγωδία, αναδεικνύοντας την αβεβαιότητα και την αντίφαση της ανθρώπινης ύπαρξης. Οι χαρακτήρες του συχνά ζουν σε παράδοξες ή αποξενωμένες καταστάσεις, όπου η λογική των κοινωνικών σχέσεων φαίνεται διαστρεβλωμένη αναδεικνύοντας έτσι τις εσωτερικές συγκρούσεις, την απομόνωση και τον αγώνα  για ελευθερία και αυθεντικότητα.  Μέσα από παράδοξες αφηγήσεις και σουρεαλιστικά σκηνικά, ο θεατής αναγκάζεται να αντιμετωπίσει την εξουσία και τους κοινωνικούς κανόνες,την προσωπική ελευθερία και την ηθική ευθύνη. 

Οι ταινίες του γίνονται εργαλείο φιλοσοφικού στοχασμού, συνδέοντας κινηματογραφική τέχνη και φιλοσοφική ανάλυση της ανθρώπινης κατάστασης. Εξερευνούν κυρίως συστήματα εξουσίας, από αυστηρές οικογενειακές δομές (Κυνόδοντας) έως αυταρχικά κοινωνικά πειράματα δείχνοντας πώς η εξουσία και η κοινωνική πίεση καθορίζουν τη συμπεριφορά και την ταυτότητα του ατόμου. Ο Λάνθιμος φαίνεται να αντιμετωπίζει την εξουσία ως καταπιεστικό παράγοντα που διαμορφώνει τη συμπεριφορά των ανθρώπων. Στον Κυνόδοντα, η οικογένεια λειτουργεί ως μικρογραφία κοινωνικής ιεραρχίας, όπου η αυστηρή πειθαρχία και η βία αναπαράγουν την εξουσία. Η ταινία Βουγονία παρουσιάζει ένα πιο εξωτερικό καθεστώς εξουσίας, όπου η πίστη και η συνωμοσιολογία λειτουργούν ως μέσο κοινωνικού ελέγχου. Σε όλες τις ταινίες του, η εξουσία είναι συστηματική και αυθαίρετη ενώ η ηθική είναι αποτέλεσμα προσωπικής συνείδησης και αντίστασης. Η προσωπική ελευθερία αποκτά νόημα μόνο όταν οι χαρακτήρες αναγνωρίζουν τις δομές που τους περιορίζουν και αποφασίζουν αν θα υπακούσουν ή θα αντισταθούν. Στην Ευνοούμενη εστιάζει στην πολιτική και προσωπική εξουσία, την ίντριγκα και τη χειραγώγηση, με τρόπο που υπογραμμίζει την ανθρώπινη αδυναμία και την ηθική διαπλοκή. 

Οι ταινίες του Λάνθιμου λειτουργούν ως κριτική των κοινωνικών και πολιτικών θεσμών όπου η εξουσία παρουσιάζεται ως συστηματική, αυθαίρετη και καταπιεστική. Οι κανόνες, οι νόρμες και οι θεσμοί παρουσιάζονται ως παράλογες και αυθαίρετες κατασκευές που περιορίζουν την ηθική και προσωπική αυτενέργεια. Ο θεατής αναγκάζεται να αναλογιστεί την σχέση εξουσίας, κοινωνικού ελέγχου και προσωπικής ελευθερίας. Οι χαρακτήρες του βρίσκονται σε καθεστώτα αυστηρών κανόνων και το παράλογο αυτών των κανόνων αναδεικνύει την ανθρώπινη αλλοτρίωση και την τυφλή συμμόρφωση στην εξουσία. Οι κανόνες και η βία καθορίζουν τη συμπεριφορά των μελών της οικογένειας στον Κυνόδοντα και αναπαράγουν τον κύκλο της εξουσίας. Στον Αστακό, οι κοινωνικοί κανόνες υπαγορεύουν τις σχέσεις των ατόμων. Η επιβολή του κανονιστικού πλαισίου και η τιμωρία της μη συμμόρφωσης παρουσιάζουν την εξουσία ως θεσμοθετημένη καταπίεση. Η πολιτική εξουσία αναδεικνύεται στην Ευνοούμενη. Η εξουσία εδώ ασκείται μέσω ίντριγκας, χειραγώγησης και ψυχολογικού ελέγχου. Η κοινωνική θέση και η επιρροή συνδέονται άμεσα με την ικανότητα των χαρακτήρων να ασκήσουν εξουσία και να χειραγωγήσουν τους άλλους. Στη Βουγονία, η ιδέα της αναγέννησης μέσα από καταστροφή παραπέμπει στην αρχαία ελληνική μυθολογία. Η καταστροφή και η αναγέννηση λειτουργούν ως κριτική της κοινωνικής οργάνωσης και της  ανθρώπινης κατάστασης. 

