Δ. Μανιάτης: «Πάνος Γαβαλάς. Μια φωνή όλο φως»
[ Κώστας Τραχανάς / Ελλάδα / 22.09.18 ]«Πάνος Γαβαλάς. Μια φωνή όλο φως» Δ. Μανιάτης,
Εκδόσεις Λιβάνη, 2018
σελ. 366 (Περιλαμβάνεται αναλυτική δισκογραφία)
Ο Πάνος Γαβαλάς ανήκει στην τετράδα των μεγάλων ερμηνευτών μαζί με τον Καζαντζίδη, τον Μπιθικώτση και τον Μητροπάνο.
Πάνω στην πίστα όλοι θα τον θυμόμαστε μαζί με την Ρία Κούρτη. Εκείνος, εμβληματικός λογιστής, με κοστουμάκι και γυαλιά. Δίπλα του η θεσπέσια Ρία Κούρτη. Μαύρο φορεματάκι, κολιέ, τα πόδια ενωμένα σεμνά…
Πάνος Γαβαλά, μια φωνή όλο φως. Μια φωνή που αγαπήθηκε, δοξάστηκε και, σε βάθος χρόνου, υποτιμήθηκε.
Ένα απλός, μεγάλος άνθρωπος, με απέριττη φωνή. Ο Γαβαλάς έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην κοσμογονία του λαϊκού τραγουδιού.Τραγούδησε με συνεπή τρόπο, η αισθητική του ήταν ενιαία. Πολύ σπουδαία φωνή, δεν έβαζε εξωτερικό φάλτσο. Η φωνή του δεν ήταν τραχιά, δεν ήταν άγρια. Ήταν μια βελούδινη, λαϊκή, ρομαντική φωνή. Που ήτανε σαν μαστίχα.
Ένας αθόρυβος επαναστάτης. Ένας καινοτόμος του είδους. Αδιαφόρησε για την προβολή του, δε χάιδεψε τ΄αυτιά του σιναφιού του. Υπήρξε ένας αντιστάρ. Δίνει σπάνια συνεντεύξεις. Ούτε πάει να κάτσει στα τραπέζια, ούτε τίποτε. Υπήρξε ανυπότακτος και αντισυστημικός ακόμη και σε σχέση με το σύστημα των δισκογραφικών εταιρειών. Ηχογράφησε 598 τραγούδια σε πρώτη εκτέλεση, με εκατοντάδες χιλιάδες πωλήσεις δίσκων, σε ατέλειωτες εμφανίσεις σε μικρά και μεγάλα μαγαζιά την δεκαετία του ΄50, του ΄60, του ΄70 και του ΄80. Από τις μικρές ταβέρνες της Καισαριανής στα κοσμικά κέντρα του ΄50 ή του ΄60, στις μεγάλες πίστες του ΄70 και σχεδόν αυτοεξόριστος στην Εθνική Οδό, ο Γαβαλάς είχε διαρκή παρουσία στους μετασχηματισμούς της νύχτας και στις μεταβολές της δισκογραφίας. Εργάστηκε στα καλύτερα κέντρα της Αθήνας αλλά και της Θεσσαλονίκης και άλλων ελληνικών πόλεων. Στου Τζίμη του Χοντρού, στην Τριάνα του Χειλά, στου Περιβόλα, στη Λουζιτάνια της Συγγρού, στο Στοπ, στο Πανόραμα, στη Νεράιδα, στο Φαληρικόν και σε πάρα πολλά άλλα. Εργάστηκε στους δισκογραφικούς κολοσσούς αλλά και σε μικρότερες εταιρείες(Columbia, Odeon, MusixBox, Lyra, Sonata, Βεντέτα).
Πριν να γίνει τραγουδιστής υπήρξε ψαράς, ηλεκτροσυγκολλητής, φωρτοεκφορτωτής και τσαγκάρης.
Και έγραφε κιόλας, ήταν και συνθέτης.
Παρενέβη με τελειομανία και εμμονή στη δομή της ορχήστρας, επιβάλλοντας την πιο μοντέρνα εκδοχή της. Υπήρξε ιδιαίτερος, πεισματάρης και ευαίσθητος. Ο Γαβαλάς ερμήνευσε όλα τα είδη τραγουδιών της εποχής του. Από βαριά ρεμπέτικα τη δεκαετία του ΄50 μέχρι τσιφτετέλια του ΄60. Αλλά κυρίως διέπρεψε σε κανταδόρικα και πιο ευγενικού ύφους κομμάτια. Η φωνή του είχε αυτή την ιδιαίτερη χροιά και είναι αναγνωρίσιμη με τα δικά της χαρακτηριστικά. Το στίγμα του: μπελκάντο, μελαγχολικό. Συχνά υμνεί την ερωτική απελπισία. Το βελούδο του Γαβαλά γίνεται διακριτό ακόμη και σήμερα από τον νεότερο ακροατή. Η φωνή του ήταν ανεξήγητη. Ήταν πλήρης σε μπάσα-πρίμα. Ατόφια μπάσα και μεσαία κρύσταλλο. Ήταν ακριβής. Δε φάλτσαρε ποτέ. Είχε πεντακάθαρη φωνή. Τραγουδούσε εγκεφαλικά. Έβγαζε ένα μέταλλο διαφορετικό, μια άλλη χροιά. Ήταν μπελκάντος και βελούδος. Ζεστός τραγουδιστής, με φωνή βαθιά, εσωτερική.
