Κύπρον ου μ' εθέσπισεν: Ανήμερα της εισβολής
[ Ευάγγελος Αυδίκος / Ελλάδα / 19.07.16 ]Ήταν Σάββατο. 20 Ιουλίου 1974. Αργοπορημένο ξύπνημα. Φοιτητικό. Ποδήλατο, βιαστικό πεντάλι ίσαμε την Κυανή Ακτή, της Πρέβεζας. Τόπος που οι νέοι και οι νέες δοκίμαζαν την γοητεία τους. Ο πιο αποδεκτός καλοκαιρινός τρόπος. Η κάθε μέρα άφηνε το υπόλοιπο των λογαριασμών της για την επόμενη. Όμως, αυτό το Σάββατο το υπόλοιπο χάθηκε. Ποτέ του δεν είχε το χρόνο να δοκιμάσει την τύχη του. Κάτω από τις λυγερόκορμες λεύκες λιγοστοί οι λουόμενοι. Απρόσμενα βιαστικοί. Εκεί που μόνο η ματιά πετούσε βιαστικά απλό τον ένα στόχο στον άλλο. Κι όμως. Τα σώματα σκυμμένα μαζεύοντας την ψάθα και την πετσέτα.
Ο ψίθυρος θρόιζε ανάμεσα στις λεύκες. Δυνάμωνε σκορπώντας την ανησυχία. «Οι Τούρκοι μπήκαν στην Κύπρο». Έμεινε η πεταλιά στη μέση. Ένας κόμπος στο λαιμό. Μια ανησυχία που είχε ξεκινήσει στις 15 Ιουνίου όταν ανατράπηκε ο Μακάριος και την εξουσία ανέλαβαν εκείνοι που άνοιξαν τη μεγαλύτερη πληγή στην Κύπρο.
Η Κυανή Ακτή ερήμωσε. Έμεινα μόνος για λίγα λεπτά κάτω από τις λεύκες. Στη μέση του καλοκαιριού η ακτή που λατρεύτηκε από τη νεολαία στη δεκαετία του 1970 ένιωθε την εγκατάλειψη. Ήταν η πρώτη φορά πριν οι νέοι της γυρίσουν ανεπίστρεπτα την πλάτη. Τα αυτοκίνητα άνοιξαν το δρόμο στις μακρινές ακτές.
Όμως, η Κυανή Ακτή έχει ταυτιστεί στη μνήμη μου με τη μεγάλη περιπέτεια του κυπριακού. Λίγες μέρες μετά οι δικτάτορες εγκατέλειψαν την εξουσία. Άφησαν πίσω τους αποκαΐδια. Κάθε χρόνο, στις 20 Ιουλίου, ανήμερα του Προφήτη Ηλία, όταν ο καλοκαιρινός χρόνος παίρνει τούμπα, τα βήματά μου με οδηγούν στην Κυανή Ακτή. Να’ ναι η αναζήτηση της παλιάς δόξας της ακτής; Ίσως, να’ ναι το αίσθημα της ενοχής μιας ολόκληρης γενιάς. Μιας εποχής που νιώθει να βουλιάζει, να πνίγεται στο βούρκο των λαθών της.