«Λατρεμένε μου Καρλ….»
[ Παναγιώτα Ψυχογιού / Ελλάδα / 14.12.18 ]ΤΖΕΝΗ ΦΟΝ ΒΕΣΤΦΑΛΕΝ-ΜΑΡΞ
«Λατρεμένε μου Καρλ…»
μτφρ.: Γιούλη Τσίρου
εκδ.: Ποικίλη Στοά
Σ’ αυτό το βιβλίο, μέσα από 54 επιστολές που γράφει η Τζένη Μαρξ, από το 1839 έως το 1869, ανακαλύπτουμε το ανθρώπινο πρόσωπο, τα συναισθήματα και τις δυσκολίες που αντιμετώπισε στη ζωή του ο Μαρξ, ένας από τους σημαντικότερους διανοητές του κόσμου. Η βαρόνη Ιωάννα Βέρθα Ιουλία Τζένη φον Βεστφάλεν και ο Κάρολος Μαρξ, γνωρίστηκαν όσο ήταν ακόμα παιδιά. Με εκείνη μόλις 4 χρόνια μεγαλύτερη του. Οι δυο τους έγιναν στενοί φίλοι τον καιρό που ήταν έφηβοι. Μοιράζονταν πολλά κοινά όπως την αγάπη τους για τη λογοτεχνία και υπήρξαν μανιώδεις βιβλιοφάγοι, με αποτέλεσμα να γίνουν σύντομα ζευγάρι.
Σύμφωνα με τον Μαρξ, η Τζένη φον Βεστφάλεν ήταν το πιο όμορφο κορίτσι στην πόλη του Trier. Ο Μαρξ, ως έφηβος, είχε πολύ καλές σχέσεις με τον πατέρα της και φίλο του δικού του πατέρα, Λουδοβίκο φον Βεστφάλεν. Συχνά οι δυο άντρες συζήταγαν επί ώρες για φιλοσοφία και αγγλική λογοτεχνία. Ο Μαρξ και η φον Βεστφάλεν παντρεύτηκαν όταν εκείνος ήταν 25 και εκείνη 29 και έκαναν 7 παιδιά, από τα οποία μόλις 3 έφτασαν στην ενηλικίωση, εξαιτίας των δύσκολων συνθηκών διαβίωσης της οικογενείας. Ο μεγάλος φιλόσοφος και κοινωνιολόγος πέρα από την έντονη πολιτική και κοινωνιολογική του δράση, διέθετε και ένα έντονο πάθος για τη γυναίκα του, που ενίοτε αποτύπωνε σε ποιήματα αλλά και στο παρακάτω ερωτικό γράμμα:
«Της καρδιάς μου αγαπημένη:
Σου γράφω και πάλι, επειδή είμαι μόνος και γιατί πάντα με προβληματίζει να έχω διάλογο μαζί σου στο κεφάλι μου, χωρίς να γνωρίζεις τίποτα γι `αυτό ή να έχεις ακούσει γι’ αυτό ή να είσαι σε θέση να απαντήσεις…
Η στιγμιαία απουσία είναι κάτι καλό, επειδή στην σταθερή παρουσία τα πράγματα φαίνονται πάρα πολύ όμοια για να διαφοροποιούνται. Η εγγύτητα συρρικνώνει ακόμη και πύργους, ενώ η μικροαστικότητα και η κοινοτοπία, σε στενή άποψη, αυξάνονται σε πολύ μεγάλο βαθμό. Μικρές συνήθειες, οι οποίες μπορούν φυσικά να ερεθίσουν και να αποκτήσουν συναισθηματική μορφή, εξαφανίζονται όταν το άμεσο αντικείμενο απομακρύνεται από το μάτι. Μεγάλη πάθη, τα οποία λόγω της εγγύτητάς παίρνουν τη μορφή της μικροαστικής ρουτίνας, αναπτύσσονται και λαμβάνουν και πάλι τη φυσική τους διάσταση, λόγω της μαγείας της απόστασης. Έτσι είναι με την αγάπη μου. Θα πρέπει μόνο να σε αρπάξουν μακριά από μένα, ακόμη και σε ένα απλό όνειρο, για να ξέρω αμέσως πως ο χρόνος υπηρετεί μόνο, όπως είναι ο ήλιος και η βροχή για τα φυτά, την ανάπτυξη της.
