Η σιωπή ταιριάζει στον σοφό αλλά και στον ανόητο
[ Παναγιώτα Ψυχογιού / Κόσμος / 10.04.19 ]
Για τον Χάιντεγκερ στο "ΕΙΝΑΙ και ΧΡΟΝΟΣ", η φλυαρία είναι μια μορφή ή εκδοχή έκπτωσης της ομιλίας. Είναι ο κενός λόγος που σηματοδοτεί την απώλεια του εαυτού: «Η απώλεια τούτη, μέσα στο Είναι των πολλών, προσιδιάζει στην έκπτωση ή στην κατάπτωση της ύπαρξης. Η εν λόγω έκπτωση δεν κατανοείται ως πτώση από μια πρωταρχική, ανώτερη και καθαρότερη κατάσταση ή σφαίρα σε μια υποδεέστερη, κατώτερη, θολή και αμαρτωλή, όπως για παράδειγμα συμβαίνει με τους πρωτόπλαστους, αλλά ως μια έκ-πτωση με το νόημα ότι η ανθρώπινη ύπαρξη πέφτει έξω από τον εαυτό της, ρέει και ρέπει ασταμάτητα προς τη δημοσιότητα. Εάν αυτή η δημόσια πλέον ύπαρξη κατονομάζεται στην αυθεντικότητά της ως διά-λογος, στην αναυθεντικότητά της, ήτοι στην έκπτωσή της, εκδηλώνεται ως φλυαρία, αερολογία.
Η φλυαρία, ως προκύπτει, ανήκει στα δομικά στοιχεία της έκπτωσης: διανοίγει την ύπαρξη στον ορίζοντα κατανόησης των άλλων, συν-εν-νόησης με τους άλλους. Όλα τούτα όμως σε ένα ορισμένο καθημερινό περιβάλλον. Από τη σκοπιά έτσι της ύπαρξης που τελεί σε έκπτωση, η φλυαρία λογίζεται θετικό στοιχείο, γιατί φέρει σε επι-κοινωνία τους ανθρώπους. Από τη σκοπιά όμως της αυθεντικής ύπαρξης, η φλυαρία δεν παράγει νοήματα, δεν εμβαθύνει, δεν ερευνά, δεν στοχάζεται. Τι κάνει; Προχειρολογεί, εκφέρει αβασάνιστες κρίσεις, συμπεριφέρεται ανεδαφικά, μετατρέπει το «κουτσομπολιό» σε αρχή της μαζικής επικοινωνίας. Ως τέτοιος λόγος ωστόσο γίνεται προσιτός στον μέσο άνθρωπο. Συναφώς προσφέρει κάποια δυνατότητα να κατανοεί ο κοινός θνητός φαινόμενα και καταστάσεις, χωρίς καμιά πρότερη οικείωση, γνωριμία με αυτά ή αυτές. Τι σημαίνει αυτό; Πως ο φλύαρος λόγος κινείται στο κατά προσέγγιση, στο περίπου και ως εκ τούτου συνεπάγεται παραποίηση, διαστροφή της αλήθειας. Αδιαφορεί για την ακρίβεια, με αποτέλεσμα να μην έχει καμιά σχέση με την αυθεντική ομιλία, με τη διείσδυση στην ουσία των πραγμάτων, με την αληθινή ερμηνεία. Κατ’ αυτό τον τρόπο νοθεύει την πρωταρχική ουσία της ύπαρξης, καθιστά κίβδηλη την παρ-ουσία του ανθρώπου στον κόσμο και συντελεί στην ολοσχερή αποδιοργάνωση του εαυτού».
Οι πραγματικά φλύαροι άνθρωποι είναι οι εντελώς απομονωμένοι άνθρωποι, από την ίδια τους την ύπαρξη. Στην φλυαρία ως τυπική εκδήλωση μιας «μη αυθεντικής ζωής» αντιπαρατίθεται η ικανότητα της σιωπής. Υπάρχουν πολλές μορφές σιωπής. Η σιωπή της σοφίας που βλέπει την ουσία των φαινομένων, η σιωπή του πόνου που καταργεί τα λόγια, της απογοήτευσης που βλέπει να γκρεμίζονται τα όνειρα, η σιωπή της άγνοιας ή της ντροπής. Η διστακτική, η απελπισμένη, ή ακόμα η άναρθρη «Κραυγή» του Μουνκ.
Η σιωπή αυτή καθεαυτή για την οποία γράφω και που αντιπαρατίθεται στη φλυαρία, δεν είναι αγνωσία, αποξένωση, απόσταση, οργή αλλά γνώση που ταιριάζει και στον σοφό, αλλά και στον ανόητο. Υπάρχει η σοβαρή σιωπή αλλά και μια σιωπή περιπαικτική, η έξυπνη και η ηλίθια, μια σιωπή επιδοκιμασίας, η περιφρονητική σιωπή αλλά και η σιωπή τακτικής. Ασφαλώς, οι σχέσεις των ανθρώπων θα ήσαν πιο καλές, αν η δύναμη των ανθρώπων να σιωπούν ήταν ίση με την δύναμη τους να μιλούν. Συνήθως αυτοί που μιλούν, δεν έχουν πάντα γνώση. Ποτέ ο άνθρωπος δεν έχει πληρέστερη εξουσία στον εαυτό του όσο όταν σωπαίνει, μιλάει λίγο και σκέφτεται πριν πει κάτι. Αυτός που μιλάει δεν γνωρίζει πάντα ενώ αυτός που γνωρίζει μπορεί να σιωπά. Ο έξυπνος σιωπά ενώ ο επιπόλαιος ή ο ανασφαλής λέει πολλά, αναλώνεται σε ρηχές κοινοτοπίες. Η ομορφιά της σιωπής εκπορεύεται από τη δύναμη του σοφού. Ο ανασφαλής θα θέλει διαρκώς να εντυπωσιάζει με περιαυτολογίες και φλυαρίες. Η αποκαθαρκτική ιδιότητα της σιωπής εξαρτάται από την ποιότητα της ψυχής που σιωπά και από την ποιότητα της ψυχής που υποδέχεται το νόημα της σιωπής. Αν εγκαθιδρυθεί η ισορροπία, τότε η σιωπή αναβαθμίζει το επίπεδο των σχέσεών μας.
Η μεγάλη οδύνη και η σοφία είναι σιωπηλές. Η τελειότητα ενός χαρακτήρα είναι ενδεχομένως μια γόνιμη εγκράτεια, ένα είδος αταραξίας που τείνει να καταργήσει τη φιλοδοξία, την περηφάνια, τη ματαιοδοξία, τον εγωισμό, τα πάθη μας. Η σιωπή προκύπτει από αυτού του είδους την «τελειότητα» αλλά και μοναξιά. Πολλές φορές λυπηθήκαμε για αυτά που είπαμε, άλλα ελάχιστες φορές μετανιώσαμε που σωπάσαμε. Σε δυο περιστάσεις ο λόγος είναι προτιμότερος της σιωπής. Όταν κάποιος γνωρίζει τι θα πει και όταν είναι ανάγκη να μιλήσει. Ο Wittgenstein έλεγε ότι για τα πράγματα που δεν μπορείς να μιλήσεις, πρέπει να σωπαίνεις.
Αν υπήρχε λίγο περισσότερο σιωπή, αν μπορούσαμε όλοι να σιωπήσουμε… ίσως θα μπορούσαμε να αναδείξουμε τα καλύτερα συναισθήματά μας. Το να φοβάσαι τη σιωπή, σημαίνει να φοβάσαι τον εαυτό σου.