Αδειανό πουκάμισο

[ Νίκος Προσκεφαλάς / Ελλάδα / 13.02.20 ]

Στην Ιλιάδα η Ελένη είναι μια δυστυχισμένη γυναίκα. Ένα ράκος. Κανέναν δε συγκινεί πια η παρουσία της κι έχει πάψει από καιρό να αποτελεί το ερωτικό αντικείμενο του πόθου. Ούτε ο πρώτος, μα ούτε κι ο δεύτερος άνδρας της νοιάζονται πια αληθινά γι’ αυτήν. Είναι απλώς ένα έπαθλο, το βραβείο μιας μονομαχίας ανάμεσα στους δυο αντεραστές, που κίνητρο έχει την εκδίκηση και καθόλου -είναι φανερό- τον πόθο για κείνη.

Όσο κι αν φαντασιώνεται αυτάρεσκα πως για χάρη της πολεμούν κάτω στον κάμπο τα παιδιά, ξέρει βαθιά μέσα της πώς απέτυχε και πως αυτοκαταδικάστηκε στην απόλυτη μοναξιά. Πως υπονόμευσε άθελά της τον ίδιο της τον εαυτό, επενδύοντας σ’ έναν ανέραστο έρωτα, αρεστό μόνο στην ίδια, ναρκισσευόμενη και ακκιζόμενη φιλάρεσκα στα τείχη της Τροίας, εννιά τόσα χρόνια, δίχως μοίρα και λόγο ύπαρξης, δίχως συγγενείς και φίλους, τραγικά διχασμένη, απελπιστικά μόνη.
Η Ελένη, άσαρκο είδωλο, καταρρέει μέσα στις σελίδες της Ιλιάδας, θύμα αυτής της ίδιας της ομορφιάς της. Πέφτει στο βαθύ πηγάδι που εκείνη τόσο καιρό παγίδευε τους εραστές της. Και πίσω της ο Όμηρος, με την κοφτερή γραφίδα του, να ξηλώνει αριστοτεχνικά και να αποδομεί μεθοδικά το μύθο του αυτονομημένου κάλλους της μορφής, του αυτοαναφορικού δηλαδή και ψευδαισθητικού έρωτα, που με τόσο πάθος εξέθρεψε, αποθέωσε και μας κληροδότησε η νεωτερικότητα, συνεπικουρούμενη από τη χυδαιότητα που εδώ και χρόνια λανσάρει ως ερωτική συμπεριφορά η μαζική κουλτούρα, μετατρέποντάς μας εν τέλει σε μανικούς εραστές του εαυτού μας, απρόθυμους να αγαπήσουμε, ανίκανους να ερωτευθούμε...