Τη στιγμή που είσαι απούσα, η αγάπη μου για σένα δείχνει να είναι αυτό που είναι, γιγαντιαία, στην οποία συνωστίζονται όλη η ενέργεια του πνεύματός μου και όλα τα χαρακτηριστικά της καρδιάς μου…
Υπάρχουν πολλές γυναίκες στον κόσμο, και μερικές από αυτές είναι όμορφες. Αλλά πού μπορώ να βρω και πάλι ένα πρόσωπο, του οποίου το κάθε χαρακτηριστικό, ακόμα και η κάθε ρυτίδα, να είναι μια υπενθύμιση από τις μεγαλύτερες και πιο γλυκές αναμνήσεις της ζωής μου; Ακόμη και τους ατελείωτους πόνους μου, τις αναντικατάστατες απώλειες μου, τις διαβάζω στη γλυκιά σου έκφραση, και μ’ ένα φιλί διώχνω μακριά τον πόνο, όταν φιλώ γλυκά το πρόσωπό σου…
Αντίο, καρδιά μου γλυκιά. Φιλώ εσένα και τα παιδιά πολλές χιλιάδες φορές.
Δικός σου, Karl»
Οι δύο νέοι αρραβωνιάστηκαν στα κρυφά το 1836 (ο Μαρξ ήταν σε ηλικία μόλις 18 χρονών) κι ο αρραβώνας του διήρκεσε 7 χρόνια, κατά τη διάρκεια των οποίων ο Καρλ απηύθυνε 4 τόμους με ποιήματα ερωτικών και ρομαντικών εμπνεύσεων προς τη μέλλουσα σύζυγό του. Η μέλλουσα μνηστή του προσπαθούσε συχνά να επαναφέρει τον Καρλ στην πραγματική ζωή προτρέποντάς τον να ασχοληθεί με την επιστημονική έρευνα, καθώς, όπως αναφέρει κι ο Ευγένιος Αρανίτσης στον πρόλογο της ελληνικής έκδοσης των ερωτικών ποιημάτων του Μαρξ,«αντιλαμβανόταν τη φιλοσοφική ιδιοφυΐα του πολύ πιο καλά απ’ ότι την αντιλαμβάνονταν αργότερα ο Χρουτσώφ ή η χήρα του Μάο».
Στο δωμάτιό του έβρισκε κανείς παντού χειρόγραφα και τετράδια με ποιήματα, όπως «Τα Βιβλία του Έρωτα», αφιερωμένα στην Τζένη φον Βεστφάλεν.Αρχίζει να αναζητεί οποιαδήποτε αξιοπρεπή εργασία για βιοπορισμό. Ο Γιουνγκ και ο Οπενχάιμ τον καλούν το 1842 να εργασθεί ως δημοσιογράφος στην «Εφημερίδα του Ρήνου». Το έτος 1843 βρίσκει τον Μαρξ στο Παρίσι να συγγράφει μια μελέτη περί ιουδαϊσμού, την «Εισαγωγή στην κριτική της φιλοσοφία του δικαίου του Χέγκελ» και το «Δοκίμιο κριτικής της Πολιτικής Οικονομίας». Τότε ακριβώς είναι που συνδέεται με τον Φρίντριχ Ένγκελς, τον φίλο που θα τον στηρίξει με όλα τα μέσα ως τον θάνατό του.
Το 1844 γνωρίζει τον Προυντόν και τον (κατόπιν άσπονδο αντίπαλό του) Μπακούνιν, με τους οποίους συνεργάζεται στην εφημερίδα «Vorwärts» («Εμπρός»). Οι γερμανοί ηγεμόνες αντιδρούν λυσσαλέα στα δημοσιεύματά του. Το 1845 εκτοπίζεται στις Βρυξέλλες, όπου τον ακολουθεί και η σύζυγός του Τζένη. Τον Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς, συνοδευόμενος από τον φίλο του Ένγκελς, πηγαίνει στην Αγγλία για να μελετήσει την κατάσταση των εργατών. Επιστρέφοντας και οι δύο στις Βρυξέλλες γράφουν το έργο «Η γερμανική ιδεολογία».Αποπειρώνται να δημιουργήσουν ένα ευρύτερο κομμουνιστικό κίνημα, αλλά ο γερμανός πρέσβης στο Βέλγιο, αντιλαμβανόμενος τον κίνδυνο που εγκυμονούσε το δίδυμο Ένγκελς – Μαρξ για την ήδη εκρηκτική ατμόσφαιρα, ζητεί την εκτόπισή του. Ο Μαρξ βρίσκεται σε διαρκή επαφή με τις εργατικές οργανώσεις σε Αγγλία, Γαλλία και Γερμανία. Το 1848 ολοκληρώνει τη συγγραφή του «Κομμουνιστικού Μανιφέστου».Την ίδια χρονιά συλλαμβάνεται στις Βρυξέλλες μαζί με τη σύζυγό του. Αποφυλακίζεται, όμως, σε λίγες ημέρες και μεταβαίνει στο Παρίσι, όπου έχει κηρυχθεί επανάσταση. Μετά πάει στην Κολονία. Εκεί κατηγορείται για αδικήματα Τύπου και ένοπλη αντίσταση κατά της αρχής. Τον Μάιο του 1849 καταφεύγει και πάλι στη Γαλλία, όπου πλέον η επανάσταση έχει κατασταλεί. Το 1850 τον βρίσκει φτωχό και χωρίς δουλειά. Ζει πλέον από τη συγγραφή των έργων του. Αποφεύγοντας πλέον κάθε ενεργό ανάμειξη στην πολιτική, αφιερώνεται αποκλειστικά στη συγγραφή του μεγαλύτερου έργου του, του «Κεφαλαίου».
