Η 11/9 και η διαρκής κατάσταση έκτακτης ανάγκης
[ Γιώργος X. Παπασωτηρίου / Ελλάδα / 11.09.21 ]Η 11/9/2001 είναι ένα σημείο καμπής για την νεότερη παγκόσμια ιστορία. Η υπερδύναμη χτυπήθηκε καίρια. Αλλά μαζί «χτυπήθηκε» και η φιλελεύθερη «αστική δημοκρατία». Η «κατάσταση έκτακτης ανάγκης» επιβλήθηκε αρχικά στις ΗΠΑ και από εκεί σε ολόκληρο τον κόσμο. Η κατάσταση «εξαίρεσης» έγινε μια διαρκής κατάσταση, νομιμοποιώντας τον απολυταρχισμό. Ο φόβος έγινε η κινητήρια αρχή της μεταπολιτικής του νεοφιλελευθερισμού: φόβος έναντι των τρομοκρατών, φόβος έναντι των αντιπάλων, τρόμος έναντι των ξένων, των προσφύγων και των μεταναστών, φόβος της εγκληματικότητας, τρόμος όλων έναντι όλων. Η κορύφωση του απολυταρχισμού θα συμβεί με την «επίθεση του κορονοϊού». Η παρακολούθηση και ο έλεγχος θα γενικευθεί με την υγειονομική κρίση και η βιοπολιτική θα κυριαρχήσει.
Η κατάσταση της εξαίρεσης είναι η αρχή σύμφωνα με την οποία το κράτος μπορεί να σταθεί τόσο εντός όσο και έξω από τη νομική τάξη ταυτόχρονα. Αυτό είναι το παράδοξο της κρατικής εξουσίας, ότι η κυριαρχία παρέχει τα θεμέλια της έννομης τάξης και, ακριβώς λόγω αυτού του γεγονότος, έχει επίσης την εξουσία να την αναστέλλει. Ως εκ τούτου η αρχή της κυριαρχίας συνίσταται στην εξουσία του κράτους για την αναστολή του κανονικού νομικού συστήματος και την κήρυξη κατάστασης έκτακτης ανάγκης. Στην κατάσταση της έκτακτης ανάγκης η κρατική εξουσία μπορεί να δράσει με ατιμωρησία και σε μια ζώνη ακαθοριστίας στην οποία οι κανονικοί νομικοί περιορισμοί και προστασίες δεν ισχύουν πλέον. Εάν αυτή η κατάσταση εξαίρεσης είναι η θεμελιώδης αρχή της κρατικής εξουσίας, τότε ο νόμος δεν προσφέρει καμία προστασία από αυτή. Ο νόμος, δηλαδή, υποχωρεί μπροστά στην κυριαρχία. Αυτός ο χώρος της εξαίρεσης επίσης χαρακτηρίζεται από μια ορισμένη βία. Αυτό το σημείο τομής της βίας, του δικαίου και της κυριαρχίας είναι κεντρικό στην κριτική του κράτους, στο οποίο η θεωρία του κοινωνικού συμβολαίου αποδεικνύεται ψευδής. «Απολυταρχισμός, υπερβολές και βία», αυτή είναι σήμερα η κριτική -ακόμα και εκ των έσω- που ασκείται στην αντιτρομοκρατική πολιτική των ΗΠΑ, που τελικά απέτυχε, όπως δείχνει εμφατικά η αποχώρηση από το Αφγανιστάν.
Σε άρθρο του στην βρετανική εφημερίδα The Guardian ο David Runciman, καθηγητής πολιτικής επιστήμης στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ, σημειώνει ότι η «έκτακτη ανάγκη» μπορεί να περιλάβει περισσότερες «καταστάσεις εξαίρεσης» από ό,τι ένας πόλεμος με ορατό ή αόρατο εχθρό (όπως ο κορονοϊός) και να αποκαλύψει το δημοκρατικό έλλειμμα ή την μεταλλαγή της δημοκρατίας σε ένα ιδιότυπο αυταρχικό πολίτευμα με δημοκρατική επίφαση. Ο Runciman θεωρεί ότι αυτό που ζούμε σήμερα δεν είναι η αναστολή της πολιτικής δημοκρατικής διαδικασίας, αλλά «η απομάκρυνση του επάνω στρώματος της πολιτικής ζωής για να αποκαλύψει κάτι πιο ακατέργαστο από κάτω»! Και συνεχίζει ο καθηγητής: «Σε μια δημοκρατία τείνουμε να σκεφτόμαστε την πολιτική ως μία αντιπαράθεση μεταξύ διαφορετικών κομμάτων προκειμένου να κερδίσουν την υποστήριξή μας. Επικεντρωνόμαστε στο ποιος και ποια, ποιοι είναι οι υποψήφιοι, τι μας προσφέρουν, ποιον ευνοούν. Θεωρούμε τις εκλογές ως την απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα. Όμως, οι μεγαλύτερες ερωτήσεις σε οποιαδήποτε δημοκρατία είναι πάντα για το πώς θα ασκούν οι κυβερνήσεις τις εξαιρετικές εξουσίες που τους δίνουμε. Και πώς θα ανταποκριθούμε όταν τις εφαρμόσουν». Σήμερα, όπως έγραφε ο Χόμπς, "η εξουσία του πολιτικού καθεστώτος είναι να έχει τη δύναμη ζωής και θανάτου πάνω στους πολίτες. Ο μόνος λόγος που θα μπορούσαμε να δώσουμε σε κάποιον αυτή την εξουσία είναι επειδή πιστεύουμε ότι είναι το τίμημα που πληρώνουμε για τη συλλογική μας ασφάλεια. Αλλά σημαίνει επίσης ότι αναθέτουμε αποφάσεις για τη ζωή και το θάνατο σε ανθρώπους που τελικά δεν μπορούμε να ελέγξουμε.". Από εδώ προκύπτει το δημοκρατικό κενό, από την αδυναμία δημοκρατικού ελέγχου.
Η κατάσταση έκτακτης ανάγκης γίνεται συνήθως «διαρκής» και τα προσωρινά μέτρα που θα παρθούν τώρα θα συνεχίσουν να εφαρμόζονται και στο μέλλον. Αυτό υποστηρίζει από την πλευρά ο συγγραφέας Γιουβάλ Νώε Χαράρι, καθηγητής του τμήματος ιστορίας στο Εβραϊκό Πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ, που περιγράφει με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες σε ποιον κόσμο θα ζήσουμε μετά την πανδημία. Το «θα δούμε μετά την κρίση», που λένε κάποιοι, δεν λαμβάνει υπόψη την πολιτική διάσταση της πανδημίας και των μέτρων. Ότι δηλαδή Οι αποφάσεις που θα λάβουν οι "κυβερνήσεις τις επόμενες εβδομάδες πιθανώς θα διαμορφώσουν τον κόσμο για τα επόμενα χρόνια, όχι μόνον τα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης, αλλά και την οικονομία μας, την πολιτική και τον πολιτισμό.", γράφει ο Χαράρι στους Financial Times. Από εδώ προκύπτουν οι αντιδράσεις, τις οποίες, παραδόξως, οικειοποιείται η ακροδεξιά! Ενώ η Αριστερά εγκλωβίζεται σε μια στείρα και περιορισμένη αντιπαράθεση «εμβολιαστών-αντιεμβολιαστών», χάνοντας το δάσος για το δέντρο…