Θα έλεγα ότι από φιλοσοφική άποψη, όχι αισθητική, συνεχίζει το έργο των Ταρκόφσκι, Κιούμπρικ, Μπέργκμαν, Κισλόφσκι, Λαρς φον Τρίερ ή Χάνεκε καθώς κοινή φιλοσοφική άποψη αυτών των σκηνοθετών είναι ότι η εξουσία δεν είναι μόνο καταστολή, αλλά είναι και πληροφορία, συνήθεια, ρόλος, αυτοπειθαρχία, η κανονικότητα είναι κατασκευή με θεσμούς, οικογένεια, κράτος, φύλο, σχέσεις ενώ ο άνθρωπος εσωτερικεύει την επιτήρηση. Εξετάζουν δηλαδή πώς κατασκευάζεται ο άνθρωπος μέσα σε συστήματα εξουσίας. Οι ταινίες του έχουν φιλοσοφικές  διαστάσεις και συνδέονται κυρίως με τη φιλοσοφία του Φουκώ ή του Αγκαμπέν και ενδεχομένως των υπαρξιστών. Η υπαρξιακή και παραβολική διάσταση των ταινιών του παραπέμπει στον Καμύ και τον Σαρτρ, όπου οι άνθρωποι ψάχνουν νόημα σε έναν κόσμο με αυστηρούς ή παράλογους κανόνες.Ο Φουκώ υποστηρίζει ότι η σύγχρονη εξουσία δεν βασίζεται στη βία αλλά στη πειθάρχηση και στη ρύθμιση της ζωής. Αυτή φαίνεται να είναι η κεντρική φιλοσοφική αντίληψη του ΛάνθιμουΗ κινηματογραφική γλώσσα του  λειτουργεί σαν εργαστήριο όπου παρουσιάζεται η εξουσία που γίνεται κανόνας, βιοπολιτική,  τελετουργία. Ο άνθρωπος δεν χειραγωγείται με βίαιους μηχανισμούς, αλλά με τη γλώσσα και τελετουργίες που επιβάλλονται ως φυσικές ( εξουσία ως παραγωγή “σωμάτων”στον Φουκώ ). Στον Κυνόδοντα η οικογένεια λειτουργεί ως κατασκευαστής πραγματικότητας. Η γλώσσα γίνεται εργαλείο εξουσίας. Όταν αλλάζει η σημασία των λέξεων, αλλάζει η ίδια η εμπειρία του κόσμου. Η γλώσσα επιβάλλει το αληθές/μη αληθές. Όποιος ελέγχει τον λόγο, ελέγχει τις ζωές. Στις ταινίες του, η εξουσία δεν είναι “κακή”, είναι κανονική. Όλοι την αποδέχονται, την υπηρετούν, την αναπαράγουν. Έτσι ο κόσμος του νοείται ως φουκωϊκό εργαστήριο εξουσίας όπου η εξουσία είναι κατασκευή συμπεριφοράςγλωσσική κανονικοποίησησωματοποίηση κανόνων. Ο Φουκώ μιλά για το «κανονικό» ενώ ο Λάνθιμος δείχνει το τέρας που δημιουργεί η κανονικότητα. Η εξέγερση εντούτοις είναι αμφίβολη. Όπως και στον Φουκώ, η βιοπολιτική δεν συνδέεται με επανάσταση, διαλύεται από τη ρωγμή μέσα στον ίδιο τον άνθρωπο. 

