Οι Επίτιμοι Διδάκτορες Ρίτσος και Άνθιμος
[ Κώστας Καναβούρης / Ελλάδα / 19.07.19 ]Και μόνο ο τρόπος που έγινε η αναγόρευση του Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Άνθιμου σε Επίτιμο Διδάκτορα του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης δείχνει και την αξία της που κάθε άλλο παρά τιμή περιποιεί σ’ ένα από τα κορυφαία πνευματικά ιδρύματα της χώρας. Καταρχάς η τελετή έγινε εξ αναβολής από το Νοέμβριο του 2017 λόγω των αντιδράσεων που έχει προκαλέσει : ίσως αναμένοντας το «άχρι καιρού», ώσπου δηλαδή να έρθει στην Κυβέρνηση η Δεξιά του Κυρίου, η οποία από τις πρώτες κιόλας δηλώσεις έσπευσε δια της αρμόδιας Υπουργού σε μια άθλια και ντροπιαστική για ολόκληρη την Ακαδημαϊκή κοινότητα να χαρακτηρίσει τα Πανεπιστήμια «άσυλα εγκληματιών» (δηλαδή και τα παιδιά μας που φοιτούν σ’ αυτά).
Επί της ουσίας τώρα, μάλλον οι προτείνοντες της Συγκλήτου περίμεναν τη στιγμή που το πολιτικό περιβάλλον θα ήταν κατάλληλο (και ο προστατευτικός κλοιός της χειραγώγησης και της καταστολής ισχυρός), ώστε να τιμηθεί η μισαλλοδοξία, ο ρατσισμός, ο εθνικισμός και η ελεεινή ανοικτίρμων αγάπη του θρησκευτικού φανατισμού, που προβεβλημένος τους εκπρόσωπος είναι ο Άνθιμος.
Το ήξεραν πολύ καλά οι αναγορεύσαντες ότι η αναγόρευση είναι ντροπιαστική για το ίδρυμα και γι’ αυτό η τελετή έγινε σε στενό οικογενειακό κύκλο. Στα μουλωχτά, γιατί αυτό της άξιζε. Μέσα στο Επισκοπείο της Μητρόπολης, άδοξα και σκοτεινά, χωρίς προαναγγελία ούτε από την Σύγκλητο ούτε από την Μητρόπολη. Μια «εξόριστη» και φοβική αναγόρευση, απόβλητη στον πυρήνα της από την κοινωνία, νοηματοδοτημένη απολύτως από το ρητό «Τοιούτος γαρ ημίν έπρεπεν αρχιερεύς».
Κι εμένα που ήρθε στο μυαλό, εκείνο το ένδοξο απόγευμα της 10ης Ιουνίου 1975, που όσοι το έζησαν έχουν μια ανάμνηση φωτός σε όλη τους τη ζωή. Μιλάω για το απόγευμα που ο Γιάννης Ρίτσος αναγορευόταν Επίτιμος Διδάκτορας του ΑΠΘ, μετά από πρόταση του καθηγητή Γ.Π.Σαββίδη. Θεωρώ ευλογία που ήμουν εκεί 20 χρονών παιδί. Ο Ρίτσος ένας θρύλος. Ο κόσμος σαν τα τσαμπιά στην αίθουσα τελετών. Μου φαίνεται απίστευτο ότι θα δω τον Ρίτσο στ’ αλήθεια. Μια εξαίσια εκρηκτική αναστάτωση. Η σύγκλητος, ο τιμώμενος μπαίνουν. Η αίθουσα σείεται, λες και ανασηκώθηκε ο κόσμος. Απερίγραπτο το συναίσθημα και η ανάταση. Ο Ρίτσος απαγγέλει την «Γκραγκάντα» κοιτάζοντας ψηλά. Πρώτη φορά που άκουγα τη φωνή του. Ο κόσμος δεν είναι απλώς εκστατικός, ο κόσμος είναι το ποίημα. Ένα πάνδημο ποίημα που μόλις η τελετή ολοκληρώνεται είναι όρθιο πάνω στα καθίσματα, τραγουδάει το «Όταν σφίγγουν το χέρι» χτυπώντας ρυθμικά παλαμάκια. Βγάζουν από αγκαλιά σε αγκαλιά τον Ρίτσο στην είσοδο του κτιρίου. Στην προμετωπίδα η ρήσης «Μούσαις χάρισι θύε» βρίσκει το νόημα της. Δημοκρατία, ποίηση, ελευθερία, αγάπη, ελπίδα, φοιτητές, κόσμος, η τεράστια συμπαντική μονάδα του Ηράκλειτου. Εδώ. Σ’ έναν κόσμο που για μια στιγμή μας αποκάλυψε το μέγεθος του Μεγαλείου του. Για όλη μας τη ζωή.
Βάλτε αυτή τη φωτογραφία του Γιάννη Ρίτσου με το πλήθος, δίπλα στη φωτογραφία του Άνθιμου με τους συγκλητικούς(για λόγους αισθητικής δεν την παραθέτουμε) και θα καταλάβετε τη διαφορά.