Δεν είναι επέτειος το Πολυτεχνείο είναι προτροπή

[ Κώστας Καναβούρης / Ελλάδα / 15.11.18 ]

Ο εορτασμός της επετείου του Πολυτεχνείου δεν είναι αναμνησιακός, δεν είναι λυρικός επίλογος μιας «ηρωικής» στιγμής από την οποία απομακρυνόμαστε με λυρικότερα πηδηματάκια νοσταλγίας, ολοένα και πιο ανώδυνα έως μουμιοποιήσεως αυτής της στιγμής. Τόσο ανώδυνα μάλιστα, ώστε στο τέλος να εξοβελιστούν από την ζώσα πραγματικότητα, την οποία, όμως, απαραιτήτως χρειάζεται το γεγονός «Πολυτεχνείο» ώστε, κατ’ ιστορική εξακολούθηση, να «ζει». Αλαώμενο ως «θεόθεν φυγάς» από τα διάφορα «ζήτω», τα διάφορα «ωσαννά» και τις διάφορες ερμηνευτικές διαμεσολαβήσεις ή παρερμηνευτικές απορρίψεις. Αποφεύγοντας ακόμα και τον ακραία καταγγελτικό χαρακτήρα περί του Πολυτεχνείου που προδόθηκε, ή αντιθέτως, περί του Πολυτεχνείου που πρόδωσε.

Ο εορτασμός (;) της επετείου του Πολυτεχνείου είναι μια εγερτικά προτρεπτική στιγμή. Δεν θυμόμαστε απλώς, μετατρέποντας τη μνήμη σε μονάδα εντατικής θεραπείας της Ιστορίας, αναλόγως με την τιτλοποίηση της στιγμής. Θυμόμαστε προσπαθώντας να κατανοήσουμε την εποχή μας. Συνεπώς, αν οι νεκροί εκείνης της εξέγερσης είναι πράγματι ζωντανοί, τότε πρέπει να τους αντιμετωπίσουμε ως ζωντανούς: Ο Διομήδης Κομνηνός δηλαδή – χρησιμοποιώ χάριν οικονομίας ένα συμβολικό όνομα της εξέγερσης – δεν είναι υπερμέγεθες τοτέμ λατρείας, δεν είναι «γλυκύς Ιησούς» της επανάστασης ούτε μορφή χαμένη μέσα στο μύθο της. Ο Διομήδης Κομνηνός είναι ο χτεσινός Παύλος Φύσσας˙ένας ήρωας που προχωράει στα σκοτεινά, μέσα στην μεροκάματη Ιστορία για να φτάσουμε «οι εμείς» σ’ ένα πιο φωτεινό αύριο. Ας μην τους πνίξουμε στην φουρτουνιασμένη θάλασσα των ανεκπλήρωτων προσδοκιών, για τις οποίες άλλωστε ο οβολός μας αποδείχτηκε ολίγος.

Αρκεί να αντιπαραβάλλουμε τα αιωνίως ίδια ονόματα των νεκρών του Πολυτεχνείου, με τα επικαιρικώς ίδια ονόματα των κυβερνήσεων που ακολούθησαν ώστε να καταλάβουμε τι εστί βερίκοκο. Μαζί με το κουκούτσι του.

Γι’ αυτό λέω: η επέτειος του Πολυτεχνείου μας προτρέπει να πατήσουμε στους ώμους των νεκρών του για να δούμε καλύτερα το μέλλον. Και, κοιτάζοντας, να σκεφτούμε. Να σκεφτούμε, δείγματος χάριν, ποιο μέλλον άραγε έχει στο μυαλό του ο υποψήφιος δήμαρχος Αθηναίων (Εφήβων; Νεκρών Πολυτεχνείου; Ανωνύμων; Ασωμάτων; Πλατείας Αγάμων; Άλλων τινών και πτηνών;), Μπακογιάννης, όταν προτείνει την μουσειοποίηση του κτηριακού συγκροτήματος του Πολυτεχνείου. Μαζί με την κατάργηση του Πανεπιστημιακού ασύλου βεβαίως. Να σκεφτούμε ποιο μέλλον απεργάζονται (ένα… πιο μέλλον βρε αδελφέ, πιο ανάλαφρο, πιο της Ιεράς Οδού με τα φωτορυθμικά, αυτής της ξέκωλης ιερότητας της Ιστορίας), που θα κρέμεται στα ανώδυνα σημαιάκια των εορτασμών, όπως κρέμονται στα μανταλάκια τα fake news των εφημερίδων τους.