Ο κινηματογράφος του Γιώργου Λάνθιμου μπορεί να διαβαστεί ως ένα συνεχές πείραμα πάνω στη βιοεξουσία, δηλαδή στη μορφή εξουσίας που δεν τιμωρεί αλλά διαμορφώνει ανθρώπους, σώματα και επιθυμίες. Εδώ η βιοπολιτική είναι η εξουσία που οργανώνει τη ζωή, παρεμβαίνει στη γέννηση, τον έρωτα, την οικογένεια, την υγεία, κατασκευάζει σώματα, ρυθμίζει επιθυμίες και συμπεριφορές. Ο χώρος νοείται ως μηχανή εξουσίας. Σε κάθε ταινία του υπάρχει ένας κλειστός χώρος:Το σπίτι (Κυνόδοντας), Το ξενοδοχείο και το δάσος (Ο Αστακός), Το σπίτι-κλινική (Sacred Deer). Η γλώσσα γίνεται μηχανή κανονικότητας. Το σώμα  τόπος εξουσίας. Η εξουσία ρυθμίζει όχι μόνο το σώμα, αλλά και την επιθυμία. Ο Λάνθιμος είναι ένας από τους πιο καθαρούς κινηματογραφικούς στοχαστές της βιοπολιτικής ακριβώς γιατί δείχνει πώς οι άνθρωποι εκπαιδεύονται να ζουν μέσα στους κανόνες, πώς η εξουσία γίνεται οικεία, καθημερινή και αόρατη, πώς η γλώσσα, το σώμα και η επιθυμία γίνονται πεδία ρύθμισης και πώς η «κανονικότητα» είναι το πιο αποτελεσματικό εργαλείο εξουσίας. Σε κάθε ταινία του, το σύστημα εξουσίας καταρρέει όταν η επιθυμία ξεφεύγει από τον κανόνα, το σώμα αντιστέκεται, η γλώσσα χάνει τη συνοχή της, ο χώρος παύει να είναι κλειστός. 

Στον κινηματογραφικό κόσμο του Λάνθιμου, η ζωή παρουσιάζεται ως τελετουργικό και κατάσταση εξαίρεσης. Όλοι είναι σε μόνιμη “κατάσταση εξαίρεσης”, οι κανονικοί κανόνες της κοινωνίας έχουν ανασταλεί και ισχύουν άλλοι (Αστακός, Κυνόδοντας, poor Things). Οι απόψεις του έτσι φαίνεται να συμπίπτουν με τη φιλοσοφία του Αγκάμπεν  που υποστηρίζει ότι η σύγχρονη εξουσία παράγει υποκείμενα που λειτουργούν ως ιεροτελεστικά σώματα και διαμορφώνει ανθρώπους, ζωή, θάνατο. Στο Sacred Deer, το παιδί που πρέπει να πεθάνει είναι κυριολεκτικά homo sacerμια ζωή στη διάθεση της κοινότητας. Έτσι, ο Λάνθιμος βρίσκεται ανάμεσα στο φουκωϊκό “παράγω κανονικότητα” και στο αγκαμπενικό “ορίζω ποια ζωή αξίζει”. 

Η φιλμογραφία του Γιώργου Λάνθιμου αποτελεί επίσης ένα από τα πιο ριζοσπαστικά εργαστήρια σύγχρονης φιλοσοφίας της ταυτότητας. Από τον Κυνόδοντα έως το Poor Things και την Βουγονία, δεν περιγράφει απλώς χαρακτήρες∙ δοκιμάζει όρια ανθρώπινης μορφοποίησης, όπως ένας θεωρητικός που χρησιμοποιεί την ταυτότητα ως πείραμα σκέψης. Οι χαρακτήρες του ζουν σε κλειστά συστήματα πειθαρχίας — οικογένειες, κοινωνικές κοινότητες ή θεσμικά κατασκευασμένες ομάδες— όπου οι ρόλοι τους δεν παραπέμπουν σε εσωτερική αυθεντικότητα αλλά επιβάλλονται από εξωτερικούς μηχανισμούς. Οι ήρωές του δεν «έχουν» δηλαδή δική τους ταυτότητα. Τους επιβάλλεταιτους αποσπάται, ή κατασκευάζεται υπό όρους βίας, επιτήρησης και επιθυμίας. Σε όλες τις ταινίες του, η ταυτότητα νοείται ως ένα άβολο, ευάλωτο, βίαιο και ταυτόχρονα απελευθερωτικό πεδίο, όπου ο άνθρωπος μπορεί είτε να θρυμματιστεί είτε να ανασυγκροτηθεί ξανά. Στον Κυνόδοντα, η ταυτότητα είναι λειτουργία της οικογενειακής βιοεξουσίας. Εδώ ο Λάνθιμος εξερευνά την ταυτότητα όχι ως ψυχολογία αλλά ως αποτέλεσμα μηχανισμών εκπαίδευσης του σώματος. Τα παιδιά δεν ξέρουν ποιοι είναι· ξέρουν μόνο αυτό που πρέπει να είναι. 

