Ο «Εμφύλιος» του Ινδαρέ και o Angelus Novus

[ Γιώργος X. Παπασωτηρίου / Ελλάδα / 24.12.19 ]

«Εμφύλιο έχουμε; Όλοι ίδιοι είστε». Η ρήση του απελπισμένου, θυμωμένου και συνάμα έκπληκτου Ινδαρέ την ώρα που οι δυνάμεις της βαρβαρότητας δέρνουν τα παιδιά του, αποτυπώνει την ιδεολογική και ψυχολογική κατάσταση της ελληνικής μεσαίας τάξης, αυτής που κοιτάζει τη δουλειά της και διαμορφώνει γνώμη για την πραγματικότητα από τα δελτία του ΣΚΑΪ. Ο Ινδαρές μέχρι εκείνη τη στιγμή πίστευε ότι "οι δυνάμεις της τάξης" «έκαναν τη δουλειά τους» απέναντι στη «βία και την ανομία», ότι ήταν «φίλιες δυνάμεις»! Η ψευδής εικόνα για την πραγματικότητα διαλύθηκε από την ίδια την πραγματικότητα. Και του αποκαλύφθηκε με οδυνηρό τρόπο ότι η κρατική βία δεν κάνει διακρίσεις και επιπίπτει σε όσους την αμφισβητούν. Ακόμα περισσότερο όταν την εγκαλούν για… παρανομία.

Κάποιος θα νόμιζε πως ότι συνέβη στην οικογένεια Ινδαρέ είναι κάτι μεμονωμένο και περιστασιακό. Λάθος! Η εξουσία, που με τη βίαιη ρητορική και πρακτική της επιχειρεί να τρομάξει τους αντιπάλους της, η ίδια εξουσία τρομοκρατεί και τους οπαδούς της. Κι αυτό γιατί σύμφωνα με την πολιτική θέση των νεοφιλελεύθερων κυβερνήσεων στην Ελλάδα, στη Χιλή, στην Κολομβία, στη Βολιβία, το Χονγκ Κονγκ, το Εκουαδόρ, το Παρίσι και αλλού, η κοινωνική συνοχή μπορεί να υπάρξει μόνο στη βάση του φόβου, μόνο με την καταστολή και τη βία. Έτσι, όμως, η πολιτική ως πεδίο διαπραγμάτευσης και εξομάλυνσης των κοινωνικών αντιθέσεων συρρικνώνεται, η ίδια η Δημοκρατία περιορίζεται, ο ίδιος ο άνθρωπος γίνεται "αόρατος" προκειμένου να αποφύγει την τυφλή βία της καφκικής εξουσίας. Σύνηθες πρόσχημα αυτών των περιορισμών των πολιτικών και ατομικών δικαιωμάτων είναι «η κατάσταση εξαίρεσης», η δήθεν «έκτακτη ανάγκη». Κατ’ αυτόν τον τρόπο, όμως, η δημοκρατία δεν έχει καμιά σχέση με τη δημοκρατία και η πολιτική γίνεται μία μεταπολιτική, που δεν έχει καμία σχέση με την πολιτική, καθώς αποσκοπεί σε «μια τρομαγμένη σύμπραξη τρομαγμένων ανθρώπων». Η κοινωνική συνοχή διασφαλίζεται μόνο με το φόβο και οι πολίτες είναι οι σκιαγμένοι νοικοκυραίοι που φοβούνται ακόμα και τον ίσκιο τους. Σ' αυτό το έδαφος φύονται οι ελίτ και ο ολιγαρχικός βοναπαρτισμός ως μορφή διακυβέρνησης.

Γενικά, ο φόβος έχει καταστεί η κινητήρια αρχή της μεταπολιτικής του νεοφιλελευθερισμού: φόβος έναντι των αντιπάλων, τρόμος έναντι των ξένων, των προσφύγων και των μεταναστών, φόβος της εγκληματικότητας, τρόμος όλων έναντι όλων. Αυτό εισπράττεται από τον κάθε Δ. Ινδαρέ ως εμφύλιος. Οι μπάτσοι, αυτοί που θεωρούσε «φίλιες δυνάμεις», επιτίθενται στα παιδιά του, τα ξυλοφορτώνουν, τα εξευτελίζουν και όλους μαζί τους τυλίγουν σε μία κόλλα χαρτί με ψεύτικες κατηγορίες και τους στέλνουν στην άλλη εξουσία, την Δικαιοσύνη. Το μήνυμα της εξουσίας προς εχθρούς και φίλους είναι ένα: «Τυφλή υπακοή»! Οι εικόνες των τυφλών του Παρισιού και των νεκρών της Χιλής επισείονται ως αποτρεπτικό παράδειγμα. Οι λεκτικοί βιασμοί, οι εξευτελισμοί, τα δημόσια ξεβρακώματα, το άγριο ξύλο, η τρομοκρατία άρχισαν ήδη και εδώ.

