Γιάννης Καλπούζος: «Το γινάτι. Ο σοφός της λίμνης»

[ Κώστας Ζαχάρος / Ελλάδα / 26.04.18 ]

Οι αρχές του εικοστού αιώνα είναι η χρονική περίοδος και τα Γιάννενα ο τόπος που κινείται το νέο μυθιστόρημα του Γιάννη Καλπούζου.

Μοναδική η ικανότητα του Γιάννη Καλπούζου να μας μεταφέρει σε περασμένες εποχές μέσα από τις σελίδες των βιβλίων του. Με την τέχνη της γραφής του, μας ταξιδεύει στην καθημερινότητα των ανθρώπων της εποχής που κάθε φορά επιλέγει ως πλαίσιο για τα μυθιστορήματά του και μας κάνει κοινωνούς στις αγωνίες, τα πάθη, τα ερωτικά σκιρτήματα και τις προσδοκίες τους, σε σημείο που να συμπάσχουμε και να νοιώθουμε ότι «είμαστε κι εμείς εκεί». Ο μόχθος και ο ιδρώτας των πρωταγωνιστών νοιώθεις να μουσκεύουν τις σελίδες των βιβλίων του και τους ακούς με τη ντοπιολαλιά τους, που γίνεται κτήμα και εύχρηστο εργαλείο στη γραφή του συγγραφέα.

Μελετητής της κοινωνικής και ιστορικής περιόδου που επιλέγει να αναφερθεί ο Καλπούζος -είναι επιμελής ερευνητής και ικανός χειριστής των πραγματολογικών στοιχείων-, δίνει στον αναγνώστη πλήθος ιστορικών πληροφοριών.

Προικισμένος μυθοπλάστης, από τους καλύτερους της εποχής μας, ξετυλίγει το υφάδι των ιστοριών του σε ένα αρμονικό συνταίριασμα του μικρόκοσμου και της καθημερινότητας των πρωταγωνιστών του, με το ιστορικό πλαίσιο που επικαθορίζει και νοηματοδοτεί τις ενέργειές τους.

Η περιδιάβαση σε στιγμές της σχετικά πρόσφατης ελληνικής ιστορίας, που είναι και το πλαίσιο που ξεδιπλώνεται το έργο του, μας δίνει τροφή για προβληματισμό σχετικά με την ιδιοπροσωπία και το αμάλγαμα που συγκροτεί τη σύγχρονη ελληνική ταυτότητα. Σ’ αυτήν την περιδίνηση αναζήτησης ιστορικής συνέχειας και μνήμης, αναζητούμε αυτό που μας συνέχει ως λαό και μας συγκροτεί ως ψυχολογικά υποκείμενα, σε μια εναγώνια προσπάθεια να ενοποιήσουμε το παρελθόν με τις βιωμένες εμπειρίες του παρόντος και τις επιθυμίες μας.

Όμως, ο Καλπούζος δεν είναι ιστορικός. Μέσα από τις μυθιστορίες του πλάθει χαρακτήρες και σχέσεις και προβάλλει τα ανθρώπινα πάθη που ξεπερνούν τα στενά όρια των τόπων αναφοράς και των χρονικών οριζόντων που αυτές διαδραματίζονται.

Μια συνεχής ροή μετακινούμενων πληθυσμών συναντάται στις αφηγήσεις του, που είναι αποτέλεσμα πολέμων και γεγονότων εθνοκάθαρσης. Και ενώ η δεινή ικανότητα περιγραφής της ανθρώπινης αγριότητας που αποδεσμεύει ο πόλεμος και οι πρακτικές της εθνοκάθαρσης, καθηλώνουν τον αναγνώστη και κινητοποιούν ψυχολογικούς μηχανισμούς ταύτισης με τα θύματα, από την άλλη, η τέχνη του συγγραφέα παρεμβαίνει λυτρωτικά και βοηθάει να χειραγωγούμε τα συναισθήματά μας με την αναγκαία «αποστασιοποίηση» από τις θηριωδίες. Έτσι, αφήνεται χώρος για σκέψη και στοχασμό σε θέματα που παρουσιάζουν μια διαχρονία, σχεδόν αρχετυπικά, όπως ο έρωτας, η φιλία, η συνύπαρξή μας με τον Άλλο και οι υπαρξιακές αγωνίες που μας ταλανίζουν.

