Η Έμμα Γκόλντμαν, η «κόκκινη» Έμμα πέθανε στις 14 Μαΐου 1940. Θα αφήσουμε την ίδια να μιλήσει για τη ζωή της, για το νόημα της ζωής, όπως τα αφηγήθηκε την 1η Μαρτίου 1931, επ' ευκαιρία του 29ου Λογοτεχνικού Συμποσίου Foyle's, στο Λονδίνο.
«Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι, το θέμα σήμερα το μεσημέρι είναι «Μια αναρχική κοιτάζει τη ζωή». Δεν μπορώ να μιλήσω για όλους τους άλλους αναρχικούς αλλά για τον εαυτό μου θα ήθελα να πω ότι ήμουν τόσο έντονα απασχολημένη με το να ζω τη ζωή μου, ώστε δεν μου απέμενε στιγμή για να την κοιτάξω. Έχω συναίσθηση ότι για τον καθένα έρχεται μια περίοδος που είμαστε υποχρεωμένοι, αναγκαστικά, να καθήσουμε και να κοιτάξουμε τη ζωή. Η περίοδος αυτή είναι το σοφό γήρας, καθότι όμως ποτέ μου δεν έγινα σοφή δεν περιμένω να φτάσω σε αυτό το σημείο. Οι περισσότεροι άνθρωποι που κοιτάζουν τη ζωή δεν τη ζουν ποτέ. Αυτό που βλέπουν δεν είναι ζωή αλλά μόνο η σκιά της. Δεν έχουν μάθει ότι η ζωή είναι μια κατάρα που τους έχει σταλεί από έναν αδέξιο Θεό, ο οποίος έφτιαξε τον άνθρωπο κατά την εικόνα του; Γι' αυτόν τον λόγο οι περισσότεροι άνθρωποι κοιτάζουν τη ζωή ως ένα είδος εφαλτηρίου προς έναν παράδεισο στην άλλη ζωή. Δεν τολμούν να ζήσουν τη ζωή ή να αδράξουν το πνεύμα της ζωής από τη ζωή όπως τους παρουσιάζεται. Αυτό σημαίνει ρίσκο· σημαίνει την παραίτησή τους από τα μικρά υλικά τους επιτεύγματα. Σημαίνει την αντίθεση προς την «κοινή γνώμη» και τους νόμους και τους κανόνες της χώρας του καθενός. Υπάρχουν λιγοστοί άνθρωποι που έχουν την τόλμη και το κουράγιο να παραιτηθούν από όσα αγκαλιάζουν στην καρδιά τους. Φοβούνται ότι το πιθανό κέρδος τους δεν θα είναι το αντίστοιχο όσων απαρνήθηκαν. Οσο για εμένα, μπορώ να πω ότι [...] μεγάλωσα με τη ζωή, τη ζωή από όλες τις απόψεις της, στα ύψη και στα βάθη της. Το αντίτιμο που πλήρωσα ήταν υψηλό βεβαίως, όμως αν έπρεπε να το πληρώσω πάλι από την αρχή, θα το έκανα με προθυμία, επειδή αν δεν είσαι πρόθυμος να πληρώσεις το αντίτιμο, αν δεν είσαι πρόθυμος να βουτήξεις στα βάθη, δεν θα κατορθώσεις ποτέ να αναρριχηθείς και πάλι στα ύψη της ζωής.
Φυσικά η ζωή παρουσιάζει τον εαυτό της με διαφορετικές μορφές σε διαφορετικές ηλικίες. Ανάμεσα στην ηλικία των οκτώ και των δώδεκα ονειρευόμουν να γίνω μια Ιουδίθ. Αποζητούσα να εκδικηθώ για τα δεινά του λαού μου, των Εβραίων, να κόψω το κεφάλι του κάθε Ολοφέρνη. Όταν ήμουν 14 ήθελα να σπουδάσω ιατρική, ώστε να είμαι ικανή να βοηθήσω τους συνανθρώπους μου. Όταν ήμουν 15 υπέφερα από έρωτα δίχως ανταπόδοση και επιθυμούσα να αυτοκτονήσω με ρομαντικό τρόπο, πίνοντας πολύ ξίδι. Πίστευα ότι αυτό θα με έκανε να φαίνομαι αέρινη και ενδιαφέρουσα, πολύ χλωμή και ποιητική, όταν θα βρισκόμουν στον τάφο μου, στα 16 όμως αποφάσισα έναν πιο δοξαστικό θάνατο. Ήθελα να χορέψω μέχρι θανάτου.