Βέβαια, η τρομοκρατία υπηρετείται το ίδιο καλά και από τα μίντια του συστήματος και τους υπηρέτες του που δραματοποιούν-σκηνοθετούν το «καλό και το κακό», διαμορφώνοντας αναλόγως την τρομοκρατημένη κοινή γνώμη. Η περίπτωση του συντηρητικού Δ. Ινδαρέ που παρουσιάστηκε σχεδόν ως «ακροαριστερός τρομοκράτης» δείχνει την σύμπραξη της δημοσιογραφικής αλητείας με τη βία της κρατικής εξουσίας.  

Που οδεύουμε;

Ο Μπένγιαμιν παρουσιάζει την εικόνα του αγγέλου της ιστορίας, βασισμένη στον πίνακα του Klee, Angelus Novus. Ο άγγελος αυτός  ωθείται από μια θύελλα προς μια καθορισμένη κατεύθυνση, προς το μέλλον. Η θύελλα αυτή είναι  τόσο δυνατή που παγιδεύει τα φτερά του αγγέλου και δεν του επιτρέπει να τα κλείσει, δηλαδή να σταματήσει την προκαθορισμένη και ιλιγγιώδη πορεία της ιστορίας προς το μέλλον. Υπ’ αυτή την οπτική, η Χιλή είναι η προοπτική μας. Στην αλληγορία του Angelus ο Μπένγιαμιν μας προτείνει  να τραβήξουμε το φρένο της ιστορίας, να σταματήσουμε αυτή την κίνηση που οδηγεί στην καταστροφή και να δώσουμε ριζικές λύσεις τώρα. Εάν η Aριστερά δεν διατυπώσει με σαφήνεια τους στόχους της είναι πολύ πιθανό να πάψει να παίζει το ρόλο μιας επαναστατικής και απελευθερωτικής εναλλακτικής λύσης και να καταστεί μια απατηλή εναλλακτική λύση στο σύστημα της αγοράς. Το είδαμε στη Βρετανία και αλλού. Η Αριστερά οφείλει να δίνει απαντήσεις σε ερωτήματα όπως ποιος είναι ο άνθρωπος, ποια η αλήθεια, και ποιο το νόημα της ανατροπής που θα μετατρέψει τον άνθρωπο σε υποκείμενο της ιστορίας, σε συνειδητό πολίτη. Να μπορεί να δει την κρίση ως ιστορική ευκαιρία για να δημιουργήσει νέα πολιτική, νέες κοινωνικές σχέσεις, νέο τρόπο σκέψης και νέες μορφές πολιτικής συστράτευσης. Η Αριστερά δεν μπορεί να εμμένει στην εξαπάτηση ή στην συγκυρία γιατί χάνει την απελευθερωτική της δύναμη.

Σε αυτή την μεταηρωική εποχή κάθε άνθρωπος οφείλει να αποτινάξει το φόβο και να μετατραπεί σε υποκείμενο. Στην «Φαινομενολογία του Πνεύματος», κύριος του εαυτού του είναι εκείνος που δεν φοβάται να θέσει σε κίνδυνο τη ζωή του, που είναι πρόθυμος να πεθάνει για την ελευθερία του. Αντίθετα, ο σκλάβος τρέμει για τη ζωή του και δέχεται, προκειμένου να παραμείνει ζωντανός, το καθεστώς του δούλου. Η δράση είναι η θεραπεία για κάθε είδους φόβο.

Τι πρέπει να κάνουμε λοιπόν; Ποιοι θα είναι οι θεσμοί, τα «όπλα» μας απέναντι στις πηγές του φόβου; Η απάντηση είναι οι συλλογικότητες της δράσης, η Πράξη, ο Δρόμος, εκεί που στήνουν τις μουσικές σκηνές τους οι νέοι, εκεί που αγκαλιάζουμε τους πρόσφυγες και τους παρέχουμε ανθρώπινη «ζεστασιά», εκεί που διαμαρτυρόμαστε για την απανθρωπιά, εκεί που διαδηλώνουμε κατά του ρατσισμού και του φασισμού, εκεί που διαλύουμε το φόβο με χορούς και μουσικές, εκεί που λέμε "ο βιαστής είσαι εσύ", εκεί που ανθίζει η αγωνιστική αλληλεγγύη και η Αγάπη. 

Η ελπίδα βρίσκεται στην επανεύρεση της ουσίας της πολιτικής Πράξης και στον αγώνα για μια νέα σύνθεση: τη συμφιλίωση του ατόμου με την κοινότητα και την ξενότητα, γιατί το βασίλειο του ανθρώπου δεν είναι ο στενόχωρος και αγχωτικός χώρος του υπερφίαλου, άπληστου και κυνικού Εγώ των «νοικοκυραίων», ούτε η αφηρημένη κυριαρχία μιας τρομοκρατικής και συγχρόνως τρομοκρατημένης συλλογικότητας, αλλά εκείνη η ενδιάμεση ζώνη του όπου συνηθίζουν να λαμβάνουν χώρα η κατανόηση, η συμπόνια, η συμπάθεια, η αλληλεγγύη και η φιλία για κάθε ανθρώπινη ύπαρξη χωρίς διακρίσεις...