του Akram Belkaïd (Le Monde diplomatique)
Ο φάκελος της ένταξης της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση έκλεισε de facto, όμως άνοιξε απροσδόκητα την παραμονή της συνόδου κορυφής του Οργανισμού Βορειοατλαντικής Συνθήκης (ΝΑΤΟ) στο Βίλνιους (11 - 12 Ιουλίου).
Παίζοντας σπόιλσπορ, ο Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έθεσε τον ακόλουθο όρο για την ένταξη της Σουηδίας στη Συμμαχία: «Πρώτα ανοίξτε τον δρόμο για την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και μετά, θα ανοίξουμε τον δρόμο για τη Σουηδία.» Μέχρι τότε, η Άγκυρα, μέλος του ΝΑΤΟ από το 1952, αρνιόταν να δώσει το πράσινο φως στη σουηδική υποψηφιότητα, κατηγορώντας τη Στοκχόλμη ότι ήταν υπερβολικά συμβιβαστική απέναντι στους «τρομοκράτες».» Κούρδους που ζουν στο έδαφος της. Στη συνέχεια ήρθε αυτή η ξαφνική απαίτηση για επανέναρξη των διαπραγματεύσεων με τις Βρυξέλλες, για τις οποίες η τουρκική πλευρά φαινόταν να έχει χάσει το ενδιαφέρον της εδώ και αρκετά χρόνια.
Στη Λιθουανία, ο κ. Ερντογάν έλαβε ικανοποίηση. Παρόλο που δεν είχε προσκληθεί, ήρθε στη σύνοδο κορυφής και ο κ. Charles Michel, Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, κατά τη συνάντησή του με τον Τούρκο Πρόεδρο, υποσχέθηκε την «αναζωογόνηση» των σχέσεων μεταξύ των Είκοσι Επτά και της Τουρκίας. Αυτή είναι μια εικονική διπλωματική νίκη γιατί τίποτα δεν διαβεβαιώνει τον Ερντογάν ότι η χώρα του θα εισέλθει μια μέρα στην Ένωση, παρόλο που βρίσκεται στην αίθουσα αναμονής από το 1999. Κατ’ αρχήν, λόγω ενός εμποδίου που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή φροντίζει να μην αναφέρει σήμερα, όπως και στις αρχές της δεκαετίας του 2000, σύμφωνα με το οποίο οι πληθυσμοί παραμένουν εχθρική στην ιδέα της υποδοχής μιας μουσουλμανικής χώρας 85 εκατομμυρίων κατοίκων. Αρκετά κράτη, συμπεριλαμβανομένης της Γαλλίας και της Γερμανίας, εξέτασαν επίσης το ενδεχόμενο ενός δημοψηφίσματος για την επικύρωση πιθανής ένταξης. «Η Τουρκία δεν πρέπει να γίνει μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης», είχε δηλώσει η πρώην καγκελάριος της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ στις 24 Σεπτεμβρίου 2017.
Επίσης, οι διπλωματικές σχέσεις Τουρκίας και Ευρωπαίων σημαδεύονται πλέον από τη σφραγίδα της αντιπαράθεσης. Εκτός από το παλιό μήλο της έριδος της υποστήριξης της Άγκυρας στην αυτοαποκαλούμενη Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου (ΤΔΒΚ), υπάρχουν ανταγωνιστικές θέσεις στις συγκρούσεις στη Συρία, τη Λιβύη, την Ουκρανία και το Ναγκόρνο-Καραμπάχ. Ακόμη, στην ανατολική Μεσόγειο, το τουρκικό ναυτικό προστατεύει τις γεωτρήσεις φυσικού αερίου που θεωρούνται παράνομες από την Κύπρο, την Ελλάδα και τη Γαλλία.
Η κυβέρνηση της Άγκυρας εκμεταλλεύεται επίσης το ζήτημα των μεταναστών που προσπαθούν να φτάσουν στην Ευρώπη μέσω των ελληνικών ή βουλγαρικών ακτών απαιτώντας, όπως το 2016, οικονομική βοήθεια για να τους κρατήσει πίσω ή απειλώντας να «ανοίξει τις πόρτες» κατά βούληση.
