Η ταινία συνεχίζεται... στη ζωή

[ Κώστας Καναβούρης / Ελλάδα / 27.11.19 ]

   «Δυστυχώς απουσιάζατε» είναι ο ελληνικός τίτλος της τελευταίας αριστουργηματικής ταινίας του ακούραστου στον κανόνα της αγάπης για τους «κάτω» ανθρώπους, Κεν Λόουτς. Κεντρικός της ήρωας ένας «ουμπεροποιημένος» υπάλληλος εταιρίας ταχυμεταφορών και η οικογένεια του.

Μια σύζυγος (κυριολεκτικά σύζυγος, αφού μαζί στενάζουν υπό τον ίδιο νεοφιλελεύθερο ζυγό μια θλιπτικής οικονομίας–καζίνο) που φροντίζει μοναχικούς ηλικιωμένους, παρατημένους και παραιτημένους, μια μικρούλα κόρη που σωματοποιεί την ανεξήγητη και ακατάπαυστη βιαιότητα της αδιέξοδης και βάναυσης «κανονικότητας» και ένας έφηβος γιος, τυφλά εξεγερμένος (κάτι απόλυτα φυσικό), με όπλο του το σπρέι των γκράφιτι.

Αυτοί είναι οι ήρωες αλλά όχι το θέμα της ταινίας. Θέμα της ταινίας είναι η ζωή. Η ζωή η ίδια. Την στιγμή που γίνεται παρανάλωμα, την στιγμή της ανήμπορης οργής και της ανεπίδοτης λύσσας. Την στιγμή που μαζεύει τα συντρίμμια μιας αγάπης που θέλει ν’ αγαπά και ν’ αγαπιέται γιατί ξέρει πως «η αγάπη είναι ο κανών του τραγουδιού» της. Την ζωή και την αγάπη, όπως είναι εδώ, δίπλα μας και μέσα μας, μας δείχνει ο Κεν Λόουτς κι όχι όπως είναι κάπου αλλού. Εδώ είναι η ταινία, την ζωή την δική μας και των ομοίων μας δείχνει με το μοναδικό γνωστικό εργαλείο που διαθέτει η τέχνη. Τη συγκίνηση. Την εγερσίνοο ταραχή και την εγερσίθυμο σκέψη.

«Sorry we missed you» ο αγγλικός της τίτλος και όπως μου εξήγησαν οι βαθιά αγγλομαθείς φίλοι μου, μάλλον ο Κεν Λόουτς κάνει λογοπαίγνιο αφού το «I missed you» έχει και την σημασία του «σε γράφω…». Αυτή την ζωή δείχνει ο Κεν Λόουτς. Την ζωή που ποτέ δεν είναι εκεί για να αρπάξει την ευκαιρία που της δίνουν οι δυνατοί. Όποτε θέλουν φυσικά, γιατί  «την έχουν γραμμένη». Οπότε η μοναδική ευκαιρία που της δίνεται, είναι να μην προλαβαίνει να είναι εκεί που η ζωή συμβαίνει, γιατί προσπαθεί να πιάσει τη νόρμα της ανύπαρκτης ζωής που της επιβάλλουν.

Θέλω λοιπόν να πω ότι αποσβολώθηκα από την βαναυσότητα πλήθους σχολίων στο διαδίκτυο που βρήκαν την ταινία «μέσα στη μίρλα και την κατήφεια», τον Κεν Λόουτς περίπου στα όρια της καταγγελτικής άνοιας και το σινεμά του αισθητικά πρωτογονικό. Δίκιο έχουν! Διότι αυτό είδαν. «Δεν βλέπουμε αυτό που είναι, βλέπουμε αυτό που είμαστε» λέει ο Φερνάντο Πεσσόα.

Αυτό είναι. Αυτό είδαν, οι κουρασμένοι από την κόπωση που προκαλεί η ελεεινή ευτυχία του μονήρους κόσμου τους, οι ανοικτίρμονες της αδυσώπητης αγάπης του εαυτού τους, οι κεκανονισμένοι επιβεβλημένων συμπερασμάτων, οι πρόθυμοι της αγελαίας συμπόρευσης με την ισχύ, οι δειλοί του «εαυτού εν κατόπτρω», οι οπισθέλκοντες της εξαναστημένης λύπης. Δεν θα μπορούσαν να δουν τίποτε άλλο παρά μίρλα και κατήφεια στην απουσία των αθώων από την ίδια τους τη ζωή.

Είναι μάταιο να ζητάς κάτι παραπάνω απ’ αυτούς. Είναι σαν να ζητάς από τους νεαρούς Ισραηλινούς που ανέβαιναν πάνω στους πύργους παρακολούθησης στην περίμετρο περίφραξης της Γάζας για να δουν χασκογελώντας την σφαγή των Παλαιστινίων, ένα δάκρυ. Ένα δάκρυ για τη ζωή που σφάζεται. Στην ζωή της Παλαιστίνης, του Νιούκαστλ, της Χιλής, της Βολιβίας, της Ουρουγουάης, τη ζωή μέσα στα έρμα σπίτια ταπεινωμένων περιοχών της Αθήνας, της Λέσβου, της Τουρκίας.

Έτσι κι αλλιώς η ταινία του Κεν Λόουτς προβάλλεται αενάως. Καθώς την παρακολουθείς και σε καταλαμβάνει (με την σκηνοθετική ιδιοφυία του) σχεδόν από το πρώτο λεπτό η αγωνία πότε θα συμβεί η «εξαίρεση» που θα πυροδοτήσει την πλοκή, φτάνει το τέλος. Της ταινίας. Όχι της αφήγησης. Στην αφήγηση τέλος δεν υπάρχει, γιατί δεν υπάρχει «εξαίρεση». Δεν υπάρχει γεγονός προς διαχείριση, υπάρχει «κατάσταση» ποιητικής κατηγορίας. Δηλαδή υπάρχει υπαρξιακός προορισμός: Να ζήσεις. Αυτό το όλον που σου απαγορεύουν.

 Γι’ αυτό κλαίει ο κεντρικός ήρωας. Γι αυτό κλαίει η ζωή. Γιατί η ταινία συνεχίζεται. Στο σπίτι. Στον έρωτα. Στη δουλειά. Στους χωρισμούς. Στον αποχαιρετισμό. Στη χαρά. Στην λύπη. Η ταινία συνεχίζεται μέσα στον απέραντο λαό των λυπημένων: Στον δρόμο. Στο μπράτσο με την βελόνα. Στους έμφυλους και σεξουαλικούς διαχωρισμούς της ντροπής. Η  ταινία συνεχίζεται μέσα στη μνήμη του Νικηφόρου Μανδηλαρά, αλλά και του Ζακ Κωστόπουλου. Η  ταινία συνεχίζεται μέσα στις άγριες κραυγές του ουρμπανοποιημένου συμμοριτισμού και τις διατάξεις κατάργησης δικαιωμάτων.

Η ταινία συνεχίζεται, για όσους η ζωή συνεχίζεται έξω τους και, κυρίως, μέσα τους. Για τους υπόλοιπους έχει τελειώσει…