Περί λογοτεχνίας και διδακτικής
[ Ζαχαρίας Κατσακός / Ελλάδα / 16.06.20 ]Με αφορμή τη γνωστοποίηση των θεμάτων της νεοελληνικής γλώσσας και λογοτεχνίας, στα οποία εξετάστηκαν χθες οι υποψήφιοι για τα πανεπιστήμια μαθητές, διάβασα και αρκετά κείμενα - σχόλια, τα οποία απέχουν πολύ από την πραγματικότητα. Ας ξεκαθαρίσουμε λοιπόν μερικά πράγματα.
Η λογοτεχνία, εκτός των άλλων, και ως γραφή και ως περιεχόμενο είναι ουσιαστικά μια αιρετική πράξη. Απελευθερώνει το μυαλό και βάλλει κατά της ορθής σκέψης, της λογικής. Ανατρέπει κόσμους και ιδέες, καθρεφτίζει μιαν άλλου τύπου αισθητική και πραγματικότητες. Ως εκ τούτου εναντιώνεται σε κάθε μεγάλη και μικρή δομή ιδεών, συμπεριφορών, στάσεων και αντιλήψεων. Είναι, υπό την έννοιαν αυτή, και μια «επαναστατική» πράξη.
Πώς είναι δυνατόν, λοιπόν, η ανατρεπτική αυτή πράξη να είναι «διδακτή» στο πλαίσιο της εκπαίδευσης, η οποία έχει σαφείς στόχους και προσανατολισμούς; Είναι ένα ερώτημα: τι είδους πολίτες επιθυμούμε να διαμορφώσουμε; Αντίγραφα, κέρινα ομοιώματα, φωτοτυπίες ή σκεπτόμενους ανθρώπους; Τούτο δεν μπορεί να το κάνει μόνον η λογοτεχνία.
Βέβαια το ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα πολλές φορές είναι υποκριτικό. Δεν μπορείς να ρωτάς σε εξετάσεις δεκαεπτάχρονα παιδιά την άποψή τους για τη μελέτη της λογοτεχνίας όταν ως σύστημα κάνεις ό,τι μπορείς για να αποδυναμώσεις τη μαγεία του μαθήματος της λογοτεχνίας.
Η εκπαίδευση, βέβαια, ως σύστημα γενικότερων και ειδικότερων αρχών και στόχων, έχει μια συγκεκριμένη αντίληψη για τον τρόπο εξέτασης του μαθήματος νεοελληνική γλώσσα - λογοτεχνία. Οφείλει, δηλαδή, να διαμορφώσει τα όρια εξέτασής του, το παιδευτικό υπόβαθρό του (ασχέτως αν αυτό εξοβελίζεται για διάφορους λόγους), το πλαίσιο διδακτικών αρχών κ. ά.
Είναι άλλο το ζήτημα αν το μάθημα μπορεί να διδαχθεί σωστά από τους δασκάλους και τους φιλολόγους, οι οποίοι οφείλουν να λάβουν υπόψη τους και την ανατρεπτική φύση της λογοτεχνίας. Η «διδακτική» του μαθήματος έχει να κάνει, φυσικά, και με το πλαίσιο αρχών που καθορίζεται αυστηρά από το αναλυτικό πρόγραμμα. Το τι διδάσκεται και πώς διδάσκεται αφορά κατά ένα μεγάλο μέρος τα διάφορα αναλυτικά προγράμματα. Δεν έχει να κάνει με την αδυναμία των καθηγητών να διδάξουν «σωστά» τη λογοτεχνία. Είναι άλλο το ζήτημα αν χρειάζεται να αλλάξει ή να διαφοροποιηθεί το αναλυτικό πρόγραμμα και άλλο το ζήτημα αν εκπαιδεύονται σωστά από τα πανεπιστήμια οι δάσκαλοι και φιλόλογοι που θα στελεχώσουν μελλοντικά την εκπαιδευτική διαδικασία. Άποψή μου είναι, επί τη ευκαιρία, ότι στα πανεπιστήμια, η εκπαιδευτική άσκηση των φοιτητών θα πρέπει να συνοδεύεται από επιστημονικά τεκμηριωμένο θεωρητικό και ερευνητικό υπόβαθρο και θα πρέπει επιτέλους, κάποτε, στο σύνολο των φιλολογικών σπουδών να συμπεριληφθούν οργανικά οι μεταπτυχιακές και διδακτορικές σπουδές στον τομέα της διδακτικής. Δεν μπορεί για παράδειγμα ένας φιλόλογος που επιθυμεί να διενεργήσει διδακτορικές σπουδές στην διδακτική να απευθύνεται κυρίως στα παιδαγωγικά τμήματα δημοτικής εκπαίδευσης για να εκπονήσει τη διδακτορική έρευνά του.
Ως μάθημα η νεοελληνική γλώσσα - λογοτεχνία οφείλει να έχει εκπαιδευτικούς στόχους. Το πώς αντιλαμβάνεται κανείς την ουσία και τη μαγεία της λογοτεχνίας είναι άλλο θέμα και δεν πρέπει να συγχέεται μόνο με την εκπαίδευση.