Η μπαλάντα του Ρίτσαρντ Τζούελ

[ Γεωργία(Γιούλα) Τριγάζη / Κόσμος / 05.02.20 ]

Η δύναμη της καφκικού τύπου εξουσίας στη σύγχρονη κοινωνία, μέσα από την οξυδερκή ματιά του «βετεράνου των γουέστερν και όχι μόνο», Κλιντ  Ίστγουντ.

Στην "μπαλάντα του Ρίτσαρντ Τζούελ", ο ενενηντάχρονος (!) πλέον  Κλιντ Ίστγουντ, συνεχίζει να μας εκπλήσσει ευχάριστα. Με αφορμή ένα πραγματικό γεγονός που έλαβε χώρα στους Ολυμπιακούς της Ατλάντα το 1994, δημιουργεί μια ταινία όπου καταδεικνύει με έναν τρόπο ρεαλιστικό αλλά προπάντων  βαθιά ψυχογραφικό, πώς το οργανωμένο σύστημα, εξουσίας (Εκτελεστικής και Τύπου-παραπληροφόρησης), μπορεί δίχως κανέναν απολύτως ενδοιασμό, να καταρρακώσει την προσωπικότητα ενός ατόμου, που προσέξτε… προέρχεται από τα ίδια της τα σπλάχνα -ενός φύλακα σεκιούριτι εν ολίγοις-,  που ομνύει στο νόμο και την τάξη!

Ο Ρίτσαρντ Τζούελ λοιπόν, είναι ένας χαρακτήρας που ονειρεύεται αλλά και παλεύει εμπράκτως για μια κοινωνία όπου ο νόμος και η τάξη οφείλουν να είναι το υπέρτατο αγαθό, που κανείς δεν δικαιούται να το αμφισβητήσει και να το διαταράξει. Πιστεύει σ’ αυτό με μια αφέλεια, και μια απλοϊκότητα, που περισσότερο εκπλήσσει, παρά ενοχλεί, ακριβώς και λόγω της προσωπικότητας του ήρωα-αντιήρωα! Ο Ρίτσαρντ  ανήκει σε αυτό που είθισται να αποκαλείται  στην Αμερική «white trash» (λευκά σκουπίδια), με την έννοια της κατώτερης οικονομικά τάξης των λευκών, είναι ανύπαντρος, διαθέτει μια προσωπικότητα παιδικόμορφη σχεδόν, και ζει με την ηλικιωμένη μητέρα του. Αυτός ο τύπος λοιπόν, καταφέρνει στους Ολυμπιακούς της Ατλάντα το 1994, να εντοπίσει μια βόμβα και να εκκενώσει ένα ολόκληρο στάδιο με τις ηρωικές του προσπάθειες, ακριβώς λίγα λεπτά πριν εκραγεί, και σώζοντας με τον τρόπο αυτό πολύ κόσμο!

Και ποιο είναι το ζητούμενο; Τη μια μέρα ανακηρύσσεται ήρωας από Εξουσία και Τύπο και λατρεύεται από το… κοινό, και την ακριβώς επομένη ενοχοποιείται ως βομβιστής και τρομοκράτης!!

Για ποιο λόγο; Θα αναρωτηθεί  κάποιος. Χμμ… Όταν το σύστημα αδυνατεί να βρει ενόχους, ψάχνει για την πιο εύκολα προσπελάσιμη λεία τού αποδιοπομπαίου τράγου! Και γιατί να το κάνει αυτό; Έλα μου ντε! Μήπως επειδή πρέπει να αποδεικνύει πάντα την ετοιμότητα και την «ευελιξία» του σε καταστάσεις που στην πραγματικότητα δεν ελέγχει;

 Εν ολίγοις. Όταν δεν βρίσκουμε τον ένοχο, οφείλουμε να τον εφεύρουμε.

Ακριβώς όπως  λοιπόν ο Γιόζεφ Κ. του Κάφκα στην περίφημη «Δίκη», ο Ρίτσαρντ Τζούελ, σύρεται και δια-σύρεται από F.B.I και έναν Τύπο που εκπροσωπείται εδώ από μια δημοσιογράφο μου δεν ορρωδεί  προ ουδενός προκειμένου να «κατασκευάζει» ειδήσεις που «γαργαλούν» το… πόπολο,  –καταναλωτικό κοινό ως είθισται δικαίως εν προκειμένω να ονομάζεται-.

Ο καημένος ο Τζούελ, βρίσκεται από τη μια στιγμή στην άλλη, στη θέση ν’ αποδείξει ότι δεν είναι… ελέφαντας, την ώρα που η οργανωμένη «τάξη πραγμάτων» είναι αποφασισμένη αρχικά να τον παγιδεύσει σε… ομολογίες μη υφιστάμενες, και κατόπιν να τον εξευτελίσει εξοντώνοντάς τον πάνω απ’ όλα ηθικά και βεβαίως και υλικά.

 Όσο για το –πάντα!- «αθώο πλήθος»; Είναι πανέτοιμο εκεί που προσκυνούσε να φτύσει έναν άνθρωπο της τάξης του και της… σειράς του, μόνο και μόνο γιατί δεν τον ευνοεί η κοινωνική του θέση!

Δεν έχει σημασία αν τελικά ο Τζούελ σώζεται, χάρις στις προσπάθειες ενός ξεχωριστού ανθρώπου-δικηγόρου, που είδε σ’ αυτόν μόνο την τιμιότητα του χαρακτήρα και την ταπεινή οικογενειακή του ζωή πλάι στη μητέρα του(εξαιρετική η ηθοποιός που την ερμηνεύει).

Σημασία έχει να δει κανείς τον τρόπο που μια κοινωνία βασισμένη στο «φαίνεσθαι», την «τιμιότητα υπό όρους»  και την υπόγεια διαφθορά, μπορεί εν ριπή οφθαλμού να καταβροχθίσει τα παιδιά της.

Και ο Κλιντ Ίστγουντ, ρεπουμπλικάνος  κι ο ίδιος –αν δεν απατώμαι-, αλλά ευθύς και «ακατέργαστος» από μηχανισμούς παρεκκλίνοντες  το αναδεικνύει αυτό περίτρανα!