Νόαμ Τσόμσκι: Η προπαγάνδα και ο έλεγχος της συνείδησης
[ Γιώργος X. Παπασωτηρίου / Κόσμος / 13.11.19 ]Η προπαγάνδα εξαφανίζει τις διαδηλώσεις στη Χιλή και υπερτονίζει τις διαδηλώσεις της αντιπολίτευσης στη Βολιβία, που, αν και μειοψήφησε στις εκλογές, αμφισβητεί το αποτέλεσμα με την ανοιχτή στήριξη της Ουάσινγκτον. Το ίδιο και στη Βενεζουέλα. Παντού το ίδιο. Η προπαγάνδα με την εσωτερική αστική τάξη να συνδέεται με σχέση υποτέλειας με την καπιταλιστική μητρόπολη τελικά επιτυγχάνει το στόχος της. Μέχρι οι πολίτες να γνωρίσουν για μία ακόμα φορά στο πετσί τους την αλήθεια. Η βιωματική διάψευση της προπαγάνδας θα προκαλεί τα ξεσπάσματα όπως στη Χιλή, στο Λίβανο, στο Χαρτούμ, στο Χονγκ Κονγκ …
Η ιστορία της προπαγάνδας όπως την αφηγείται ο Νόαμ Τσόμσκι
Οι ΗΠΑ έχουν αναπτύξει στο έπακρο την προπαγάνδα τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Ο Νόαμ Τσόμσκι θεωρεί ότι ο αμερικανικός λαός χειραγωγείται με το φόβο και τον έλεγχο της συνείδησης. Στην πρώτη περίπτωση αυτό επιτυγχάνεται με την απειλή πολέμου και καταστροφής (από τους κόκκινους χθες, από την τρομοκρατία σήμερα). Στη δεύτερη περίπτωση η χειραγώγηση επιτυγχάνεται με την τηλεόραση, την κοινωνικοποίηση μέσω του σχολείου, της θρησκείας και των διανοουμένων. Ήδη από τον 19ο αιώνα ο Αμερικανός ποιητής και φιλόσοφος Ραλφ Ουάλντο Έμερσον (1803-1882) που μαζί με τον Ν. Χώθορν και Χ. Μέλβιλ συμμετείχαν στον λογοτεχνικό κύκλο της Μπρουκ Φαρμ που ενθάρρυνε την εμφάνιση μιας εθνικής αμερικανικής λογοτεχνίας, και όπου ο Έμερσον έλεγε ότι «Πρέπει να εκπαιδεύουμε το λαό έτσι ώστε να μη μας αρπάξει απ’ το λαιμό». Ο στόχος συνεπώς είναι να καταστεί ο λαός παθητικός. Επίσης, η «κατασκευή συναίνεσης» είναι όρος ενός άλλου Αμερικανού του Ουόλτερ Λίπμαν, ο οποίος από το 1920 επέστησε την προσοχή στη σημασία των προπαγανδιστικών τεχνικών για τον έλεγχο των μαζών. Σ’ αυτή την κατεύθυνση κινήθηκε και ο Έντουαρντ Μπερνέις (από τους ιδρυτές της βιομηχανίας δημοσίων σχέσεων) που μαζί με τον Λίπμαν ανήκαν στην επίσημη ομάδα προπαγάνδας του Γούντροου Ουίλσον. Η περίφημη αυτή Επιτροπή για τη Δημόσια Ενημέρωση του Ουίλσον πέτυχε να μετατρέψει τους ειρηνόφιλους Αμερικανούς που ήταν αντίθετοι στον Α΄ παγκόσμιο πόλεμο «σε μια ορδή φανατικών κατά της Γερμανίας».
Η προπαγάνδα, μάλιστα, αντικατέστησε τη βία εναντίον του εργατικού κινήματος (με τους περισσότερους νεκρούς από κάθε βιομηχανική χώρα), ενώ ο περίφημος «κοινωνικός αυτοματισμός» δεν έχει ως αφετηρία τη Θάτσερ και την αντιμετώπιση των ανθρακωρύχων, όπως πολλοί νομίζουν, αλλά την Mohawk Valley Formula, δηλαδή μια απεργία του 1936 στο Μοχόκ της Πενσυλβάνια όπου έστρεψαν την κοινή γνώμη εναντίον των απεργών. Σύμφωνα με την προπαγάνδα αυτή οι απεργοί χαρακτηρίζονταν «εξωτερικοί ταραχοποιοί», «κομμουνιστές» και καταστροφείς του ιερού Αμερικανικού Τρόπου Ζωής. Στην ίδια λογική κινείται και η επίθεση εναντίον των συνδικάτων μέσω κινηματογραφικών ταινιών όπως η On the Waterfront (1954) του Ελίας Καζάν που δείχνει τον Μάρλο Μπράντο να τα βάζει με το διεφθαρμένο συνδικάτο των λιμενεργατών.
Οι ίδιες προπαγανδιστικές τεχνικές θα επιβάλλουν στους πολίτες μια «φιλοσοφία ματαιότητας», ότι σημασία έχουν τα τετριμμένα μικρά πράγματα και η κατανάλωση που ενισχύονται με τη δημιουργία «τεχνικών αναγκών» μέσω της μόδας (Νόαμ Τσόμσκι: Δύο ώρες διαύγειας).
Η προπαγάνδα πάει στον πόλεμο!