Η ταυτότητα νοείται επίσης ως απόκριση στην επιθυμία του Άλλου (Λακάν). Ο Εαυτός σχηματίζεται από το εξωτερικό βλέμμα και από την ανάγκη αναγνώρισης (Αστακός). Νοείται επίσης ως διαδικασία μετάλλαξης και γίγνεσθαι (Ντελέζ & Γκουαταρί). Στην ταινία Poor Things, η Μπέλα Μπάξτερ ενσαρκώνει τη ρευστότητα του εαυτού. Δεν «αναζητά την αληθινή της ταυτότητα». Παράγει την ταυτότητά της σε μια συνεχή διαδικασία μεταμόρφωσης, από τη σεξουαλικότητα ως τη γνωστική της εξέλιξη. Η ταυτότητα εδώ δεν είναι καθορισμένη ούτε από το σώμα ούτε από τους κανόνες, αλλά προκύπτει ως διαρκές πείραμα γίγνεσθαι Λάνθιμος συνδυάζει έτσι την πειθαρχική κατασκευή της ταυτότητας (Φουκώ) με τη δυναμική διαδικασία μεταμόρφωσης (Ντελέζ), δημιουργώντας μια σύγχρονη αναπαράσταση της ρευστότητας του εαυτού. Η Μπέλα ζει ως διαρκές “γίγνεσθαι”, όχι ως σταθερή οντότητα και η ταυτότητα νοείται ως πεδίο εκρήξεων, ρήξεων και δυνατοτήτων ενώ ο εαυτός ως μηχανή επιθυμίας που δεν γνωρίζει όρια. Αντί να αναπαριστά την ψυχολογική εσωτερικότητα, ο Λάνθιμος γενικά εστιάζει στις συνθήκες υπό τις οποίες η ταυτότητα διαμορφώνεται, περιορίζεται ή εκρήγνυται. Η ταυτότητα νοείται και ως επιτελεστική διαδικασία (Μπάτλερ). Στην Ευνοούμενη, οι χαρακτήρες εκτελούν κοινωνικούς και σεξουαλικούς ρόλους. Κάθε πράξη είναι επιτελεστική, δεν υπάρχει «αυθεντική» ταυτότητα. Το υποκείμενο καθορίζεται από τη συνεχή εκτέλεση των ρόλων που η κοινωνία αναγνωρίζει. Ο Λάνθιμος και εδώ δείχνει ότι η ταυτότητα είναι διαρκής διαδικασία μίμησης κανόνων, επιβεβαιώνοντας τη θεωρία της Μπάτλερ ότι η ύπαρξη του «εαυτού» προκύπτει μέσα από την εκτέλεση κοινωνικών λειτουργιών, όχι ως έμφυτη ουσία. 

Ο Λάνθιμος επομένως επαναφέρει στο προσκήνιο τη φιλοσοφία της ταυτότητας ως δοκιμασία του εαυτού μέσα σε κοινωνικά, πολιτικά και βιολογικά συστήματα, και μετατρέπει τη μυθοπλασία σε πεδίο σκέψης όπου η φιλοσοφία και ο κινηματογράφος συνυπάρχουν. Στον κινηματογραφικό κόσμο του, η ταυτότητα είναι αντικείμενο, υποκείμενο και διαδικασία, ταυτόχρονα περιορισμένη και δυναμική, τελετουργική και ανατρεπτική, πειθαρχημένη και ελεύθερη. 

