Ο Άγγελος του Θανάτου με την άσπρη μπλούζα

[ / Κόσμος / 21.03.20 ]

Στη διάρκεια του πρώτου μισού του 20ου αιώνα διάσημοι καθηγητές Ιατρικής παραστράτησαν μαζικά και στράφηκαν ενάντια στην ανθρωπότητα. Αντικατέστησαν το σκοπό της Ιατρικής από την προάσπιση της υγείας του ατόμου με την προάσπιση της υγείας της κοινωνίας των εκλεκτών. Συνέλαβαν, προώθησαν και επιχείρησαν τη διόρθωση και τον ευπρεπισμό της κοινωνίας με ιατρικά μέσα. Επιχείρησαν τον αφανισμό όσων είχαν ορισμένα σωματικά ή ψυχικά νοσήματα (ο μπολσεβικισμός προστέθηκε στην τελευταία κατηγορία) καθώς και όσων ανήκαν στις φυλές που τις θεωρούσαν κατώτερες, μη επισκευάσιμες και επικίνδυνες για τον βόρειο κλάδο της Αρίας φυλής, όπως οι Εβραίοι και οι μη καθαροί φυλετικά Ρομά.

Κατά την πρώτη φάση, για να σταματήσει το Κακό υποβλήθηκαν σε υποχρεωτική στείρωση τουλάχιστον 500.000 άνθρωποι στη Γερμανία, στις ΗΠΑ, στις Σκανδιναβικές χώρες και αλλού, σύμφωνα με τις προτάσεις διάσημων καθηγητών.

Κατά την δεύτερη φάση (1940-1945) οργανώθηκε η δολοφονία από γιατρούς ανίατων ασθενών, σύμφωνα με τις εισηγήσεις υψηλόβαθμων συναδέλφων τους με σκοπό τη βελτίωση της ποιότητας του γερμανικού γενετικού υλικού. Οι θάλαμοι αερίων ήταν ένα από τα ιατρικά μέσα που αναπτύχθηκαν και χρησιμοποιήθηκαν σε μονάδες παροχής υπηρεσιών υγείας για αυτό τον σκοπό.

Η γνώση και η εμπειρία που αποκτήθηκαν κατά τη δεύτερη φάση, αξιοποιήθηκε σε βιομηχανική κλίμακα κατά την τρίτη. Περίπου 3.000.000 άνθρωποι κάθε ηλικίας οδηγήθηκαν και εξοντώθηκαν σε θαλάμους αερίων υπό ιατρική επίβλεψη κατά το χρονικό διάστημα 1941-1944 στα στρατόπεδα βιολογικής εξόντωσης Auschwitz, Belzec, Sobibor και Τreblinka. Σχεδόν όλοι είχαν την ίδια ανίατη κληρονομήσιμη αρρώστια, εβραϊκό αίμα οι ίδιοι ή ένας από τους άμεσους προγόνους του. Ακόμα περισσότεροι, κυρίως Εβραίοι και Σλάβοι, δολοφονήθηκαν για φυλετικούς λόγους με συμβατικά μέσα (τουφεκισμούς, πείνα, αρρώστιες, κλ.π.).

Ένα μικρό ποσοστό των προς τελική διαχείριση ανθρώπων κακοποιήθηκαν από υψηλόβαθμους γερμανόφωνους γιατρούς για την πρόοδο της Ιατρικής, την αύξηση των κερδών της φαρμακοβιομηχανίας και δικών τους εισοδημάτων. Τουλάχιστον 15.000 άνθρωποι χρησιμοποιήθηκαν χωρίς τη συγκατάθεσή τους ως υποκείμενα πειραματισμού κατά το διάστημα 1940-1945 σε τουλάχιστον 187 ανήθικες ιατρικές μελέτες. Η συντριπτική πλειοψηφία των μελετών έγινε με κρατική έγκριση και πλούσια χρηματοδότηση, παρά τις συνθήκες πολέμου.

