Ο Πιραντέλο και τα κοινωνικά δίκτυα
[ Γεωργία(Γιούλα) Τριγάζη / Ελλάδα / 28.05.18 ]Αφορμή να ανατρέξω εκ νέου στο ιδιόμορφο, καυστικό, ανατρεπτικό, και οπωσδήποτε πρωτοποριακό για την εποχή του χιούμορ, του Ιταλού -Σικελού για την ακρίβεια, και μάλιστα «μεγαλοελλαδίτη» καθ’ ότι η καταγωγή του από τον Ακράγαντα- λογοτέχνη και δραματουργού, στάθηκε μια πολύ κοινότυπη φράση, που η κατάχρησή της, στην τηλεόραση κυρίως, προκαλεί θυμηδία (για κάποιον που σκέπτεται), και ενστικτώδη ερεθισμό (για κάποιον που σκέπτονται άλλοι γι αυτόν).
Η αγαπημένη λοιπόν φράση των επί τιβι, κυρίως, τηλεπερσόνων, είναι η ακόλουθη: «Ο κόσμος ΠΡΕΠΕΙ -τονισμένο αυτό- να μάθει, ΟΛΗ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ».
Φαντάζομαι τον σπουδαίο και πολυγραφότατο λόγιο -το 1934, τιμήθηκε και με το βραβείο Νόμπελ- να κάθεται απέναντι από αυτά τα «αστεράκια» σταυροπόδι, και ν’ ακούει τη φράση αυτή! Και εντελώς καταχρηστικά, φαντάζομαι και την απάντησή του : «Αλήθεια! Όλη την αλήθεια; Μήπως κάποια αλήθεια; Και βέβαια, ποια αλήθεια; Και είναι μια η αλήθεια; Για πείτε μου… στ’ αλήθεια!». Εδώ όμως, βάζω εγώ φρένο στη δική μου φαντασία, γιατί το ζητούμενο, δεν είναι η έκφραση του προσώπου της τηλεπερσόνας.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, ξαναδιάβασα στο διήμερο, το θεατρικό « Έτσι είναι, αν έτσι νομίζετε»! Για να γευτώ εκ νέου μέσα από τους ήρωες του έργου, την «ανθρώπινη» αδιακρισία -κομψή η λέξη στη συγκεκριμένη περίπτωση- που υποκρύπτει την ωμοφάγα επιθυμία κατανάλωσης της «αλήθειας του διπλανού»! Γιατί άραγε; Αυτό, βέβαια δεν θα μας το αποκαλύψει ο Πιραντέλο, ούτε καν διαμέσου του Λαουντίτζι, του μοναδικού ήρωα του έργου που σαρκάζει και ανθίσταται σθεναρά ως το τέλος, στην ορμητική επιθυμία των περί αυτόν, να εντρυφήσουν στις ζωές των «ξένων» που παρεισφρύουν στη μικρή τους κοινότητα, να «ανακαλύψουν» μυστήρια και να τα διαλευκάνουν, να εκτοπίσουν εν τέλει, από την «καθαρή τους κοινωνία», οτιδήποτε μη κατανοητό και «ακάθαρτο»! Πάντα βέβαια κάτω από το προσωπικό πρίσμα του καθενός τους. Και ακριβώς αυτή η τελευταία φράση αποδεικνύει περίτρανα, ότι η «αλήθεια», είναι μια έννοια,-τουλάχιστον- φιλοσοφική, και η προσφορά της χύδην στα τηλεοπτικά, αλλά και παντός είδους κοινωνικά πάνελ, έχει μοναδικό σκοπό, να εξυπηρετήσει, κατευνασμό προσωπικών παθών, αλλά και ιδιοτελείς σκοπούς, όσων τη σερβίρουν κατά το δοκούν.
Ο Πιραντέλο -Πυράγγελος, όνομα ελληνικό, όπως ο ίδιος επιθυμούσε- με αυτό τον ιδιότυπο, ευφυή τρόπο να σαρκάζει και να σατιρίζει τα ανθρώπινα πάθη της «μικρής», περιορισμένης στη σκέψη και το πνεύμα κοινωνίας, εισήγαγε τον Πιραντελισμό.
Κρίμα όμως, που ύστερα από ενάμισι αιώνα(!)- γεννήθηκε το 1867-, η ηρωίδα του «Έτσι είμαι αν έτσι νομίζετε!», θα μπορούσε με τον ίδιο σπαραχτικό τρόπο, να βγει στην κοινωνική μας σκηνή, και πριν γίνει βορά στα διψασμένα για… «αλήθειες» στίφη, -που κάτω από την καθοδήγηση των διορισμένων κηνσόρων και ταγών, κραυγάζουν για «όλη την αλήθεια!»- να πει ακριβώς τα ίδια λόγια. Με άκρα περιφρόνηση: «Cosi e’, se vi pare!»