Τέλος, η αποσύνθεση του κράτους δικαίου στην Τουρκία, άμεση συνέπεια του αυξανόμενου αυταρχισμού του κ. Ερντογάν, φαίνεται να αποτρέπει οποιαδήποτε ένταξη βραχυπρόθεσμα ή μεσοπρόθεσμα για αυτήν τη χώρα. Ένα από τα κύρια παράπονα των Βρυξελλών για να δικαιολογήσει το πάγωμα των διαπραγματεύσεων είναι η μεγάλης κλίμακας καταστολή που ασκούν οι αρχές κατά των Κούρδων, κατά της Αριστεράς και κατά όλων των αντικαθεστωτικών στην κοινωνία των πολιτών (δημοσιογράφοι, διανοούμενοι, καλλιτέχνες, υπάλληλοι μη κυβερνητικών οργανώσεων, κ.λπ.), χωρίς να ξεχνάμε τα μέλη της κοινότητας (cemaat) του ισλαμιστή ηγέτη Φετουλάχ Γκιουλέν. Η τουρκική κυβέρνηση δεν έλαβε υπόψη της " τις σοβαρές ανησυχίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τη συνεχιζόμενη επιδείνωση της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου, των θεμελιωδών δικαιωμάτων και της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης», σημειώνει η τελευταία έκθεση της Επιτροπής για τη διεύρυνση.
Γιατί σε ένα τέτοιο πλαίσιο ο κ. Ερντογάν απαιτεί επανάληψη των διαπραγματεύσεων; Γνωρίζοντας ότι υπάρχουν λίγες πιθανότητες να εγκαταλείψει τον αυταρχισμό του ή να γίνει πιο συμφιλιωτικός σε γεωπολιτικό επίπεδο, το πιο πιθανό είναι ότι σκοπεύει να χρησιμοποιήσει τις συζητήσεις με τις Βρυξέλλες για να αυξήσει τα διακυβεύματα. Γιατί δεν τον ενδιαφέρει τελικά η ένταξη αλλά οι μακροχρόνιες διαπραγματεύσεις όπου σκοπεύει να αποσπάσει άμεσες παραχωρήσεις, όπως για παράδειγμα τη βελτίωση των συνθηκών χορήγησης ευρωπαϊκής βίζας στους συμπολίτες του.
Σε κάθε περίπτωση, η τουρκική περίπτωση είναι εμβληματική της αδυναμίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης να προσφέρει σημαντική συνεργασία στους γείτονές της στα νότια και ανατολικά της Μεσογείου. Η διαδικασία της Βαρκελώνης ξεκίνησε το 1995 μετά το θάνατο των Συμφωνιών του Όσλο και η Ένωση για τη Μεσόγειο, μια οργάνωση πλέον ζόμπι, δεν τήρησε ποτέ τις υποσχέσεις της. Με εμμονή την καταπολέμηση της ισλαμιστικής τρομοκρατίας, την παράνομη μετανάστευση και την ενεργειακή ασφάλεια της Γηραιάς Ηπείρου, οι Είκοσι Επτά στερούνται φαντασίας σε σχέση με αυτή τη γειτονιά. Αυτό σκοπεύει να εκμεταλλευτεί ο κ. Ερντογάν. Ενώ θέλει να κάνει την Τουρκία μια δύναμη που μετράει, έστω κι αν αντιτίθεται ευθέως στα ευρωπαϊκά συμφέροντα, θα συνεχίσει να απαιτεί προνομιακή μεταχείριση από τις Βρυξέλλες.
(Μτφ Γιώργος Χ.Π.)
*Φωτογραφία Adnan Onur Acar: μια πένθιμη πορεία στο Okmeydani παρελαύνει στις 12 Μαρτίου, στη μνήμη του Berkin Elvan. Το φέρετρο τοποθετήθηκε σε ένα αυτοκίνητο, πίσω από το οποίο χιλιάδες άνθρωποι ακολούθησαν τον Berkin και την οικογένειά του ως το νεκροταφείο Ferikoy.Ο Elvan που δολοφονήθηκε σε ηλικία μόλις 15 ετών με μια χειροβομβίδα δακρυγόνων κατά τις διαδηλώσεις του 2013, έγινε ένα από τα σύμβολα κατά της αστυνομικής βίας στην Τουρκία.