Ο Josef Mengele (1911-1979), πιθανώς ο πιο γνωστός από τους δολοφόνους με την άσπρη μπλούζα, ήταν η κορυφή του παγόβουνου αυτών που κουρέλιασαν τον Όρκο του Ιπποκράτη. Στην κρυμμένη βάση του παγόβουνου βρισκόντουσαν διάσημοι γερμανόφωνοι γιατροί. Ορισμένα στοιχεία για τη δράση του συχνά αποκαλούμενου Άγγελου του Θανάτου δημοσιοποιήθηκαν αμέσως μετά τον ΒΠΠ, κυρίως από τον κρατούμενο γιατρό Miklos Nyiszli, που εξαναγκάσθηκε να κάνει νεκροτομές για λογαριασμό του στο ‘Αουσβιτς.

Σχεδόν όλες οι μελέτες του Mengele στο ‘Αουσβιτς έγιναν σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Ανθρωπολογίας, Ανθρώπινης Κληρονομικότητας και Ευγονικής Kaiser Wilhelm (ΙΑΚΕKW) που είχε έδρα το Βερολίνο. Από την ίδρυσή του το 1927, το διεύθυνε o καθηγητής Ιατρικής Ανθρωπολογίας και Γενετικής Eugen Fischer. Ο παρασημοφορημένος για πολεμική ανδρεία στο Ανατολικό Μέτωπο 32χρονος Mengele εργάζονταν εκεί ως επισκέπτης-ερευνητής στην ομάδα του πρώην δασκάλου του, του βαρόνου και καθηγητή Ευγονικής (Γενετικής) Otmar von Verschuer. Το 1943 μετά από συναντήσεις τους στο Βερολίνο, ζήτησε να μετατεθεί στο ‘Αουσβιτς. Η εγκληματική του δραστηριότητα ήταν απόρροια των διδαχών των δασκάλων του. Οι σχέσεις των Fischer, Verschuer και Mengele θυμίζουν τις σχέσεις παππού, πατέρα και γιού.

Ο παππούς: Ο φυλετικός ανθρωπολόγος Eugen Fischer (1874-1967) αναδείχθηκε σε κορυφαίο επιστήμονα σε θέματα κληρονομικότητας κυρίως χάριν μιας μελέτης του που δημοσιεύθηκε το 1913. Αφορούσε τα φυσικά και πνευματικά χαρακτηριστικά παιδιών γηγενών γυναικών από τη Νοτιοδυτική Αφρική και Ευρωπαίων αποίκων. Η εν λόγω μελέτη θεωρήθηκε (λανθασμένα) απόδειξη της υπόθεσης ότι οι νόμοι της κληρονομικότητας του Gregor Mendel ισχύουν και στους ανθρώπους. Με βάση τα στοιχεία που συνέλεξε στη Ναμίμπια, όταν ήταν γερμανική αποικία, ο Fischer υποστήριζε ότι πρέπει να δοθεί στα κατώτερα φυλετικά άτομα η ελάχιστη προστασία που απαιτείται στο βαθμό που είναι χρήσιμα στη Γερμανία, και ότι η γενετική ανάμειξη των φυλών προκαλεί τον εκφυλισμό του ανθρώπινου είδους.

Αμέσως μετά την παραχώρηση της εξουσίας με κοινοβουλευτικές διαδικασίες στο ναζιστικό κόμμα, ο Fischer εκλέχθηκε πρύτανης του Πανεπιστημίου του Βερολίνου. Για τη διάδοση των θεωριών του, που τις ενστερνίστηκε από νωρίς ο ναζισμός, ξεκίνησε το 1934 στο ΙΑΚΕKW σειρές σεμιναρίων Φυσικής Ανθρωπολογίας και Γενετικής για κρατικούς αξιωματούχους υγείας και για τους γιατρούς που υπηρετούσαν στα SS. Το επιστημονικοφανές υπόβαθρο του ρατσισμού που ανέπτυξε και προώθησε είχε μεγάλη επίδραση στη σύνταξη και στη διαμόρφωση των μετέπειτα νόμων της Νυρεμβέργης για «την προστασία του γερμανικού αίματος».