Ύστερα ήρθε η Αμερική, η Αμερική με τα τεράστια εργοστάσιά της, να σπρώχνω τα πετάλια μιας μηχανής για δέκα ώρες την ημέρα, προς δυόμισι δολάρια την εβδομάδα. [Την εμπειρία αυτή] ακολούθησε το μεγαλύτερο γεγονός της ζωής μου, αυτό που με έκανε αυτό που είμαι. Ηταν η τραγωδία στο Σικάγο, το 1887, όταν πέντε από τους πιο ευγενείς ανθρώπους δολοφονήθηκαν δικαστικά από την Πολιτεία του Ιλινόι. Ήταν οι διάσημοι αναρχικοί της Αμερικής - ο Πάρσονς, ο Σπάις, ο Φίσερ, ο Ένγκελς και ο Λινγκ - που δολοφονήθηκαν με τον νόμο την 11η Νοεμβρίου 1887. Ο γενναίος, νεαρός Λινγκ εξαπάτησε τους εκτελεστές του, προτιμώντας να πεθάνει από το ίδιο του το χέρι, ενώ τρεις άλλοι σύντροφοι των εκτελεσθέντων - ο Νίμπι, ο Φίλντεν και ο Σβαμπ - καταδικάστηκαν σε φυλάκιση. Ο θάνατος αυτών των μαρτύρων του Σικάγο ήταν η πνευματική μου γέννηση: το ιδεώδες τους έγινε το κίνητρο ολόκληρης της ζωής μου.
Συνειδητοποιώ ότι οι περισσότεροι από εσάς έχουν πολύ ανεπαρκή, παράξενη και συνήθως ψευδή αντίληψη του αναρχισμού. Δεν σας κατηγορώ. Παίρνετε τις πληροφορίες σας από τον ημερήσιο Τύπο. Αυτό όμως είναι το τελευταίο μέρος στη γη για να ψάξετε για την αλήθεια οποιασδήποτε μορφής. Ο αναρχισμός, για τους μεγάλους δασκάλους και ηγέτες της πνευματικής πλευράς της ζωής, δεν ήταν δόγμα, δεν ήταν κάτι που στραγγίζει το αίμα από την καρδιά και κάνει τους ανθρώπους ζηλωτές, δικτάτορες ή απίθανα βαρετούς. Ο αναρχισμός είναι μια δύναμη απελευθερωτική επειδή διδάσκει τους ανθρώπους να βασίζονται στις δικές τους δυνατότητες, τους διδάσκει πίστη στην ελευθερία και εμπνέει άνδρες και γυναίκες να παλεύουν για μια κατάσταση της κοινωνικής ζωής όπου όλοι θα είναι ελεύθεροι και ασφαλείς. Στον σημερινό κόσμο δεν υπάρχει ούτε ελευθερία ούτε ασφάλεια: είτε κάποιος είναι πλούσιος είτε φτωχός είτε το επίπεδό του είναι υψηλό είτε χαμηλό, κανένας δεν είναι ασφαλής όσο υπάρχει έστω και ένας σκλάβος στον κόσμο. Κανένας δεν είναι ελεύθερος ή ασφαλής όσο πρέπει να υποτάσσεται στις διαταγές, στα καπρίτσια ή στη θέληση κάποιου άλλου, ο οποίος έχει τη δύναμη να τον τιμωρήσει, να τον στείλει στη φυλακή ή να του στερήσει τη ζωή, να διατυπώσει τους όρους της ύπαρξής του, από την κούνια του ακόμη ως τον τάφο.
Δεν είναι μόνο λόγω της αγάπης προς τον συνάνθρωπο, είναι για το δικό τους καλό που οι άνθρωποι πρέπει να μάθουν να κατανοούν το νόημα και τη σημασία του αναρχισμού και δεν θα αργήσει η στιγμή που θα εκτιμήσουν τη μεγάλη αξία και ομορφιά της φιλοσοφίας του.