Το 1864 τον βρίσκει ξανά στο Λονδίνο για τη δημιουργία της Α’ Διεθνούς. Η Παρισινή Κομμούνα τον βρίσκει στο Λονδίνο, από όπου αποστέλλει στους επαναστάτες οδηγίες και συμβουλές. Στις 30 Μαΐου 1871 συντάσσει την προκήρυξη προς την Κομμούνα. Έχει διαβλέψει ήδη την αποτυχία της. Πιστεύει ότι το κίνημα έπρεπε να έχει στραφεί κατά της νομίμου κυβερνήσεως των Βερσαλλιών, ώστε να μην κλειστούν οι επαναστάτες στο Παρίσι, όπου τελικά και εξοντώθηκαν.Το 1872 είναι 54 ετών, απογοητευμένος και με υγεία που έχει αρχίσει να κλονίζεται. Προτείνει τη μεταφορά της έδρας της Α’ Διεθνούς στη Νέα Υόρκη, αποσύρεται και συνεχίζει τη συγγραφή του «Κεφαλαίου».
Η ζωή του Μαρξ κυλάει με στερήσεις και ταλαιπωρίες, αλλά έχει μοναδικά στηρίγματά του την αγαπημένη του γυναίκα Τζένη Μαρξ και τον αφοσιωμένο φίλο του Φρίντριχ Ενγκελς. «Είμαι ερωτευμένος από την κορυφή ως τα νύχια» γράφει για αυτήν. Η Τζένη είναι η ζωή του. Θεωρεί ότι ο χρόνος δεν είναι σε θέση να πληγώσει την ομορφιά της, η οποία «παραμένει έκπαγλος παρά την προχωρημένη ηλικία». Το 1881, όμως, η Τζένη πεθαίνει από καρκίνο, σε ηλικία 67 ετών. «Ο θάνατός της σκότωσε κάθε κίνητρο ζωής γι’ αυτόν» έγραφε ο Ένγκελς.Έκτοτε η ψυχική και σωματική του υγεία επιδεινώθηκε ραγδαία και ο Καρλ Μαρξ πέθανε δύο χρόνια αργότερα, στις 14 Μαρτίου 1883 στο Λονδίνο, απογοητευμένος, χωρίς καμία ιδιαίτερη αναγνώριση ή ένδειξη ότι αργότερα θα χαρακτηριζόταν ο προφήτης φιλόσοφος που σφράγισε την πορεία της ανθρωπότητας. Τάφηκε στο νεκροταφείο του Χαϊγκέιτ στο Βόρειο Λονδίνο.
Μέσα στις σελίδες αυτού του βιβλίου φανερώνεται ο ερωτευμένος Μαρξ, ο Μαρξ της οικογένειας, των φίλων του, της καθημερινότητας, των αγώνων, των δυσκολιών που αντιμετώπισε. Γράφει στον Ένγκελς για να ζητήσει χάρες εκ μέρους του « Μαυριτανού», εκτελεί χρέη γραμματέως, γράφει στους εκδότες του Μαρξ ή αναφέρεται στις χαρές και τις λύπες της οικογένειας. Μάσα από αυτά τα γράμματα φαίνεται ότι η Τζένη αφοσιώθηκε στον Μαρξ και μοιράστηκε με υπομονή και δύναμη το συγκλονιστικό πεπρωμένο του που έμελλε να αλλάξει τον κόσμο. Υπέφερε, εξορίστηκε, δοκιμάστηκε σκληρά από την ανέχεια, χωρίς να χάσει το καλοπροαίρετο χιούμορ της και την εμπιστοσύνη της στον Μαρξ και στην υπόθεση της εργατικής τάξης. Τα γράμματα αυτά έχουν ενδιαφέρον γιατί αυτή την περίοδο συμβαίνουν στην Ευρώπη κοσμοϊστορικά γεγονότα. Είναι η εποχή που οι λαοί επαναστάτησαν και απείλησαν το πολιτικό και κοινωνικό κατεστημένο ενώ το προλεταριάτο ξεκινά στην Ευρώπη τους αγώνες του για τη διεκδίκηση μιας καλύτερης ζωής.