Η διεθνής φήμη του Fischer ήταν τόσο μεγάλη, ώστε το 1932 του προτάθηκε να αναλάβει την προεδρία της Παγκόσμιας Συνομοσπονδίας Ευγονικών Οργανώσεων. Το κύρος του, όπως και ορισμένων άλλων καθηγητών, έδωσε ένα επίχρισμα επιστημονικής δικαίωσης των εγκλημάτων του ναζισμού και διευκόλυνε τη νομότυπη και χωρίς τύψεις τέλεσή τους. Για παράδειγμα, μαζί με τον Verschuer, διευκόλυναν κατά τον Μεσοπόλεμο την υποχρεωτική στείρωση εκατοντάδων έγχρωμων παιδιών που ζούσαν στη Γερμανία.

Συμπλέοντας με το ναζιστικό καθεστώς, ο καθηγητής Fischer διακήρυττε ότι οι Εβραίοι είναι ο μεγαλύτερος εχθρός του γερμανικού έθνους και συχνά γνωμάτευε στις αρχές ποιος είναι και ποιος δεν είναι φυλετικά Εβραίος (ο συνάδελφός του Robert Ritter γνωμοδότησε για τη φυλετική καθαρότητα του συνόλου των Ρομά της Γερμανίας). Από τον φόβο ότι σύντομα δεν θα υπάρχουν Εβραίοι διαθέσιμοι για επιστημονική έρευνα, έστειλε έναν από τους συνεργάτες του στο γκέτο του Λοντζ στην Πολωνία να συλλέξει για λογαριασμό του στοιχεία για τα ανθρωπομετρικά τους χαρακτηριστικά, που τα δημοσίευσε σε βιβλίο τον επόμενο χρόνο.

Σημειώνεται ότι όταν ο τριαντάχρονος Fischer εργαζόταν στη Ναμίμπια, οι συμπατριώτες του εφάρμοζαν εκεί καινοτόμες τεχνικές κάθαρσης της αποικίας από τις φυλές Χερέρο και Νάμα, άρα ήξερε τις πιθανές εγκληματικές επιπτώσεις των θεωριών που ανάπτυξε και προώθησε. Οι εν λόγω τεχνικές φυλετικής κάθαρσης βελτιώθηκαν σταδιακά και χρησιμοποιήθηκαν από τη Γερμανία σε βιομηχανική κλίμακα και επιστημονική καθοδήγηση στην Ανατολική Ευρώπη κατά τη διάρκεια του ΒΠΠ με την ένοχη σιωπή, ενίοτε και τη συνέργεια, σχεδόν όλων των άλλων κρατών.

Ο πατέρας: Το 1927 Fischer με την ιδιότητα του διευθυντή του ΙΑΚΕKW διόρισε τον προστατευόμενό του Otmar von Verschuer (1896-1969) επικεφαλής του Τμήματος Ανθρώπινης Κληρονομικότητας του ινστιτούτου. Ο έντονα θρησκευόμενος Verschuer υποστήριζε ήδη από το 1924 ότι το Γερμανικό έθνος κινδύνευε από τη διείσδυση των Εβραίων και καλούσε για τη λύση του προβλήματος. Εργάστηκε στο ΙΑΚΕKW ως το 1935, οπότε εκλέχθηκε καθηγητής του Πανεπιστημίου της Φρανκφούρτης (ως τότε ήταν αναπληρωτής καθηγητής του Πανεπιστημίου του Βερολίνου). Επέστρεψε το 1942 για να διαδεχθεί στη διεύθυνση του ινστιτούτου τον μέντορά του που συνταξιοδοτήθηκε.

