Αθλητικές μπίζνες και παραγωγή «προτύπων»

[ Κατέ Καζάντη / Κόσμος / 24.01.19 ]

Στη βιομηχανία μαζικής παραγωγής προτύπων περίοπτη θέση κατέχουν οι κάθε λογής νικητές. Εκείνοι που, ξεπερνώντας τα φυσικά όρια του μέσου ανθρώπου, υπερίπτανται του κοινωνικού συνόλου, εκπροσωπώντας μιαν άλλη κουλτούρα, καταφατική στις διακρίσεις δυνατού–αδύναμου, ικανού–ανίκανου κ.ο.κ.  Κουλτούρα που ενίοτε απαιτεί μια αφαίρεση της ίδιας της humanitas, του ιδιοσυστατικού που κάνει άνθρωπο τον άνθρωπο.  

Η «μπίζνα» διαμορφώνει και τους όρους της δημοτικότητας των προτύπων. Οι –όντως ίσως- ταλαντούχοι, προϊόντα από τα πριν της βιομηχανίας, οφείλουν, για να ανέβουν σε κάθε είδους βάθρο, να συμμορφωθούν με τους αγοραίους όρους. Πρώτα και κύρια, να συγκατανεύσουν στην υφιστάμενη ρήξη μεταξύ της ιδιωτικής και της κοινωνικής τους ύπαρξης. Να αποδεχτούν το ρόλο τους ως εξωκοινωνικά όντα, στοχοπροσηλωμένα στα «μεγάλα και τα σπουδαία» για τα οποία αγωνίζονται, μακριά από τη γκρίζα ζώνη των αντιφάσεων ενός κόσμου που, ακόμη, βασίζεται στην εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.  

Οι υπερασπιστές της κουλτούρας των νικητών έχουν συγκεκριμένο πολιτικό πρόσημο. Είναι εκείνοι που ομνύουν στις νεωτερικές αξίες της ελευθερίας και της ισότητας, παρουσιάζοντας τις «μεγάλες επιτυχίες» ως αποτέλεσμα διαδικασιών ελεύθερης δημιουργίας. Ο βαθύς, σχεδόν ζωώδης, ανταγωνισμός για την ενίσχυση της ατομικότητας, ώστε να έρθει η «πρωτιά», αποκρύπτεται, μαζί με τις εκ γενετής ανισότητες ενός κόσμου που προβάλλεται ως ο μόνος δυνατός. Αλλά και η ελευθερία μοναχά ως φενάκη μπορεί να ειδωθεί, όταν για να συμμετέχει κανείς στη διαμόρφωση ακόμα και της δικής του τύχης πρέπει να ανήκει ή να υπακούει στην ελίτ.

Ο εκμεταλλευτικός χαρακτήρας του δυτικού πολιτισμού, με τον καταναγκαστικό χαρακτήρα της εργασίας του ανθρώπου, συμπεριλαμβάνει όμως και τους νικητές –πρότυπα. Κι επειδή και τούτοι παραμένουν εργάτες, δίχως ισχυρά μέσα παραγωγής στην κατοχή τους, είναι «υποχρεωμένοι να πωλούνται με το λεπτό, είναι εμπόρευμα όπως κάθε άλλο εμπορεύσιμο είδος» (Κομμουνιστικό Μανιφέστο).

Στον θαυμαστό κόσμο των σπορ, από τους βασικούς πυλώνες της κοινωνίας του θεάματος, αναφύονται και πλασάρονται καιρού εις καιρόν πλείστοι όσοι άνθρωποι πρότυπα, συνοδευόμενοι με το στερεοτυπικό «έκαναν τη χώρα υπερήφανη». Συχνότατα προβάλλονται ως υπερήρωες, αγνοημένοι από το επίσημο κράτος, που με σκληρή προσπάθεια, πάντα μα πάντα, ατομική, φτάνουν ψηλά. Κι από κοντά, η περιώνυμη ιδιωτική πρωτοβουλία με τη συνεισφορά της.

Οι βιομήχανοι του πολιτισμού και του χρήματος, αυτοί που διαμορφώνουν το κοινό γούστο, τις αξίες και τις συνειδήσεις, έχουν κάθε λόγο να πριμοδοτούν, μέσα από τον αθλητισμό, τον ανταγωνισμό για την κορυφή. Και να επενδύουν στη μονάδα, στον δουλευτή ιδιώτη, που τα «καταφέρνει». Είναι ακριβώς το πρότυπο εκείνο του πολίτη που αγνοεί και αδιαφορεί την κοινωνική συνθήκη, εργάζεται ακατάπαυστα και, στο βαθμό που χρησιμοποιείται ως μέσο χειραγώγησης του συνανθρώπου, ούτε το αντιλαμβάνεται ούτε το αντιπαλεύει.

Αθλητές που στρατεύονται αλληλέγγυοι με όσους παλεύουν για έναν καλύτερο, λιγότερο ανταγωνιστικό κόσμο, που τοποθετούν την ταξική και την κοινωνική τους συνείδηση πάνω από τα κέρδη που εισπράττουν από τις πολυεθνικές, αθλητές που αποδομούν το ίδιο τους το βάθρο, αθλητές όντως πρότυπα εθνικά και υπερεθνικά, δυστυχώς, ο καπιταλιστικός πολιτισμός δεν διαθέτει.

Άρτος, ψίχουλα άρτου για πολλούς, και θέαμα: το ψευδοείδωλο μιας περηφάνιας που αφίσταται της ουσίας του ανθρώπου.