Ένα ποίημα στον καθρέφτη
[ Κώστας Καναβούρης / Ελλάδα / 05.04.19 ]Λένε, πως όταν οι επαναστατημένοι αντάρτες του Εμιλιάνο Ζαπάτα (από τους πρώτους επαναστατημένους Μεξικανούς στρατηγούς, μαζί με τον Πάντσο Βίγια και τον Πασκουάλ Ορόσκο, εναντίον του δικτάτορα Πορφύριο Ντίας κατά την επανάσταση του 1910-1917 που έφερε την πτώση του Ντίας), μπήκαν στα ανάκτορα του Αυτοκράτορα Μαξιμιλιανού Α’ του Μεξικού (που εκτελέστηκε στο Κερετάρο στις 19 Ιουνίου του 1867) στον λόφο του Τσαπουλτεπέκ, εκεί λοιπόν, λένε, πως οι αγριεμένοι και άξεστοι άνδρες, οι ψημένοι στην οργή και την αντάρα, στη βουή και στο πάθος, έπαθαν πολιτισμικό σοκ και συνταράχθηκαν. Συγκλονίστηκε το μυαλό, η ψυχή και ο οργανισμός τους για ένα απλούστατο γεγονός που όμως για εκείνους ήταν ένα άγριο θαύμα: είδαν για πρώτη φορά τον εαυτό τους, όλο τους το κορμί, μέσα στους μεγάλους καθρέφτες των ανακτόρων. Έκπληξη στα όρια της αποπληξίας. Ποτέ πριν, ποτέ ξανά, έτσι. Σε μας φαίνεται ασήμαντο, ήταν όμως μια μεγάλη στιγμή της ανθρωπότητας. Ο επαναστατημένος αντάρτης να γνωρίζει την μορφή του εαυτού του. Μια κόλαση που έπεσε με πάταγο μέσα στον παράδεισο. Από κείνες τις στιγμές που αλλάζει ο κόσμος. Ένας αντάρτης που για πρώτη φορά αντικρίζει τον εαυτό του στο Μεξικό. Ο κόσμος αλλιώς. Ένας κόσμος που άλλαξε για πάντα. Γιατί ένα ποίημα είδε τον εαυτό του στον καθρέφτη. Ακριβώς όπως είναι. Ένα ποίημα είδε τα μάτια του στον καθρέφτη. Είδε πως είναι αγρυπνισμένα, άγρια, αθώα, έκπληκτα, έτοιμα να θανατώσουν, μάτια επαίτη και μάτια ερωτευμένου που πολλές φορές είναι το ίδιο. Ένα ποίημα είδε τον τρομερό καθρέφτη και κατακλύστηκε από το γαύγισμα του Κέρβερου, τον θρήνο της Περσεφόνης και το πλατάγισμα φτερών του Πήγασου.
Είδαν το θαύμα οι αντάρτες του Εμιλιάνο Ζαπάτα. Και τρόμαξαν. Και ο τρόμος τους συνεπήρε, έτσι που άντεξαν την ήττα (την άλλη όψη του θαύματος) μ’ ένα τελευταίο τσιγάρο μπροστά στο εκτελεστικό τους απόσπασμα. Για έναν καθρέφτη. Για ένα ολόσωμο εαυτό. Γι’ αυτήν την συγκλονιστική στιγμή που αντιλαμβάνεσαι πάνω σου το βλέμμα του Άλλου. Ότι Είσαι επειδή Είναι ο Άλλος. Ότι αξίζεις επειδή αξίζεις για τον Άλλον. Ότι δεν είσαι τυφλό σημείο, ακατανόητο συμβάν στο σκοτεινό τυχαίο, αλλά το ολόσωμο συμπέρασμα του καθρεφτισμένου σύμπαντος. Υπάρχεις επειδή κοιτάζεις και σε κοιτάζουν. Ένας Νάρκισσος ναι, που όμως δεν γίνεται να πνιγεί παρά μονάχα μέσα στη λίμνη που είναι τα μάτια του Άλλου.