Σχεδόν το σύνολο του δημοσιευμένου ερευνητικού έργο του Verschuer αφορούσε ομοζυγωτικούς δίδυμους, που τους θεωρούσε ως την ιδανική πηγή άντλησης δεδομένων για τη μελέτη της κληρονομικότητας. Οι εισερχόμενοι με τις οικογένειές τους στο ‘Αουσβιτς Εβραίοι και Ρομά δίδυμοι ήταν η πιο πλούσια και άμεσα διαθέσιμη πηγή υλικού έρευνας μέσω του συνεργάτη του που μετατέθηκε εκεί μετά από υπόδειξή του.

Ο γιος: Οι περισσότερες μελέτες που έκανε ο Mengele στο ‘Αουσβιτς προέβλεπαν τη θανάτωση του υποκειμένου του πειράματος. Για παράδειγμα, χορηγούσε τη φαρμακευτική ουσία που ήθελε να μελετήσει σε έναν από τους διδύμους, που συχνά ο ίδιος είχε προηγούμενα μολύνει. Μετά από ένα χρονικό διάστημα, σκότωνε και τους δύο, χρησιμοποιώντας τον δεύτερο σαν κοντρόλ. Έστελνε για ανάλυση στο ΙΑΚΕKW το βιολογικό υλικό που δεν μπορούσε να επεξεργαστεί επαρκώς επί τόπου (π.χ. ανθρώπινα μάτια με ετεροχρωμία, αίμα για τον προσδιορισμό ορισμένων πρωτεϊνών, κλ.π). Από τα περίπου 1500 ζευγάρια διδύμων που εντόπισε και επέλεξε, μόνο 120 επιβίωσαν.

Ο Mengele έκανε επιστημονικές μελέτες και σε άλλες ομάδες κρατουμένων πριν από την τελική τους διαχείριση, όπως σε τουλάχιστον 112 εβραϊκού θρησκεύματος Ελληνίδες και σε πολλές εκατοντάδες άτομα με σωματικές ιδιαιτερότητες. Λίγο πριν από την είσοδο των σοβιετικών στρατευμάτων στο στρατόπεδο έστειλε για αξιοποίηση στο ΙΑΚΕKW όποιο υλικό είχε ακόμα διαθέσιμο. Τον επόμενο μήνα, ο Verschuer αφού κατέστρεψε την αλληλογραφία του με τον Mengele, έστειλε τα αρχεία του ινστιτούτου δυτικά για να μην πέσουν στα χέρια των σοβιετικών στρατευμάτων, αλλά να δοθούν στα αμερικανικά, με πιθανό αντάλλαγμα τη σωτηρία του.

Μεταπολεμικά, ο Fischer, o Ritter, ο Verschuer, ο νομπελίστας Max Plank και πολλοί άλλοι παγκοσμίως γνωστοί επιστήμονες, ξεπλύθηκαν σε βάθος από τις Αμερικανικές και τις Δυτικογερμανικές αρχές με δικαιολογία την αξιοποίησή τους στην αντιμετώπιση του κομμουνισμού. Το 1951 ο Verschuer, ανέλαβε τη διεύθυνση του μεγαλύτερου εργαστηρίου Γενετικής της χώρας, στο Πανεπιστήμιο του Munster. Συνέχισε το ακαδημαϊκό του έργου ως τον θάνατό του το 1969. Για παράδειγμα, έλαβε μεγάλη χρηματοδότηση για να μελετήσει τις βιολογικές επιδράσεις των πυρηνικών ακτινοβολιών στον άνθρωπο. Παράλληλα, δημοσίευσε πολλές επιστημονικές μελέτες χρησιμοποιώντας δεδομένα και υλικό που συνέλεξε για λογαριασμό του στο ‘Αουσβιτς ο υπεύθυνος γιατρός του υποστρατόπεδου των Ρομά, Mengele, χωρίς να τον αναφέρει ή τον τόπο συλλογής των δεδομένων (π.χ. μελέτες για φυματίωση, καρκίνου και ψυχωτικών συνδρόμων σε διδύμους). Ο Fischer, που όταν τέλειωσε ο πόλεμος ήταν 71 ετών, έζησε ως αξιοσέβαστος συνταξιούχος καθηγητής ως την ηλικία των 93 ετών, δίνοντας κατά διαστήματα διαλέξεις τόσο στη Γερμανία όσο και στο εξωτερικό. Οι μαθητές και των δυο διάσημων καθηγητών συνέχισαν το έργο των δασκάλων τους, καταλαμβάνοντας σχετικές πανεπιστημιακές έδρες στη Γερμανία και αλλού.