Υπήρξε αυτόφωτος, επιδραστικός, και έχτισε τον μύθο του με αίμα, κόπο και ρήξεις. Έβαλε ή καθιέρωσε με τον μεγάλο Βασίλη Βασιλειάδη το αρμόνιο στη λαϊκή ορχήστρα. Ανέδειξε δημιουργούς. Και δημιούργησε με τη Ρία Κούρτη το πιο μακρόβιο ντουέτο στην ιστορία του ελληνικού τραγουδιού.
Καλός, ευγενής, σοβαρός, μεγάλος τραγουδιστής και τρομερό μουσικό αυτί. Συγκλονιστικός. Άρθρωση, ακρίβεια, μουσικότητα, ελεγχόμενο πάθος συγκεντρωμένο στο λαρύγγι.
Στον Πάνο Γαβαλά αδιαφιλονίκητα ανήκει το ντοκτορά του τενοροβαρύτονου του λαϊκού τραγουδιού.
Ήταν απολλωνιστής αλλά και φιλο-Παναθηναϊκός. Λάτρευε το ψάρεμα. Είχε τεράστια δυναμία στην κόρη του Ρένα.
Ο Γαβαλάς της δεκαετίας του ΄60 είναι μια από τις πιο επιδραστικές εικόνες-φιγούρες του λαϊκού τραγουδιού. Οικείος στον καθημερινό άνθρωπο και ταυτόχρονα απόμακρος και αινιγματικός. Δεν χώνεψε ποτέ τις ευκολίες και τους μηχανισμούς προβολής των μετρίων.
Όλους τους μάγευε. Είχε μια φωνή που είχε έκταση, ύφος και ήθος. Έκφραση ν΄αγκαλιάσει μέσα της όλο τον κόσμο που τον άκουγε, κάθε ηλικίας. Τον εργάτη, μετανάστη, υπάλληλο, τον αστό.
Άρχοντας. Άρχοντας και αξιοπρεπής.
Πεθαίνει στα 62 του, από καρκίνο του λάρυγγα.
Τον θυμόματε όπως ακριβώς έχει αποτυπωθεί στις ασπρόμαυρες ταινίες, με κοστούμι και τα γυαλιά, και την κιθάρα στα χέρια.
Ποιος δεν τραγούδησε τα τραγούδια του: «Άμα θες να κλάψεις, κλάψε», το «Μακριά μου να φύγεις», το «Φύγε κι άσε με», το «Σήκω πάνω, κάτσε κάτω», το «Όσο με μαλώνεις», το «Δεν με πονάς», το «Στην καρδιά μου ανάβει φωτιά», το «Σιγανοψιχάλισμα», το «Κάθε λιμάνι και καημός», το «Όνειρο δεμένο στο μουράγιο», το «Μείνε αγάπη μου κοντά μου», το «Μη με ρωτάτε», το «Μη μελαγχολείς», το «Μπορεί να έφυγες», το «Εγώ παρέα θα κάνω με τον πόνο μου» ,το «Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα», το «Δοκιμασία», το «Σταυροδρόμι», το «Μάγισσα Θεσσαλονίκη», τους περίφημους «Γλάρους» ή το «Γλυκέ μου τύραννε» …
Ο Πάνος Γαβαλάς ήταν/είναι μια σχολή παλαιά, σύγχρονη και μελλοντική για το λαϊκό μας τραγούδι.
Μια βιογραφία του σπουδαίου λαϊκού τραγουδιστή και δημιουργού που λατρεύτηκε, πούλησε χιλιάδες δίσκους, συντρόφεψε σε χαρές και πίκρες τον κόσμο. Μια ολόκληρη εποχή αναδύεται στο βιβλίο αυτό, του δημοσιογράφου-συγγραφέα Δημήτρη Μανιάτη, όπου μιλούν πολλοί, από τον Μίκη Θεοδωράκη και τους σερβιτόρους μέχρι τον Ντούσαν Μπάγεβιτς και την Ρία Κούρτη.
Διαβάστε το.
Ο Δημήτρης Μανιάτης γεννήθηκε το 1978 στην Αθήνα και έλκει την καταγωγή του από τη Μύκονο. Έχει σπουδάσει Δημοσιογραφία, Πολιτικές Επιστήμες και Ιστορία. Εργάζεται ως Δημοσιογράφος στην εφημερίδα Τα Νέα. Έχει γράψει κείμενα για επιθεωρήσεις, θέατρο, μουσικές παραστάσεις, τηλεόραση.
Έχει συνεργαστεί με πολλά έντυπα.
Άλλα έργα του:
«Ληστής», θεατρικός μονόλογος.
«Eγώ Είμαι Ένας Άλλος», διηγήματα (εκδόσεις Μετρονόμος).
«Bασίλης Τσιτσάνης», επιμέλεια (εκδόσεις ΔΟΛ).