Εβδομήντα νότες θανάτου στη Λαχώρη

[ Κώστας Καναβούρης / Ελλάδα / 30.03.16 ]

Ο ανεκδοτολογικός μύθος λέει πως όταν κάποτε ο πατήρ Μότσαρτ έπιασε το παιδάκι Μότσαρτ να σκαλίζει το κλαβιέ του πιάνου, το ρώτησε περισσότερο ξαφνιασμένος παρά θυμωμένος, «Τι κάνεις εκεί;» Και το παιδάκι Μότσαρτ απάντησε, λέει, «Δεν κάνω τίποτα, βάζω τις νότες τη μια δίπλα στην άλλη». Τα υπόλοιπα είναι γνωστά και ανήκουν στα αριστουργήματα όχι μονάχα της μουσικής, αλλά της αποθεωμένης υπόστασης του ανθρώπου. Οι νότες, η μια δίπλα στην άλλη. Και ύστερα έρχεται η Λαχώρη. Η Λαχώρη; Ποιο έργο μουσικό είναι η Λαχώρη; Ποιάς αρμονίας αποκύημα είναι η Λαχώρη; Είναι το αποκύημα της φρίκης η Λαχώρη. Κι έχει εβδομήντα νότες νεκρές, τη μια δίπλα στην άλλη. Νεκρά παιδάκια και μανάδες, νότες της φρίκης, στη μακρινή συμφωνική ορχήστρα του θανάτου. Η μπακέτα του μαέστρου στάζει αίμα και δείχνει τις νότες τη μια δίπλα στην άλλη. Εβδομήντα νότες θανάτου μιας απέραντης συμφωνίας της αποσβολωμένης σιωπής. Αλλά η Λαχώρη είναι μακριά. Πιο μακριά κι από το σύμπαν. Πιο μακριά κι από τη σιωπή. «Τη σιωπή των αιθέρων την καταλάβαινα», έλεγε ο Χέλντερλιν, «Τη σιωπή των ανθρώπων δεν την καταλάβαινα».

Ναι, είναι ακατανόητη η σιωπή των ανθρώπων μπροστά στο αίμα που στάζει από τη μουσική της φρίκης. Είναι ακατανόητη η σιωπή μπροστά στην φρικώδη συμφωνική της Λαχώρης που συμφωνεί με τον γδούπο των νεκρών σωμάτων καθώς σωριάζονται στο έδαφος, αφού εκτιναχτούν μέχρι το αόρατο ύψος ενός θανάτου που δεν το ονειρεύτηκαν. Και είναι Πάσχα των Καθολικών. Και η Λαχώρη είναι στο Πακιστάν. Τους ανατίναξαν μέσα σε μια παιδική χαρά. Ακούς εκεί! Παιδική! Ακούς εκεί! Χαρά!

Μια μακρινή παιδική χαρά, ενός μακρινού θανάτου, σε μια ακατάσχετη Λαχώρη του αίματος. Το αίμα βλέπεις, σε τέτοιες περιπτώσεις είναι πιο μακρινό από το δάκρυ. Το αίμα σε τέτοιες περιπτώσεις έχει τον εξωτισμό του περίκλειστου μαύρου. Δεν χρειάζεται να το διευρύνεις∙ είναι απλώς μαύρο και σου αρκεί. Σε καλύπτει. Είναι απλώς μακριά και οι αποστάσεις μακραίνουν όταν τα παιδιά εκείνων των αποστάσεων ξεπηδούν από τα χαμηλό ουρανό των προσδοκιών μας για μια καλύτερη ζωή που αποκεφαλίζει τις αποστάσεις και τις καταργεί ηθικά, λογικά και αισθητικά.  

Εβδομήντα νότες νεκρές στη Λαχώρη, αιώνες μουσικής ανατιναγμένες στην Παλμύρα και στην Κούβα οι Rolling Stones να τραγουδούν σα νάτανε ο Σιμόν Μπολιβάρ του Εγγονόπουλου, μπροστά σε 400.000 ανθρώπους που η μουσική της πιο μουσικής επανάστασης του κόσμου, έγινε λεπίδι και τους έκοψε τ’ αρχίδια.

Και είναι όλα τόσα μακρυά από τη Λαχώρη. Και είναι όλα τόσο μακρυά από τα παιδάκια και τις μανάδες τους που κρυώνουν πεθαμένα και άταφα έξω από τις δικές μας πρωτεύουσες των θρήνων και των οδυρμών.

Πουθενά δεν υπάρχει καιρός. Ποτέ δεν υπήρξε. Ο Ντουρούτι είναι η άλλη όψη του Αϊζενστάιν και ο Πόε το φανέρωμα του Βελουχιώτη. Αλλά τα παιδιά, τα παιδιά της Λαχώρης είναι η στραβή στροφή του μοτοσικλετιστή που έφαγε περνώντας το πρόσωπο της Ιστορίας. Δεν υπάρχει μουσική.

Μουσική είναι ο Μότσαρτ που βάζει τα νεκρά παιδάκια της Λαχώρης, το ένα δίπλα στο άλλο.