Μαριαλένα Σπυροπούλου
Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 13.07.2022
Με τον λιτό τίτλο «Αυτές», η συγγραφέας και δημοσιογράφος στο χώρο του βιβλίου Ευγενία Μπογιάνου μας παραδίδει 24 ιστορίες γυναικών. Λιτές, αφαιρετικές και αυτές, περιγράφουν στην κόψη μιας λεπίδας, του χρόνου, ενός ονείρου, μιας σαρκικής επαφής, μιας ταπείνωσης και μιας κούρασης, γυναικείες επαναστατικές στιγμές. Οι ηρωίδες της είμαστε εμείς σε συνειδητό και ασυνείδητο επίπεδο. Είναι η γυναικεία ιστορία ειπωμένη μέσα από μια λεπτεπίλεπτη αφηγηματική ποιητικότητα που περιγράφει μερικά, υπονοεί τα περισσότερα. Κυρίως αφήνει να εννοηθεί και επιπλέον να ακουστεί ότι η γυναίκα είναι όσα δεν βλέπουμε, η δύναμή της κρύβεται στο άφατο, στο αόρατο. Τα μικρά ποιητικά κείμενα της Μπογιάνου κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Πόλις.
– Ποιες είναι «αυτές», μπορείτε να μας τις συστήσετε;
– «Αυτές» είμαστε όλες εμείς και η καθεμία χωριστά. Ξεκινώντας από την παιδική ηλικία, περνώντας στην εφηβεία, τη νεότητα, την ωριμότητα και κατόπιν το γήρας, επιχείρησα να μιλήσω για όλα τα στάδια στη ζωή μιας γυναίκας. Για να τονίσω ακριβώς αυτήν την κατάσταση ανωνυμίας, επιλέγω να μην ονοματίζω τις ηρωίδες, αλλά να τις προσφωνώ μόνο με τα αρχικά του ονόματός τους. Από την Α. μέχρι την Ω., όσα και τα γράμματα της αλφαβήτου, αλλά θα μπορούσε ο κατάλογος να είναι πολύ μεγαλύτερος. Εικοσιτέσσερα πρόσωπα σαν ένα που μπορεί να μεταμορφώνεται από διήγημα σε διήγημα. Με άλλα λόγια, η άχρονη, ανώνυμη γυναίκα η οποία παλεύει να υπάρξει, όχι με τον τρόπο που της επιβάλλουν ή της υποδεικνύουν, αλλά επιλέγοντας η ίδια την πορεία, τα λάθη και τα πάθη της.
– Διαβάζοντας τα μικρά σας διηγήματα, μου ήρθε στο νου ο στίχος της Κικής Δημουλά: «αν μετρήσετε με πόσους συμβιβασμούς συζούμε, θα καταλάβετε ότι η επιβίωση είναι μια σπουδαία ηθοποιός, με ιδιαίτερη ευχέρεια να υποδέχεται την αντοχή». Όλες οι ηρωίδες σας βιώνουν τον συμβιβασμό, δεν τον αντέχουν όμως όλες. Οι γυναίκες πώς επιβιώνουμε; Και τελικά πώς αξιωνόμαστε την προσωπική επιλογή ζωής;
– Όλες οι ηρωίδες, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, αντιδρούν. Είτε κόβοντας τα δεσμά με ό,τι τις καταπιέζει, είτε σαρκάζοντας, είτε κάνοντας κακό στον ίδιο τον εαυτό τους ως έσχατη αυτοκαταστροφική λύση, «ξεφεύγουν» από ό,τι τις περιορίζει. Με όποιο κόστος.
Ακόμη και σήμερα που πολλά βήματα έχουν γίνει και πολλά έχουν αλλάξει, δεν είναι καθόλου εύκολο να είσαι ελεύθερη γυναίκα. Και πολύ περισσότερο ελεύθερη θηλυκότητα. Που σημαίνει ελεύθερος άνθρωπος. Τα στερεοτυπικά πρότυπα που μας περιορίζουν μέσα σε μια ωραιοποιημένη κενή εικόνα καλά κρατούν. Άλλες φορές απροκάλυπτα, άλλες πάλι υπόγεια. Αλλά «θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία». Και αντοχές.
