Η διαμάχη Καμύ-Σαρτρ
[ Γιώργος X. Παπασωτηρίου / Ελλάδα / 07.11.22 ]Ήταν ένα περίεργο ζευγάρι. Ο Άλμπερτ Καμύ ήταν ένας γοητευτικός άντρας που γεννήθηκε σε συνθήκες φτώχειας. Ο Σαρτρ, αριστοκρατικής καταγωγής αλλά κακάσχημος. Ο Σαρτρ ήταν πρωτίστως γάλλος, ο Καμύ συμπεριφερόταν πρωτίστως ως Ευρωπαίος. Ηταν επιπλέον μεσογειακός ως ευαισθησία. Μεγάλωσε σε μία φτωχή οικογένεια, ενώ η μητέρα του αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα υγείας (κώφωση). Όπως μας διηγείται ο ίδιος: «…Δεν έμαθα την ελευθερία στα κείμενα του Μαρξ. Την έμαθα στη μιζέρια. ».(Επικαιρότητες Ι)
Ο Σαρτρ και ο Καμύ συναντήθηκαν για πρώτη φορά τον Ιούνιο του 1943 στο Παρίσι, στην πρεμιέρα του θεατρικού έργου του πρώτου, Οι μύγες, εμπνευσμένου από την Ορέστεια και με ποικίλους συμβολισμούς όσον αφορά την αντίσταση στους γερμανούς κατακτητές. Έγιναν γρήγορα φίλοι. Η συνάντηση αυτή σηματοδότησε την απαρχή μιας φιλίας, η οποία εν τούτοις επτά χρόνια αργότερα θα κατέληγε σε ανοιχτή σύγκρουση για το θέμα της προτεραιότητας της ελευθερίας ή της ισότητας.
Τον Οκτώβριο του 1951, ο Καμύ δημοσίευσε τον «Επαναστατημένο άνθρωπο».
Η «φιλοσοφία της εξέγερσης» του Καμύ επεσήμαινε ότι «η ελευθερία χωρίς δικαιοσύνη είναι η αγριότητα του πιο ισχυρού. Και η δικαιοσύνη χωρίς ελευθερία είναι η κυριαρχία του συρματοπλέγματος.»
Ο Σάρτρ διαφωνεί. Κάτω από τον καπιταλισμό και τη φτώχεια, οι εργάτες δεν μπορούν να είναι ελεύθεροι. Ο κομμουνισμός επιτρέπει σε κάθε άτομο να ζήσει χωρίς ουσιαστική ανάγκη και ως εκ τούτου να είναι ελεύθερος. Το πρόβλημα είναι ότι, για τον Σαρτρ και πολλούς άλλους στην Αριστερά, ο κομμουνισμός απαιτούσε επαναστατική βία επειδή η υπάρχουσα τάξη έπρεπε να ανατραπεί. Στη δεκαετία του 1930 και στις αρχές της δεκαετίας του ’40, η Αριστερά ήταν προσωρινά ενωμένη ενάντια στον φασισμό. Με την καταστροφή του φασισμού, επέστρεψε η ρήξη μεταξύ αριστερών που επιδοκίμαζαν τη βία και αυτών που την καταδίκαζαν. Με τη δημοσίευση του Επαναστατημένου ανθρώπου, ο Καμύ τασσόταν υπέρ ενός ειρηνικού σοσιαλισμού που δεν θα επέμενε στην επαναστατική βία.
Η διαφωνία μεταξύ των δύο φίλων δημιούργησε αίσθηση. Το περιοδικό Les Temps Modernes τον κατηγόρησε «για ασαφή ανθρωπισμό, για αποϊστορικοποίηση των εξεγέρσεων και των επαναστάσεων και θεοποίηση του ανθρώπου, για αδυναμία αντίληψης της διαλεκτικής των επαναστάσεων -με αποτέλεσμα το έργο του να είναι η ψευδο-φιλοσοφία μιας ψευδο-ιστορίας των επαναστάσεων», όπως έγραφε ο στενός συνεργάτης του Σαρτρ, Φρανσίς Ζανσόν. Ο Σαρτρ, ο οποίος εξέλαβε το βιβλίο του Καμύ ως έμμεση επίθεση εναντίον του, δημοσίευσε μια εικοσασέλιδη αρνητική κριτική, και άλλες τριάντα σελίδες έγραψε ο Ζανσόν, όπου εξηγούσε γιατί η εν λόγω κριτική ήταν δίκαιη απέναντι στο έργο του Καμύ. Ο Καμύ έγραψε μιαν απάντηση που δεν την έστειλε στο περιοδικό ποτέ. Επέλεξε τη σιωπή.
