Αρνητές δημοκρατίας

[ Κώστας Καναβούρης / Πολιτική / 23.07.21 ]

Και καλά με τους αρνητές εμβολιασμού. Με τους αρνητές δημοκρατίας που έχει μπλέξει άσχημα ο τόπος, να δούμε πως θα ξεμπλέξουμε. Είναι ντροπιαστικό και τρομακτικό ταυτόχρονα την ημέρα που τιμάται η αποκατάσταση της δημοκρατίας στην Ελλάδα (με τον ακρωτηριασμό της Κύπρου), αυτή η δημοκρατία να χειμάζεται και να χυδαιοποιείται από την χειρότερη Κυβέρνηση που γνώρισε ο τόπος από την μεταπολίτευση μέχρι τώρα, από την θλιπτική μηχανή του επιτελικού κράτους και από ένα Πρωθυπουργό που φανερά αδυνατεί να συνειδητοποιήσει, ψυχικά και νοητικά, τις βλάβες που προξενεί η πολιτική του.

Είναι ντροπή που αμαυρώνει τις θυσίες, να έχουμε τούτες τις μέρες την πιο βάρβαρη επίθεση που έγινε ποτέ στο καθολικό μας «πριν», με το ξερίζωμα των σπλάχνων της Θεσσαλονίκης και μαζί την πιο βάρβαρη επίθεση που έγινε ποτέ στα παιδιά μας, με την παράλογη, αχρείαστη και ακραία σφαγή που έγινε στις εισαγωγικές για το πανεπιστήμιο.

Όταν όμως μια δημοκρατία επιτίθεται με τέτοια σφοδρότητα στο παρελθόν της και στο μέλλον της, αυτή η δημοκρατία δεν υφίσταται. Είναι μια παραδομένη θεραπαινίδα των εμπόρων. Πολύ περισσότερο όταν, πανδημικής ευκαιρίας δοθείσης, άρχισαν οι νομοθετικές πρόβες γενικευμένων καταναγκασμών. Αυτός είναι ο πατριωτισμός των κυβερνώντων και των επετείων τους. Διακόσια χρόνια από το 1821 να έχουν ξεχαστεί τα λόγια του μεγαλομάρτυρα Ρήγα του Βελεστινλή από την «Νέα Πολιτική Διοίκηση»: «Ο νόμος έχει χρέος να διαφεντεύει την κοινήν ελευθερίαν όλου του έθνους και εκείνην του κάθε ανθρώπου, (…) εναντίον της καταθλίψεως και της δυναστείας των διοικητών. Όταν αυτοί διοικούν καλώς, να τους διαφενδεύη. Ει δε κακώς, να τους αποβάλλη»

Αυτό συμβαίνει 47 χρόνια από την πτώση της χούντας. Αυτό θα γιορταστεί με τα κούφια λόγια των επετείων, με τα ακατανόητα νοήματα στο στόμα ανάξιων ανθρώπων. Μια δημοκρατία όμως, που γιορτάζεται από ντίλερ και πλασιέδες, από εμπόρους σιωπής και πρόθυμους υπηρέτες της διαστρέβλωσης, δεν είναι δημοκρατία.

Μια δημοκρατία αντίπαλη με τον λαό, μια δημοκρατία επιτελών και χορηγών είναι ένα πολίτευμα κατά παραχώρηση και υπό σκληρή εποπτεία. Αλλά η Κύπρος δεν σφαγιάστηκε γι’ αυτό. Τα παιδιά στο Πολυτεχνείο δεν σφαγιάστηκαν γι’ αυτό. Κι όποιος ξεχνάει, ή κάνει πως το ξεχνάει είναι σαν να φιμώνει την ιστορία. Όταν όμως φιμώνουμε την ιστορία, την προκαλούμε να επαναληφθεί. Και τότε δεν θα είναι φάρσα.

Γι’ αυτό με κάθε σεβασμό και αγάπη αφήνω στο προσκέφαλο της μνήμης, ένα ποίημα του Γεράσιμου Λυκιαρδόπουλου που έχει τίτλο «Πρωτομαγιά 1961». Γιατί το «δεν ξεχνώ», σήμερα περιέχει πολύ περισσότερο πόνο, λύπη και διάψευση, από τότε:

 «Λάμπουν πολύ ψηλά της αδικίας τα παράθυρα

η τράπεζα βασιλεύει πέρα ως πέρα

ριζωμένη στη δική μας δυστυχία

τόσα χρόνια νύχτα στην πατρίδα μου.

 

Η αλήθεια κλαίει

πνίγεται μέσα στα ωραία λόγια

σπαράζει μες στη φρόνιμη σιωπή

όμως εγώ

χωρισμένος μια για πάντα

απ’ τη λαμπρή μου σταδιοδρομία

μιλώ για σας

εργάτες βουλιαγμένοι ακόμα

μες στη μουντζούρα του ηλεκτρικού μεσαίωνα μας

μιλώ για σα με τη φωνή μου ολόκληρη

κι η λευτεριά τραντάζει πάλι την ερημιά του στήθους μου.»