– Υπάρχει μια επαναστατικότητα, μια ανάγκη ανατροπής, μια βουβή ή και φανερή αντίδραση σχεδόν σε όλες τις ηρωίδες, ανεξαρτήτως ηλικίας. Υπάρχει η ανάγκη σήμερα να πάμε σε κάτι κόντρα;
– Πιστεύω πως πάντα υπάρχει η ανάγκη ρήξης με το παρελθόν. Η ρήξη ανήκει κι αυτή στα εργαλεία γνώσεως. Αλλά και επειδή καμία κατάκτηση, κανένα απόκτημα δεν θεωρείται δεδομένο. Κοιτάξτε τι έγινε στην Αμερική, με την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου για τις αμβλώσεις που μας γυρνάει πίσω πενήντα χρόνια. Δηλαδή τι; Για ποια αυτοδιάθεση και για ποια ελευθερία μιλάμε; Είναι δυνατόν να μην μπορείς να ορίσεις το σώμα σου; Και οι γυναικοκτονίες; Χάνονται τόσες γυναίκες, μόνο και μόνο επειδή μια ναρκισσιστική πατριαρχική βαρβαρότητα δεν μπορεί να αναγνωρίσει το δικαίωμά τους στην επιλογή. Δηλαδή στην αυτοδιάθεση.
«Πιστεύω πως τη σπουδαία κριτική τη γεννούν τα σπουδαία κείμενα».
– Γράφετε χρόνια λογοτεχνία αλλά και κριτική. Δυσκολεύει το ένα το άλλο; Αντέχετε να κρίνετε αρνητικά; Ο χώρος είναι μικρός.
– Θα έλεγα πως το ένα τροφοδοτεί το άλλο. Για να γράψεις κριτική, βασική προϋπόθεση είναι το προσεκτικό αφοσιωμένο συνεχές διάβασμα. Πρέπει να σκύψεις με τρυφερότητα και απόλυτη, άνευ όρων, διαθεσιμότητα πάνω στο κείμενο ενός άλλου. Να συνδιαλεγείς με το κείμενο, να αντλήσεις από αυτό, να σκεφτείς πάνω σε αυτό και, στο τέλος, να γράψεις, να συνομιλήσεις δηλαδή μαζί του. Η διαδικασία όμως της ανάγνωσης, η εμβάθυνση σε κείμενα άλλων, τροφοδοτεί ή θα έπρεπε να τροφοδοτεί και την ίδια την διαδικασία της γραφής. Γιατί τίποτα δεν είναι αυθύπαρκτο, τίποτα δεν γεννιέται από μόνο του. Βέβαια δεν πρέπει να υπάρχει ταύτιση των δύο ρόλων καθώς, όταν πρόκειται για κριτική, η ευφορική ελευθερία της συγγραφής δίνει τη θέση της σε μια πιο αποστασιοποιημένη προσέγγιση η οποία ακουμπάει πάνω σε κανόνες, όχι απαράβατους αλλά σίγουρα κανόνες και το αντίστροφο.
Όσο και αν, εν πολλοίς, ισχύει η παροιμία «Κακό χωριό τα λίγα σπίτια», θα έλεγα χαριτολογώντας, πως μια κακή κριτική δεν είναι, κατ’ ανάγκη, «καλή» κριτική. Καλή κριτική, κατά την γνώμη μου, είναι εκείνη που δεν ξεχνά πως συνδιαλέγεται με ένα αυτούσιο έργο τέχνης.
Προσωπικά, ακριβώς επειδή συνομιλώ με το κρινόμενο κείμενο, αντλώ και μαθαίνω από εκείνο, δεν θα έγραφα με τη λογική απλά και μόνο να αποδομήσω. Προσπαθώ, παραδίδοντας κάποια κλειδιά, να προτείνω ένα είδος προσέγγισης και ίσως ερμηνείας του κειμένου, γνωρίζοντας πως ο κριτικός λογοτεχνίας είναι κι ο ίδιος ένας άνθρωπος που ορίζεται από την γραφή του, που τα χαρακτηριστικά του συνθέτονται από τα κείμενά του. Πιστεύω ακόμη πως την σπουδαία κριτική την γενούν τα σπουδαία κείμενα.
– Σήμερα τι θα λέγατε στις κόρες μας, στις έφηβες γυναίκες που ετοιμάζονται; αλλά και στις νέες συγγραφείς που ονειρεύονται;
– Στις έφηβες κόρες μας θα έλεγα να μην παραχωρούν ούτε πόντο αυτονομίας και αυτοδιάθεσης σε κανέναν και για κανέναν λόγο. Να διεκδικούν την ελευθερία τους, σεβόμενες την ελευθερία και τις επιλογές του Άλλου. Να διεκδικούν και να αγαπούν την γνώση επίσης, καθώς αυτή είναι συνήθως το εφαλτήριο για την χειραφέτηση. Να αγαπούν, αδιαπραγμάτευτα, το σώμα και τον εαυτό τους.
Στις νέες συγγραφείς τώρα, θα έλεγα πως, όσα κι αν είναι τα εμπόδια, κανένα δεν πρέπει να είναι ικανό να τις σταματήσει. Αρκεί να υπάρχει εκείνο το διαβρωτικό ύπουλο σαράκι που σε τριβελίζει και σε κινητοποιεί και δεν σε αφήνει να ησυχάσεις. Που σε κάνει να πιστεύεις πως, δίχως την γραφή, δεν ανασαίνεις.