Στον Επαναστατημένο Άνθρωπο ενισχύονται και καταρρίπτονται ταυτόχρονα οι διάφορες ιδεολογίες, οι διάφορες εξεγέρσεις και επαναστάσεις που ξέχασαν τον λόγο ύπαρξής τους και στη συνέχεια ακολούθησαν τον δρόμο εκείνον που ενίσχυε την καταπίεση αντί να την εξαλείψει. Εναντιώθηκε στην δικτατορία του Φράνκο, στον φασισμό, στον ναζισμό, αλλά και στο κομμουνιστικό καθεστώς (ήταν μέλος του κομμουνιστικού κόμματος για έναν χρόνο). Το ερώτημα που απασχολεί τον Καμύ, και που εμφανίζεται σχεδόν σε κάθε σελίδα του «Επαναστατημένου ανθρώπου», είναι το πώς ο άνθρωπος που εξεγείρεται δίκαια εξοικειώνεται έπειτα με το έγκλημα και το γιατί οι επαναστάσεις κατέληξαν σε νέες δεσποτικές και τυραννικές εξουσίες.
Ο Σαρτρ αν και ποτέ δεν εντάχθηκε στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Γαλλίας, θα συνεχίσει να υπερασπίζεται τον κομμουνισμό μέχρι το 1956, όταν οι σοβιετικοί εισέβαλαν στη Βουδαπέστη. Παρόλο που ο Σαρτρ απομακρύνθηκε από την ΕΣΣΔ, ποτέ δεν εγκατέλειψε εντελώς την ιδέα ότι θα μπορούσε να δικαιολογηθεί η επαναστατική βία καθώς υποστήριξε τον Μάο αργότερα.
Ο Καμύ έγραφε: «επιλέγω την ελευθερία. Γιατί ακόμη και αν η δικαιοσύνη δεν πραγματοποιηθεί, η ελευθερία διατηρεί τη δύναμη της διαμαρτυρίας ενάντια στην αδικία και διατηρεί την επικοινωνία ανοιχτή». Ο Καμύ υπερασπίζεται την αξία της ανθρώπινης ζωής και της ελευθερίας. Στην ιδέα ότι το τίμημα για την εγκαθίδρυση του βασιλείου της ελευθερίας πρέπει να πληρωθεί με τη ζωή όσων θέλουν να διατηρηθεί η παλαιά κοινωνία, ο Καμύ αντιτάσσει την ιδέα της εξέγερσης ως πάλης για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, για ένα κόσμο στον οποίο οι άνθρωποι δεν θα δολοφονούνται και δεν θα εξοντώνονται, προκειμένου να επιτευχθούν πολιτικοί σκοποί.
Ο Σαρτρ έγραφε αποχαιρετώντας τον: «Άλλοι πεθαίνουν γέροι, άλλοι πάλι (πάντα με αναστολή) μπορούν να πεθάνουν οποιαδήποτε στιγμή χωρίς να αλλάξει το νόημα της ζωής τους, το νόημα της ζωής γενικότερα. Έχουμε όμως ανάγκη οι καλύτεροι από εμάς άνθρωποι να φτάνουν ως το τέρμα της σήραγγας. Σπάνια ο χαρακτήρας ενός έργου και οι συνθήκες της ιστορικής στιγμής απαιτούσαν με τόσο ξεκάθαρο τρόπο να ζήσει ένας συγγραφέας».
Ο Σαρτρ πίστευε ότι οι σταλινικές εκκαθαρίσεις ήταν ένα “λάθος” ενώ ο Καμύ πίστευε ότι ήταν εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Ο Καμύ στρατευμένος ενάντια σε κάθε μορφής καταπίεση, απορρίπτει τη βία από όπου και αν αυτή προέρχεται.
Ποιος είχε δίκιο;