Όταν σου πέφτει η «μύτη»

[ Γεωργία(Γιούλα) Τριγάζη / Κόσμος / 20.05.18 ]

Ο Γκόγκολ γεννημένος στην τσαρική Ρωσία -Ουκρανία για ν’ ακριβολογούμε- στις αρχές του 19 ου αιώνα, στα περισσότερα έργα του συνδυάζει με απαράμιλλο τρόπο ένα καταλυτικό, σχεδόν σουρεαλιστικό χιούμορ, μαζί με μια αιχμηρή διεισδυτικότητα στα πράγματα, που σχεδόν σοκάρει τον αναγνώστη.

Κανείς δεν έχει περιγράψει την γραφειοκρατία, το υποκριτικό comme il faut  των μικροαστών, τον μικρόκοσμο μιας διαβρωμένης  δημοσιοϋπαλληλικής τάξης, καλύτερα απ’ αυτόν. Δηλαδή με τον ευφυή του τρόπο . Τόσο, που ο αναγνώστης, ή ο θεατής των θεατρικών του έργων,  δεν ξέρει, αν θα πρέπει να γελάσει πιο πολύ, ή να προβληματιστεί. Στο τέλος βέβαια και τα δυο είναι σίγουρα.

Τη «μύτη», δεν την είχα διαβάσει. Είχα μείνει στον «Επιθεωρητή», στο «Παλτό», στα «Παντρολογήματα»…. Αλλά δεν είχε τύχει να πέσω πάνω… στη μύτη. Και να που έπεσα, ακριβώς, στην περίοδο που μου χρειαζόταν. Αλλά αυτά είναι πολύ προσωπικά θέματα.

Τι συμβαίνει λοιπόν όταν ξαφνικά –και κυριολεκτικά!- ανακαλύπτεις ότι η μύτη σου, έχει κάνει «φτερά» από το πρόσωπό σου; Πώς πορεύεσαι στη συνέχεια στη λειψή ζωή σου;

Τα ζητούμενα εδώ είναι δύο. Το πρώτο, είναι ο τρόπος που βλέπεις πλέον εσύ τον εαυτό σου. Το δεύτερο, είναι το πώς σε βλέπουν οι άλλοι. Όταν ο κυβερνητικός υπάλληλος, Κοβαλιώφ, ξαφνικά ανακαλύπτει πως έχει… χάσει τη μύτη του, αφού αρχικά ενοχοποιήσει τον κουρέα του, αλλά και την μελλοντική του πεθερά, αρχίζει ένα ατέλειωτο κυνηγητό για να την ξαναβρεί. Στην ουσία, για να ξαναβρεί αυτό που ήταν ο ίδιος ως προσωπικότητα, μόλις πριν!  Εν ολίγοις το χαμένο του πρεστίζ. Γιατί αυτό ακριβώς εκπροσωπεί η μύτη, μεταφορικά πάντα. Αυτό που θεωρούμε πως είμαστε, όχι τόσο η αυτοεικόνα μας, όσο η «ετερο-εικόνα» μας στα μάτια των άλλων,-θα έλεγα εγώ-. Βεβαίως εκτυλίσσονται σκηνές μεγάλης αυτό-συντριβής αλλά και γελοιότητας.

Όχι μόνον όσον αφορά τον δυστυχή Κοβαλιώφ. Αλλά και όσον αφορά τον υποκριτικό περίγυρό του. Γιατί αλήθεια, πόσο συνηθίζουμε να υπολογίζουμε πλέον κάποιον που του έχει πέσει η μύτη; Πόσοι δε από μας,  δεν προσπαθούν με τον άλφα ή βήτα τρόπο να εκμεταλλευτούν την αδυναμία κάποιου που έχει… χάσει τη μύτη του;

Αλλά και τι συμβαίνει όταν έχοντας χάσει τη μύτη σου, τη… συναντάς σ’ ένα τυχαίο περίπατο, να σουλατσάρει και μάλιστα να σε σνομπάρει και να μη σου δίνει καμία σημασία; Εν ολίγοις, τι συμβαίνει όταν σε στιγμή δικής σου αδυναμίας, συναντάς «μυτόγκες», σαν και του λόγου σου στο παρελθόν, να σε κοιτούν αφ’ υψηλού;

«Η μύτη», του Γκόγκολ, είναι ένα χιουμοριστικό-δράμα, που διαβάζεται απνευστί. Και σαν όλα τα ευφυή  δημιουργήματα, προσλαμβάνεται από τον αναγνώστη με πολλαπλούς τρόπους.

 Μπορείς να γελάσεις, να θυμώσεις, να ταυτιστείς, να παραξενευτείς, αλλά κυρίως,  να αναρωτηθείς εν τέλει: «Πώς θα είμαι τάχα κι εγώ, αν ξαφνικά μου πέσει η μύτη;»