Μισογυνικός πολιτισμός

[ Κατέ Καζάντη / Ελλάδα / 07.03.23 ]

«Θέλει να παντρευτεί τον αγαπημένο της αρραβωνιαστικό.

Με δάκρυα παραιτήθηκε η πρωθυπουργός της Νέα Ζηλανδίας, Τζακίντα Άρντερν (…) Η πρωθυπουργός επέμεινε ότι δεν είχε κανένα άλλο σχέδιο πέρα από το να χαλαρώσει με την κόρη της και να παντρευτεί τον αρραβωνιαστικό της, Κλαρκ Γκέιφορντ (…). Ανυπομονώ να περάσω και πάλι χρόνο με την οικογένειά μου. (Είπα) στην κόρη μου, η μαμά ανυπομονεί να είναι εκεί όταν θα ξεκινήσεις το σχολείο φέτος, και στον Κλαρκ, ας παντρευτούμε επιτέλους».*

Κάπως έτσι παρουσιάζει μια βαθιά πολιτική είδηση ένα σχετικό δημοσίευμα, το οποίο, σημειωτέον, δεν διαφέρει και πολύ, στο ύφος και στην κουλτούρα που αναπαράγει, από τα υπόλοιπα. Έτσι, ένας βαθιά στερεοτυπικός λόγος, στα όρια του σεξισμού, με καλύπτρα μια σειρά από λέξεις του σύγχρονου συρμού –ενσυναίσθηση, αισιοδοξία κ.ο.κ.-, περίπου επαινούν μια νέα γυναίκα, η οποία, όπως υπαινίσσονται, ξαναγυρνά στον φυσικό της ρόλο. Η νεαρή πρωθυπουργός, αφού ετελεύτησε την παρένθεση του πολιτικού της βίου, τώρα μπορεί να επιστρέψει στο αληθινό καθήκον της. Εκείνο της φροντίστριας της οικίας, της μάνας, της κοπέλας που δεν βλέπει την ώρα να παντρευτεί, του ανθρώπου δηλαδή δίχως διάνοια που αυτοπραγματώνεται μοναχά μέσα από τα παραπάνω.

Ο μισογυνισμός είναι εδώ. Υφέρπει και κυριαρχεί. Διατάσσει. Ό,τι κι αν κάνεις, όσο ψηλά κι αν φτάσεις, γυναίκα γίνεσαι μέσα από τα καταπιεστικά δεσμά της παράδοσης και των ρόλων της. Αλλιώς υπολείπεσαι. Εκκολαπτική μηχανή, υπηρέτρια, σημαντική αλλά μοναχά όταν κρύβεσαι πίσω από τον σημαντικό άντρα. Τα υπόλοιπα πρέπει να υποτάσσονται σ’ αυτά και να βιώνονται παρενθετικά. Ως περιουσία του ανδρός, στον οποίο οφείλεις να επιστρέφεις ξανά και ξανά.

Φαντάζει λογικό άλμα, υπερβολική συνεπαγωγή, κι όμως: αυτού του τύπου ο μισογυνισμός, ο βίαιος χαρακτήρας του πατριαρχικού, καπιταλιστικού κράτους, το κυρίαρχο δηλαδή ιδεολόγημα για το ανδρικό και το γυναικείο, ελλοχεύει πίσω από κάθε γυναικοκτονία. Και αποτελεί εν πολλοίς το αίτιό της.

Ένας εξουσιαστικός μοχλός κατευθύνει τις θηλυκότητες και ορίζει τις ζωές τους. Η περιώνυμη «ολοκλήρωση» της, ενίοτε πολιτισμικά εξαναγκαστικής, μητρότητας, το όνειρο της «νυφούλας» και άλλα παρόμοια ηχηρά, ή λιγότερο ηχηρά, αποκαλύπτουν το ανδρικό προνόμιο, να κάνεις επιλογές δίχως τη σπάθη της λεγόμενης κοινής γνώμης. Κι αν σήμερα η τεχνολογία ελευθερώνει από τη γυναικεία βιολογία, η αναπαραγωγή, βλέπε «οικογένεια», παραμένει βασικός χώρος της πατριαρχίας.

Ως εκ τούτου, στον καπιταλιστικό μας κόσμο, οι θηλυκότητες παραμένουν ανθρωπινότητες δεύτερης κατηγορίας. Η λεγόμενη «γυάλινη οροφή» στους μισθούς παραμένει άθραυστη, τα εργασιακά άβατα των υψηλών αξιωμάτων εξακολουθούν να παραμένουν απροσπέλαστα ενώ στα κάτω της ταξικής διαστρωμάτωσης οι γυναίκες υποφέρουν. Η οικονομική εξάρτηση από τα αρσενικά, ειδικά στα διαστήματα των συστημικών κρίσεων, αποτελεί κοινό τόπο.

Αλλά για να ξεφύγεις από όλα τα παραπάνω δεν αρκεί ο αστικός διακαιωματισμός, να διεκδικείς δηλαδή ισονομία εντός του αστικού κράτους. Διότι όταν το κοινωνικό φύλο διαμορφώνεται μέσα σε συγκεκριμένες υλικές συνθήκες, σε συγκεκριμένα ιστορικά, πολιτικά και πολιτισμικά πλαίσια, να αναπαράγεις, με τις πολιτικές θέσεις σου, αυτές ακριβώς τις αντιδραστικές συνθήκες του ακροφιλελεύθερου καπιταλισμού, να αυτοορίζεσαι ταυτοχρόνως φεμινιστ@ και να πιστεύεις πως θα συντελέσεις σε μιαν οποιαδήποτε κοινωνική αλλαγή, είναι αντινομία. ΄

Διότι ο φεμινισμός δεν είναι το κίνημα που αγωνίζεται για μια δευτερεύουσα αντίθεση, η οποία προέκυψε από τη βασική αντίθεση κεφαλαίου – εργασίας, όπως λ.χ. χειρώνακτες – διανοούμενοι, αυτόχθονες – μετανάστες κ.ά. Είναι το κίνημα ενάντια στη συστημική εκμεταλλευτική βαρβαρότητα που διαμορφώνει τη γυναικεία ταυτότητα ως χρηστική στην κοινωνία, άρα αναπαραγωγική, ή χρηστική στην παραγωγική διαδικασία, άρα φτηνά εργατικά χέρια. Οι αλληλεπικαλυπτόμενες καταπιέσεις, αν και δεν είναι πάντες ταξικές, αποτελούν γεννήματα του καπιταλισμού. Ο οποίος αναπαράγει προς όφελός του το πατριαρχικό - σεξιστικό κοινωνικό μοντέλο.

Κάθε 8η του Μάρτη, το σύστημα ξεπλένεται, αφού πρώτα μετέτρεψε τη μέρα του αγώνα, τη μέρα της κομμουνίστριας Κλάρας Τσέτκιν, σε, περίπου, εμποροπανήγυρη.

Ο  πολυμέτωπος αγώνας είναι μπροστά.

*(iefimerida.gr, 19/01/2023)