Ο Κάφκα απέναντι στην εξουσία

[ Γιώργος X. Παπασωτηρίου / Ελλάδα / 11.01.22 ]

«Γράφω σημαίνει ανοίγω τον εαυτό μου σε υπέρτατο βαθμό... Γι’ αυτό δεν μπορείς ποτέ να είσαι αρκετά μονάχος όταν γράφεις, γι’ αυτό δεν είναι αρκετή η ησυχία που σε περιβάλλει... Ο χρόνος που σου προσφέρεται δεν είναι ποτέ αρκετός, γιατί οι δρόμοι είναι ατελείωτοι και είναι εύκολο να παραπλανηθείς (...) Εγώ δεν υποχωρώ από την απαίτησή μου για μια ιδεατή ζωή που να ταιριάζει στη δουλειά μου, εκείνη θέλει, άκαμπτη καθώς είναι στις βουβές μου ικεσίες, το μέσο όρο, το άνετο σπίτι.... τοποθετεί το ρολόι μου, που εδώ και τρεις μήνες πηγαίνει μιάμιση ώρα μπροστά στη σωστή ώρα με την ακρίβεια λεπτού...». Λόγια του συγγραφέα Φρ. Κάφκα που συγκρούεται με τον τρόπο ζωής και τις επιθυμίες των άλλων, το γάμο, τα παιδιά και μια «κανονική» δουλειά γραφείου. Η τρομώδης αγωνία του, όπως εκείνη των «αυθεντικών» του Χάιντεγκερ, που νιώθουν τις πληγές εκ των προτέρων.

Αυτή την εμφύλια εσωτερική σύγκρουση περιγράφει ο Ελίας Κανέττι μέσα από τις 716 επιστολές της αλληλογραφίας του Κάφκα με την αρραβωνιαστικιά του, Φελίτσε, αυτό το συνώνυμο της ευτυχίας που ερχόταν κουβαλώντας της αλυσίδες της δυστυχίας του.

Στην περίπτωση της Φελίτσε έχουμε την αόρατη εξουσία της κοινωνίας, το habitus, την "κανονικότητα", που επιβάλει το "νοικοκυριό" -μια συμβατική οικογένεια, παιδιά και μια δουλίτσα-.

Η μη συμμόρφωση στην κυρίαρχη Συμβολική Τάξη τιμωρείται με ντροπή και ενοχή. Το ίδιο και στη μυθιστορηματική Δίκη του Κάφκα, η ενοχή, η ταπείνωση προκαλείτε από μία ανώτερη αρχή, από μια αόρατη εξουσία που περιβάλλεται από ένα μη αναγνώσιμο μυστικό, και γι’ αυτό η βαρύτητά της είναι ανάλογη της προσπάθειας του κατηγορούμενου να καταλάβει. Ο ήρωας στο ξενοδοχείο «Ασκανική αυλή», θα νιώσει τη σκυλίσια ταπείνωση της δημόσιας διαδικασίας, της διαπόμπευσης. Η ντροπή αυτή θα καταλήξει στο δραματικό τέλος, όταν ο Κ. εκτελείται χωρίς καν να καταλάβει, χωρίς να μιλήσει, χωρίς να μπορέσει να αντισταθεί.

Ο Κ. παραιτείται, προφέροντας μπροστά στην έσχατη ταπείνωση του α-νόητου θανάτου του μια φράση μόνο, «σαν σκυλί» (θυμήθηκα τον Παγκρατίδη όταν ψέλλισε: «μάνα είμαι αθώος»).

Από εδώ ξεκινούν οι συρρικνωτικές «μεταμορφώσεις» ως τακτικές διαφυγής από την εξουσία, ως τρόποι επιβίωσης και κάποτε αντίστασης.

Στον «Πύργο» και στη «Δίκη» η εξουσία είναι αόρατη και γίνεται γνωστή μόνο από την ταπείνωση που προκαλεί. Ο Κάφκα, σύμφωνα με τον Κανέττι, όταν τελικά υπακούει, το κάνει μόνο όταν αποδομεί και αποδυναμώνει τις «διαταγές», έτσι ώστε να μην απειλείται η υπερηφάνεια του. Αυτό το επιτυγχάνει με τη μορφή της βραδύτητας όλων των αντιδράσεών του. Υπονομεύει σαν τον τυφλοπόντικα, σιωπά, μένει άκαμπτος. Η «ακαμψία» αναβάλλει τη σύγκρουση με την εξουσία, αλλά όταν αυτό δεν μπορεί να συμβεί, τότε ο Κ. εξαφανίζεται με πρόσχημα τη σωματική του αδυναμία, όπως είναι η «ηρωοποιημένη» αρρώστια. Η διαφυγή μέσω της σωματικής μείωσης είναι ανάλογη της ψυχικής μείωσης, της «τρέλας», που είναι σήμερα ο πιο διαδεδομένος τρόπος διαφυγής.

Άλλη «μεταμόρφωση» είναι η μετατροπή που σε κάνει να διαφεύγεις της προσοχής, να γίνεσαι «αόρατος». Με τη συρρίκνωση σε ασημαντότητα αποφεύγεται η απειλή του ισχυρότερου. Αυτό συνυφαίνεται και με την αποφυγή απόκτησης εξουσίας, με το «Να μη ξεχωρίζει το κεφάλι σου».

Η μεταμόρφωση σε μικρά ζώα παραπέμπει στην κινέζικη λογοτεχνία και σ’ έναν «φυσικό ταοϊσμό» του Κάφκα.

Αλλά ο σημαντικότερος τρόπος διαφυγής είναι μέσω της «ελευθερίας της αποτυχίας». Αυτή είναι η «ελευθερία του αδύνατου», που επιζητεί τη λύτρωση στις ήττες. 

Η λύτρωση επέρχεται, τελικά, όταν «ξαπλώσεις καταγής ανάμεσα στα ζώα», γιατί έτσι μπορείς να ξεπεράσεις τον «τρόμο της όρθιας στάσης», αυτής που σήμανε την εξουσία του ανθρώπου, αφήνοντάς τον, όμως, μόνο, ορατό, εκτεθειμένο και ευάλωτο.

Υπάρχει περίπτωση γαλήνης; Η απάντηση είναι "Όχι". Γιατί στους εμφύλιους σπαραγμούς «η ευχή για ειρήνη απευθύνεται μόνο στις στάχτες».

 

ELIAS CANETTI, Η άλλη δίκη, ΜΤΦ. Α. ΙΣΑΡΗΣ, Εκδόσεις SCRIPTA