Μόνο που από τα μάτια του Ενός μέχρι τα μάτια του Άλλου, πολλά διαμείβονται: και αυτό λέγεται ομιλία. Αυτός είναι ο καθρέφτης. Αυτό είναι το ποίημα στον καθρέφτη, το αλφαβητάρι της ανθρωπότητας. Το εσώρουχο όλων των επαναστάσεων. Και το πανωφόρι σε κάθε ήττα, μέσα κι έξω, προσωπική και συλλογική. Είτε με το έθνος, είτε με την τάξη. Όταν πρέπει να σηκωθείς, να ξανακοιταχτείς και να ξαναγράψεις από την αρχή ένα ποίημα στον καθρέφτη. Σαν παιδί. Παιδάκι που παίζει ζάρια με τον θεό και τον κερδίζει. Γιατί το σύμπαν δεν έχει καθρέφτες. Έχει μονάχα χάος. Δεν αρκεί. Χρειάζεται ένας τεράστιος καθρέφτης όπου το παιδί να βρει το απολύτως απαραίτητο εργαλείο για να αντέξει το θαύμα: τον καθρέφτη του εαυτού στα μάτια των άλλων. Μονάχα καθρέφτη ψάχνει το παιδί. Το παιδί αντικρίζει τον εαυτό του επειδή αντικρίζεται στον καθρέφτη του μεγάλου ακατανόητου κόσμου των Άλλων. Το παιδί είναι ένας αντάρτης που έχει ανάγκη από τους μεγάλους αυτοκρατορικούς καθρέφτες, όπου θα δει πως είναι ολόσωμο, πως έχει βλέμμα, πως κοιτάει και άρα υπάρχει μέσα στα τρίσβαθα του εαυτού. Απ’ την κορφή ως τα νύχια. Το παιδί έχει ανάγκη να κοιτάξει κατάματα την κόλαση.
Μην το διώχνεις αυτό το παιδί που έρχεται από την κόλαση. Δεν είναι άρρωστο. Είναι ένα παιδί που έσπασαν όλοι οι καθρέφτες του πριν αντικρύσει μια άκρη βροχής. Είναι ένα παιδί σκέτο, χωρίς καθρέφτη. Μην το αφήνεις χωρίς ποίημα αυτό το παιδί. Μην το αφήνεις έρμο και τυχαίο να περιφέρεται αυτό το ποίημα χωρίς καθρέφτη. Μην το διώχνεις από το σχολείο, μην το χτυπάς όταν παίζει, μην του παίρνεις την μπουκιά της ζωής από το στόμα, την σταγόνα της δίψας του από το όνειρο. Μην σπάζεις τον καθρέφτη από το ποίημα. Γιατί τότε ούτε τον εαυτό σου θα μπορείς να αντικρίσεις. Ο καθρέφτης είναι κοινός για όλους. Είναι το ποίημα που αντιγυρίζει το σώμα και το ξαναγράφει ως υποθήκη. Άλλοτε μέλλοντος και άλλοτε παρελθόντος. Μην διώχνεις το παιδί. Μην διώχνεις το παρόν από το μέλλον του.
Αυτό θα σου έλεγε – είμαι βέβαιος – και ο τελευταίος αντάρτης του Εμιλιάνο Ζαπάτα. Και του Πάντσο Βίγια και του Πασκουάλ Ορόσκο. Και ο μικρός Αϊλάν του Αιγαίου. Αυτός ο αντάρτης χωρίς καθρέφτη. Αυτό το ποίημα που δεν γράφτηκε ποτέ. Αυτός ο καθρέφτης όπου αντικρίζεσαι και δεν τρομάζεις γιατί δεν βλέπεις τον τρόμο. Ο τρόμος βλέπει εσένα. Και σε βουλιάζει μέσα στον καθρέφτη.