Να σκεφτούμε ποιο μέλλον επιφυλάσσει ένα Πολυτεχνείο στεγνό από διακίνηση ιδεών, έρευνας, αντιθέσεων, αντιφάσεων, ακόμα και υστερήσεων που άλλωστε συμβαδίζουν (αλλιώς δεν υφίσταται επιστημοσύνη) με άλματα γνωστικών κατακτήσεων, άρα και γνωστικών καταστάσεων της δημοκρατίας. Να σκεφτούμε ποιο μέλλον επιφυλάσσει, αντιθέτως, ένα Πολυτεχνείο αιμοδιψούς εμπροσθοφυλακής στον διαχωρισμό Κράτους  και Παιδείας.

Αυτό το Πολυτεχνείο θέλει η άρχουσα σκέψη. Να ζει. Αρκεί να είναι πεθαμένο. Με την επέτειο, εισαγωγή στον θάνατό του. Γιατί, βλέπεις, έχει πολλές Κερκόπορτες ο Θάνατος.

Όμως εγώ μιλώ για το Πολυτεχνείο που ζει στ’ αλήθεια. Για το Πολυτεχνείο που δεν είναι τόπος, ούτε χρόνος τριών ημερών ετησίως. Μιλώ για το Πολυτεχνείο που ζει κάθε φορά που υπάρχει αντίσταση στις υποβολιμαίες κατηγορίες για εξαθλιωμένο δημόσιο Πανεπιστήμιο. Αντίσταση με πράξεις αναβάθμισης. Το Πολυτεχνείο ζει, κάθε φορά που στομώνει το μαχαίρι του αποκλεισμού των αδυνάτων από την παιδεία. Κάθε φορά που αναιρείται το μαχαίρι του αποκλεισμού της χθαμαλής κοινωνίας από την εναγώνια γνώση, προς  χάριν των απαίδευτων στην ανθρωπιά της δημοκρατίας. Το Πολυτεχνείο ζει κάθε φορά που η γνώση αποδεικνύει την αξία, δηλαδή την ιστορική της τόλμη, στα αμφιθέατρα, στην έρευνα, στα εμπνευσμένα νομοσχέδια, στην πόλη που δεν θα καίει τους ανθρώπους της, στις συλλογικές συμβάσεις εργασίας, στη μείωση (μακάρι και ραγδαία) της ανεργίας. Το Πολυτεχνείο ζει στην αλληλεγγύη της ομορφιάς και της έμπνευσης. Έμπνευση ήταν το Πολυτεχνείο. Έμπνευση της ομορφιάς. Εδώ ζει. Για έμπνευση και ομορφιά προτρέπει.

Γι’ αυτό το «Πολυτεχνείο ζει». Δείτε τις ζωγραφιές των παιδιών που υποδέχονται στα σχολεία τους, τα μικρά προσφυγόπουλα. Δείτε τα χαμόγελά τους, μαζί με τα ευτυχισμένα πρόσωπα εκείνων των παιδιών που ακόμα δεν «έφυγαν» από τον όλεθρο και τον τρόμο. Εδώ, στο χαμόγελο παιδιών, δασκάλων και γονιών ζει το Πολυτεχνείο. Εδώ, σ’ αυτό το προτρεπτικό «εδώ» ανασαίνει ο Διομήδης Κομνηνός και ο Παύλος Φύσσας. Κι αυτό δεν είναι επέτειος. Είναι Ιστορία. Κατάλαβες;