Σήμερα, και συγκεκριμένα ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας συνοδεύεται από ένα πρωτοφανές «μάρκετινγκ του πολέμου». Όπως αναφέρεται στο βιβλίο Homo americanus, ο Τζέιμς Γουίλκινσον, πρώην βοηθός-διευθυντή Επικοινωνίας του προέδρου Μπους, διορίστηκε εκπρόσωπος Τύπου του αρχηγού των στρατευμάτων στο Ιράκ, στρατηγού Φρανκ. Σύμφωνα με τις δηλώσεις του «Οι πρώτες εικόνες και τα πρώτα ρεπορτάζ αυτής της σύγκρουσης (σ.σ. στο Ιράκ) θα είναι κρίσιμα, αυτά θα δώσουν τον τόνο στο υπόλοιπο της καμπάνιας»! Συνεπώς, ο ρόλος των δημοσιογράφων είναι... κρίσιμος στον πόλεμο! Γι’ αυτό θα πρέπει να ελεγχθούν. Γενικά οι Αμερικανοί κάνουν τα πάντα για να ελέγξουν την παραγωγή των ειδήσεων και των δημοσιογράφων.
Η αμερικανική κυβέρνηση ασκεί έναν πρωτοφανή έλεγχο στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, μετέρχεται πρωτόγνωρες πρακτικές χειραγώγησης και παραπληροφόρησης. Η τακτική του Γκαίμπελς να αποστειρώσει τη γερμανική κοινή γνώμη από κάθε αρνητική πληροφορία ακολουθείται και στις ΗΠΑ. Οι εικόνες στο CNN ιρακινών που δήθεν σείουν με ενθουσιασμό την αστερόεσσα, υποδεχόμενοι τους αμερικανούς στρατιώτες, αυτό είναι δουλειά του Rendon. Αυτός είναι ο άνθρωπος που «πουλάει» τον πόλεμο για λογαριασμό των Αμερικανών. Ο Rendon είναι εκείνος που ίδρυσε το Εθνικό Ιρακινό Κογκρέσο, την περίφημη δηλαδή αντιπολίτευση που θα διαδεχθεί τον Σαντάμ Χουσεϊν στην εξουσία του Ιράκ. Αυτός δημιούργησε, τον Αύγουστο του 2002, το μηχανισμό προπαγάνδας που αποσκοπούσε να πείσει τους λαούς και τις κυβερνήσεις όλου του κόσμου για την αναγκαιότητα της εισβολής στο Ιράκ. Πλήθος οργανώσεων, δημόσιες και ιδιωτικές, επίσημες και μυστικές, επιφορτίστηκαν με το Μάρκετινγκ της εισβολής στο Ιράκ. Κάθε μία από αυτές είχε μία αποστολή που εντάσσονταν σ’ ένα συνολικό σχέδιο. Έτσι, η Επιτροπή για την Απελευθέρωση του Ιράκ είναι επιφορτισμένη με τα μίντια. Ανάμεσα σε δείπνα και προγεύματα, οι δημοσιογράφοι υποτίθεται ότι ενημερώνονται από τους υπεύθυνους του Πενταγώνου ή τους συμβούλους του Προέδρου και διοχετεύουν, εν αγνοία τους ή όχι, ψευδείς πληροφορίες στη διεθνή κοινή γνώμη. Δεν είναι τυχαίο ότι σ’ αυτή την επιτροπή συμμετέχουν δημοσιογράφοι όπως William Kristol, ο πασίγνωστος ιέραξ-γκουρού του Πενταγώνου R. Perle, ο πρώην αντιπρόεδρος της Λόκχιντ, Jackson ή ο πρώην διευθυντής της CIA, Woolsey. Όλοι, αυτοί σε μία πρώτη φάση, συντονισμένοι με μυριάδες ανεξάρτητα υποτίθεται κέντρα έρευνας και «δεξαμενές σκέψης», προσπάθησαν να «περάσουν» το μήνυμα ότι «ελάχιστα ενδιαφέρουν οι επιθεωρήσεις του ΟΗΕ, σημασία έχει η ανατροπή του Σαντάμ Χουσεϊν». Τη σκυτάλη θα πάρει ο Tuker Eskew, του Γραφείου των Πλανητικών Επικοινωνιών του Λευκού Οίκου, που συντονίζει όλους τους εκπροσώπους έτσι ώστε κάθε μέρα να διοχετεύεται μόνο ένα μήνυμα. Από εδώ ξεκινούν οι ψεύτικες φωτογραφίες για τα ιρακινά πυρηνικά εργοστάσια κ.ά.
Το μεγαλύτερο ενδιαφέρον, σύμφωνα με τους New York Times, έχει το Γραφείο Στρατηγικής Επιρροής (OSI) του αμερικανικού Πενταγώνου. Σκοπός του η εξαγορά δημοσιογράφων από φίλιες χώρες για να αρθρογραφούν υπέρ των αμερικανικών θέσεων καθώς και η χρησιμοποίηση κάθε είδους εκδηλώσεων για την υποστήριξη των ΗΠΑ.
Η προπαγάνδα εξαφανίζει τις διαδηλώσεις στη Χιλή και υπερτονίζει τις διαδηλώσεις της αντιπολίτευσης στη Βολιβία, που, αν και μειοψήφησε στις εκλογές, αμφισβητεί το αποτέλεσμα με την ανοιχτή στήριξη της Ουάσινγκτον. Το ίδιο και στη Βενεζουέλα. Παντού το ίδιο. Η προπαγάνδα με την εσωτερική αστική τάξη να συνδέεται με σχέση υποτέλειας με την καπιταλιστική μητρόπολη τελικά επιτυγχάνει το στόχος της. Μέχρι οι πολίτες να γνωρίσουν για μία ακόμα φορά στο πετσί τους την αλήθεια. Η βιωματική διάψευση της προπαγάνδας θα προκαλεί τα ξεσπάσματα όπως στη Χιλή, στο Λίβανο, στο Χαρτούμ, στο Χονγκ Κονγκ …
*Πληροφορίες από το βιβλίο Homo americanus, 2008