Ο Έλληνας σκηνοθέτης συνδέεται ενδεχομένως έμμεσα και με την ελληνική φιλοσοφία μέσω της θεματολογίας, των παραβολικών αφηγήσεων και της ηθικής διάστασης των έργων του. Στις  ταινίες του ο θεατής αντιμετωπίζει το παράλογο, την εξουσία, την προσωπική ελευθερία και την ηθική ευθύνη, θεμελιώδη ερωτήματα της ελληνικής φιλοσοφικής σκέψης. Οι ταινίες του παραπέμπουν στη σωκρατική αναζήτηση της αρετής όπου η ηθική δεν είναι απλώς τυπική συμμόρφωση, αλλά συνείδηση και αυτογνωσία. Η στάση των χαρακτήρων του απέναντι στην εξουσία μπορεί να συνδεθεί επίσης με την αρετή της αυτονομίας και την αναζήτηση του “καλού βίου”, όπως τον εννοούσαν οι Στωικοί. Σχετίζεται και με την αρχαία ελληνική τραγωδία, όπου οι ήρωες αντιμετωπίζουν μοίρα, εξωτερικούς περιορισμούς και κοινωνικούς κανόνες. Όπως στις ελληνικές τραγωδίες, οι χαρακτήρες του Λάνθιμου είναι παγιδευμένοι σε συνθήκες που αποκαλύπτουν την ανθρώπινη αδυναμία, την ηθική σύγκρουση και την αβεβαιότητα της ύπαρξης. Οι ταινίες του  αναδεικνύουν συστήματα κοινωνικής πίεσης, αυταρχικές δομές και καταπιεστικά πλαίσια (Πολιτεία Πλάτωνα). Η ταινία ο αστακός ενδεχομένως λειτουργεί ως πρακτική αλληγορία της πλατωνικής ηθικής, όπου οι κοινωνικές νόρμες αντιπαρατίθενται στην προσωπική ελευθερία. Το παράδοξο και η αποξένωση που βιώνουν οι χαρακτήρες θυμίζουν φιλοσοφικές ιδέες για την ανθρώπινη συνείδηση και τη διαρκή αλλαγή  (Ηράκλειτος) αλλά και την αναζήτηση της σταθερότητας και της ουσίας (Παρμενίδης). Στοιχεία μυθικών παραβολών και συμβολισμών, όπως η “Βουγονία” που παραπέμπει σε αναγέννηση μέσα από καταστροφή, συνδέονται με την αρχαία ελληνική μυθολογία και τη συμβολική σκέψη. Η  αυτογνωσία είναι ίσως Σωκρατική επιρροή ενώ η χρήση παραβολών θυμίζει την πλατωνική μέθοδο της αλληγορίας, όπου η αφήγηση χρησιμοποιείται για να αναδείξει φιλοσοφικά ζητήματα ηθικής και πολιτικής. 

Συμπερασματικά, η κινηματογραφική γλώσσα του Γιώργου Λάνθιμου συνιστά ένα σύστημα φιλοσοφικής σκέψης περί εξουσίας, κανονικότητας, ταυτότηταςβιοπολιτικής. Οι μικρο-κοινωνίες που δημιουργεί λειτουργούν ως εργαστήρια όπου αναδεικνύεται το φουκωϊκό μοντέλο της πειθαρχικής εξουσίας, η αγκαμπενική προβληματική της γυμνής ζωής και της κατάστασης εξαίρεσης. Παρότι δεν παράγει ρητά πολιτικό σινεμά, ο Λάνθιμος ανατέμνει την ίδια τη δομή του πολιτικού. Οι κόσμοι του δεν είναι απλές αλληγορίες εξουσίας. Είναι κοινωνικά οικοσυστήματα, σφραγισμένα και αυτάρκη, όπου η εξουσία έχει γίνει καθημερινότητα, κανονικότητα,“αόρατη βία”. 

Οι ταινίες του αναδεικνύουν τις καταπιεστικές κοινωνικές δομές και την αυθαίρετη εξουσία, εξετάζουν την ψυχολογική αποξένωση και την ηθική ευθύνη των ατόμων, λειτουργούν ως σύγχρονοι μύθοι και φιλοσοφικά πειράματα, όπου η σχέση ανθρώπου, εξουσίας και κοινωνίας τίθεται υπό συνεχή αναστοχασμό. Δημιουργεί μοναδικούς κόσμους, όπου η λογική και η πραγματικότητα επαναπροσδιορίζονται και αφήνουν χώρο για πολλαπλές ερμηνείες, ενθαρρύνοντας φιλοσοφικό διάλογο και κριτική σκέψη. Ο κινηματογράφος του Λάνθιμου δεν είναι απλώς αισθητική άσκηση, αλλά φιλοσοφικό και κοινωνικό πείραμα, καθρέφτης της ανθρώπινης ύπαρξης και της ισοπεδωτικής δύναμης της εξουσίας.