Ο κάτοχος του βραβείου Νόμπελ Φυσικής του 1918 και μετέπειτα υμνητής του ναζιστικού καθεστώτος Max Planck (1858-1947), τιμάται σήμερα ως ένας από τους σημαντικότερους φυσικούς. Για παράδειγμα, όλα τα ερευνητικά ινστιτούτα της Γερμανίας που είχαν προπολεμικά το όνομα Kaiser Wilhelm, μετονομάσθηκαν σε ινστιτούτα Max Planck (π.χ. το ΙΑΚΕKW σήμερα ονομάζεται Ινστιτούτο Μοριακής Γενετικής Max Planck). Από την άλλη πλευρά, ο Mengele που ήταν το «μικρό ψάρι» που είχε εκτεθεί, αλλά ήξερε πολλά, προφυλάχθηκε. Φυγαδεύτηκε στη Νότια Αμερική, όπου πνίγηκε κολυμπώντας το 1979, χωρίς ποτέ να λογοδοτήσει.

Συμπερασματικά, οι εγκληματικές πολιτικές βελτίωσης του ανθρώπινου είδους με ιατρική παρέμβαση (η Γερμανία ήταν ως το 1933 η πιο προηγμένη επιστημονικά χώρα), εκπορεύθηκαν από πανεπιστημιακές κλινικές και ιατρικά εργαστήρια. Υλοποιήθηκαν με την καθοδήγηση, ενίοτε και την άμεση συμμετοχή, πανεπιστημιακών γιατρών που ενέπνευσαν, συμβίωσαν και εκμεταλλεύθηκαν το ναζιστικό καθεστώς. Ελάχιστοι τιμωρήθηκαν. Σήμερα, τα πνευματικά τους εγγόνια παίζουν πρωτεύοντα ρόλο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και όχι μόνο.

Η μεταμέλεια για τη συμβολή της ακαδημαϊκής κοινότητας στο έγκλημα εκφράστηκε αχνά και πολύ καθυστερημένα. Το παράδειγμα της αλυσίδας των πανεπιστημιακών δασκάλων Fischer - Verschuer - Mengele αναδεικνύει τη σημασία του ήθους που πρέπει να έχουν οι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι και τους κινδύνους από την επιλεκτική αποσιώπηση του παρελθόντος.

Σημείωση: Το εν λόγω κείμενο στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό σε κεφάλαιο με τίτλο: Ιατρική στην Εποχή της Ναζιστικής Κυριαρχίας, που έγραψε ο συντάκτης του στο βιβλίο του Γιώργου Πηλιχού: Άουσβιτς: Εβραίοι - Αριθμός Μελλοθανάτου (Αθήνα, 2017), όπου υπάρχει σχετική βιβλιογραφία. Γράφτηκε ως ελάχιστος φόρος τιμής στα περίπου 1.400 ελληνόπουλα ηλικίας ως και 16 ετών που οδηγήθηκαν τον Απρίλιου του 1944 στους θαλάμους αερίων του ‘Αουσβιτς για φυλετικούς λόγους υπό ιατρική επίβλεψη.

*Ομότιμος καθηγητής Ιατρικής Φυσικής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων (e-mail: jkalef@uoi.gr)