Η απάντηση στην μεταπολιτική του φόβου

[ Γιώργος X. Παπασωτηρίου / Ελλάδα / 10.11.19 ]

«...Ακόμη δεν είμαστε φασιστική χώρα, αλλά μπορεί να συμβεί σύντομα (...) Οι ΗΠΑ είναι ένας τόπος χυδαίος, φτηνός, άθλιος και πιστεύω πως ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού είναι πρόθυμο να δεχθεί με φυσικό τρόπο το φασισμό» έγραφε ο Νόρμαν Μέηλερ στο βιβλίο του «Μάγισσα τέχνη». Το ίδιο θα μπορούσε να πει κανείς, σήμερα, και για την Ελλάδα αλλά και για πολλές άλλες χώρες, όπου αναπτύσσεται η μεταπολιτική του φόβου.

Ο φόβος γίνεται η κινητήρια αρχή της σύγχρονης συντηρητικής πολιτικής: φόβος των προσφύγων, φόβος της εγκληματικότητας, φόβος της αποσταθεροποίησης, φόβος της μόλυνσης μεταφορικά και πραγματικά κ.ά.. Ο κοινός τόπος του συνανήκειν γίνεται ο φόβος απέναντι στον Άλλο και το άλλο. Η Η μεταπολιτική του φόβου μεταλλάσσει τις κοινωνίες σε κοινότητες τρομοκρατημένων ατόμων. Η ιδιότυπη αυτή τρομοκρατία συνιστά πλέον την ουσία της πολιτικής και υπηρετείται το ίδιο καλά τόσο από τις αυθεντίες του κυνισμού όσο και από τις αυθεντίες της μανιχαϊκής ηθικής και της «καθαρότητας», που δημοκοπούν, κατασκευάζοντας σκιάχτρα. Τι προτείνουν όλοι αυτοί; Το μίσος. Την απόκτηση ταυτότητας μέσω της εχθρότητας απέναντι στον ξένο. Η οπτική του μίσους τους είναι η καθαρότητα της φυλής, η υπεροχή της ράτσας και του έθνους.

Ποιος είναι ο διαμορφωτής του φόβου και κατ’ επέκταση του μίσους; Δεν είναι μόνο ο ανεκδιήγητος παρουσιαστής, είναι σχεδόν ολόκληρο το τηλεοπτικό πρόγραμμα που νεκρώνει όχι μόνο την ανθρωπιά αλλά και τη δημοκρατία. Η τηλεόραση αποτελεί σημείο-κλειδί στον σύγχρονο πολιτισμό, ως μηχανισμός ελέγχου της σκέψης, καθώς συνιστά μία «μεταφορά»(metaphora), ποιεί δηλαδή πολιτισμό. Βέβαια, ως «μεταφορά» η τηλεόραση δεν είναι λογοτεχνία, είναι, όμως, μία τεχνολογία της εξουσίας που κατασκευάζει τα αφηγήματά της. Η μεταφορική λειτουργία της τηλεόρασης δημιουργεί όχι μόνο την "πραγματικότητα" αλλά και τον πολιτικό πολιτισμό, καθώς μεταβάλλει ριζικά τον τρόπο και το περιεχόμενο του δημόσιου διαλόγου· έναν πολιτισμό που απομυζούν ο καφενειακός, νηπιακός λόγος των δημόσιων συζητήσεων, έναν πολιτισμό συνεχών κύκλων ευτελούς ψυχαγωγίας και γι’ αυτό ικανό να εξαλείψει τον πολιτισμό. Αυτό δεν διαφοροποιείται, αντιθέτως ενισχύεται από τα social media, που λειτουργούν ως πολλαπλασιαστής ισχύος του τηλεοπτικού μηνύματος, ακόμα κι αν κάποτε φαίνεται ότι το ανατρέπουν. O σύγχρονος πολιτισμός χαρακτηρίζεται, τελικά, από την υπερπληροφόρηση που «πνίγει» την αλήθεια μέσα στο «θόρυβο» και τη σύγχυση -γεγονός που καθιστά άχρηστη την απαγόρευση- καταλήγοντας στην καταξίωση της κοινοτοπίας, των «σκουπιδιών», του ανεξάντλητου χάχανου και εντέλει του ψεύδους και του μίσους.

Τι πρέπει να κάνουμε; Ποιοι θα είναι οι θεσμοί, τα «όπλα» μας απέναντι στην τηλεόραση και τις πηγές του φόβου; Η απάντηση είναι οι συλλογικότητες της δράσης, η Πράξη, ο Δρόμος, εκεί που στήνουν τις μουσικές σκηνές τους οι νέοι, εκεί που αγκαλιάζουμε τους πρόσφυγες και τους παρέχουμε ανθρώπινη «ζεστασιά», εκεί που διαμαρτυρόμαστε για την απανθρωπιά, εκεί που διαδηλώνουμε κατά του ρατσισμού και του φασισμού, εκεί που διαλύουμε το φόβο με χορούς και μουσικές, εκεί που ανθίζει η αγωνιστική αλληλεγγύη και η Αγάπη. 

Η ελπίδα βρίσκεται στην επανεύρεση της ουσίας της πολιτικής Πράξης και στον αγώνα για μια νέα σύνθεση: τη συμφιλίωση του ατόμου με την κοινότητα και την ξενότητα, γιατί το βασίλειο του ανθρώπου δεν είναι ο στενόχωρος και αγχωτικός χώρος του υπερφίαλου, άπληστου και κυνικού Εγώ των «νοικοκυραίων», ούτε η αφηρημένη κυριαρχία μιας τρομοκρατικής και συγχρόνως τρομοκρατημένης συλλογικότητας, αλλά εκείνη η ενδιάμεση ζώνη του Εμείς όπου συνηθίζουν να λαμβάνουν χώρα η κατανόηση, η συμπόνια, η συμπάθεια, η αλληλεγγύη και η φιλία για κάθε ανθρώπινη ύπαρξη χωρίς διακρίσεις...