Έλληνες, Μωαμεθανοί, Τούρκοι, Βλάχοι, Αρμένιοι, Εβραίοι συμπλέκονται σε δυνατές φιλίες. Έρωτες σφοδροί ανθίζουν, κόντρα, συχνά, στα κυρίαρχα παιγνίδια και τα στροβιλίσματα της ιστορίας.      

Το «Γινάτι»

Το «Γινάτι» του Γιάννη Καλπούζου διαδραματίζεται στην περιοχή των Ιωαννίνων, τη δεύτερη και τρίτη δεκαετία του εικοστού αιώνα. Ορόσημο είναι η χρονολογία 1913 που η πόλη των Ιωαννίνων από την κυριαρχία των Οθωμανών περνάει στους Έλληνες.  

Τα πολυφυλετικά Γιάννενα, με την συνύπαρξη -όχι χωρίς εντάσεις και μηχανορραφίες- Ελλήνων, Τούρκων, Εβραίων και Βλαχόφωνων, είναι ο καμβάς που ο συγγραφέας ξετυλίγει την ιστορία του. Η ένταση των ερωτικών συναισθημάτων των πρωταγωνιστών της ιστορίας, του Έλληνα Ζώτου και της Τουρκάλας ή ορθότερα, της τουρκογιαννιώτισσας Χαβαή, καθώς και οι κοινωνικές διαφορές που τους χωρίζουν, δίνουν αφορμή στο συγγραφέα να μιλήσει για την κοινωνία των Ιωαννίνων, τις ίντριγκες χωρών όπως, η Ιταλία, Ρουμανία και Αλβανία, που διαγκωνίζονται για τα ιμάτια του «μεγάλου ασθενούς», δηλαδή της καταρρέουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Και μέσα σ’ αυτή τη δίνη, ο έρωτας και η φιλία ομοεθνών, αλλά και ετεροεθνών, στέκουν σαν φωτεινά μονοπάτια και ως αναγκαίο λίπασμα για να στοχαστούμε τα ανθρώπινα, πέρα από την μικροκλίμακα της καθημερινότητας και των συναισθημάτων της στιγμής, όπως κάνει ο σοφός -ή οι σοφοί- της Λίμνης.

Το γινάτι, που είναι και ο τίτλος του βιβλίου, κατατρώει τους χαρακτήρες σα σαράκι, τους βασανίζει και τους αποστερεί από την αναγκαία διαύγεια ώστε να ξεφύγουν από τον εγωκεντρισμό τους και να διακρίνουν καθαρά την ουσία των πραγμάτων και να ανιχνεύσουν τα βαθύτερα συναισθήματά τους. Είναι το «κακό γινάτι» που με τη φωνή των πρωταγωνιστών του ο συγγραφέας θα το περιγράψει ως «η αχαλίνωτος και κατ’ επανάληψη οργή, η υπερβολική ζήλια, η ξεροκεφαλιά, ο φανατισμός, η εκδίκηση, να βάνεις μπροστά το ‘εγώ’…». 

Όμως, από την άλλη, είναι το γινάτι της επιθυμίας και της θέλησης που μας οπλίζει με επιμονή και το πάθος να πορευόμαστε στη ζωή και να διεκδικούμε, κάθε φορά, το αντικείμενο του πόθου μας. Είναι «το καλό γινάτι, το γόνιμο πείσμα. Όταν λες θα σταθώ στα πόδια μου, θα σηκώσω ξανά το κεφάλι.»

Όμορφες οι περιγραφές του Γιάννη Καλπούζου, μας δίνουν τη δυνατότητα να ξαναγνωρίσουμε τα Γιάννενα. Οικεία ονόματα δρόμων και συνοικιών, που κάποιοι από μας περιδιαβήκαμε πολλές φορές,  φορτίζονται με νέα νοήματα και ένα ιστορικό βάθος που αγνοούσαμε. Και με μέθοδο που μοιάζει μ’ αυτή του αρχαιολόγου, ξεφλουδίζει προσεκτικά τα στρώματα της ιστορίας και των πολιτισμών που επικάθονται μπολιάζοντας το ένα τ’ άλλο. Το ίδιο, άραγε, δεν νοιώσαμε διαβάζοντας το Ιμαρέτ για την Άρτα, την τόσο οικεία και τόσο άγνωστη;

Καλοτάξιδο να’ ναι το νέο βιβλίο του Γιάννη Καλπούζου.

Γιάννης Καλπούζος,

«Το γινάτι. Ο σοφός της λίμνης»,

εκδόσεις Ψυχογιός