Ο αναρχισμός αντιμάχεται κάθε απόπειρα μιας ομάδας ανθρώπων ή ενός ατόμου να διαχειρίζεται τη ζωή των άλλων. Η βάση του αναρχισμού είναι η πίστη στην ανθρωπότητα και στις δυνατότητές της, ενώ όλες οι άλλες κοινωνικές φιλοσοφίες δεν έχουν καμία απολύτως πίστη στην ανθρωπότητα. Οι άλλες φιλοσοφίες επιμένουν ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να κυβερνήσει τον εαυτό του και πρέπει να κυβερνάται. Σήμερα οι περισσότεροι πιστεύουν ότι όσο ισχυρότερη είναι η κυβέρνηση τόσο πιο επιτυχημένη θα είναι η κοινωνία. Πρόκειται για την παλαιά πεποίθηση στη ράβδο: όσο περισσότερο τη χρησιμοποιεί κανείς πάνω σε ένα παιδί τόσο αξιότερο θα γίνει όταν μεγαλώσει και γίνει άνδρας ή γυναίκα. Έχουμε ελευθερωθεί από αυτή τη βλακεία. Έχουμε φτάσει να κατανοούμε ότι εκπαίδευση δεν σημαίνει ξύλο, δεν σημαίνει το σακάτεμα, το σκέβρωμα, τη συντριβή της νεαρής ζωής. Έχουμε μάθει ότι η ελευθερία στην ανάπτυξη ενός παιδιού εξασφαλίζει καλύτερα αποτελέσματα, και όσον αφορά το παιδί και όσον αφορά την κοινωνία.
Αυτός, κυρίες και κύριοι, είναι ο αναρχισμός. Όσο μεγαλύτερες είναι η ελευθερία και οι ευκαιρίες για κάθε μονάδα της κοινωνίας τόσο αξιότερο θα είναι το άτομο και τόσο το καλύτερο για την κοινωνία· και τόσο πιο δημιουργική και εποικοδομητική θα είναι η ζωή του συνόλου. Αυτό, εν συντομία, είναι το ιδανικό στο οποίο αφιέρωσα τη ζωή μου.
Ο αναρχισμός δεν είναι μια θεωρία κομμένη και αποξηραμένη. Είναι ένα ζωοφόρο πνεύμα που αγκαλιάζει όλη τη ζωή. Γι' αυτό δεν απευθύνομαι μόνο σε ορισμένα στοιχεία της κοινωνίας: δεν απευθύνομαι μόνο στους εργάτες. Απευθύνομαι στις ανώτερες τάξεις επίσης, επειδή πράγματι χρειάζονται διαφώτιση περισσότερο από τους εργάτες. Η ίδια η ζωή διδάσκει τις μάζες και είναι μια αυστηρή, αποτελεσματική δασκάλα. Δυστυχώς η ζωή δεν διδάσκει εκείνους που θεωρούν τους εαυτούς τους επίλεκτους της κοινωνίας, τους καλύτερα μορφωμένους, τους ανώτερους. Πίστευα πάντα ότι κάθε μορφή πληροφορίας και εκπαίδευσης που βοηθά να διευρυνθεί ο πνευματικός ορίζοντας των ανδρών και των γυναικών είναι πολλή χρήσιμη και θα έπρεπε να χρησιμοποιείται. Επειδή, σε τελευταία ανάλυση, η μεγάλη περιπέτεια - που είναι η ελευθερία, η αληθινή έμπνευση όλων των ιδεαλιστών, των ποιητών και των καλλιτεχνών - είναι η μόνη ανθρώπινη περιπέτεια για την οποία αξίζει να παλεύει και να ζει κανείς.
Δεν γνωρίζω πόσοι από εσάς έχουν διαβάσει το θαυμάσιο πεζοτράγουδο του Γκόρκι που λέγεται Το φίδι και το γεράκι. Το φίδι δεν μπορεί να καταλάβει το γεράκι. «Γιατί δεν ξεκουράζεσαι εδώ στα σκοτεινά, στην όμορφη, γλιστερή υγρασία;» ρωτάει το φίδι. «Γιατί να πετάγεσαι στους ουρανούς; Δεν ξέρεις τους κινδύνους που παραμονεύουν εκεί, τη βία και την καταιγίδα που σε περιμένουν εκεί, και το όπλο του κυνηγού που θα σε γκρεμίσει και θα καταστρέψει τη ζωή σου;». Αλλά το γεράκι δεν έδειξε προσοχή. Άπλωσε τις φτερούγες του και πετάχτηκε στους αιθέρες, το θριαμβευτικό τραγούδι του να αντηχεί στους ουρανούς. Μια μέρα το γεράκι γκρεμίστηκε, το αίμα ανάβλυζε από την καρδιά του και το φίδι είπε: «Ανόητε, σε προειδοποίησα, σου είπα να μείνεις εκεί όπου ήμουν, στα σκοτεινά, στην όμορφη, ζεστή υγρασία, όπου κανένας δεν μπορούσε να σε βρει και να σε βλάψει». Αλλά με την τελευταία του πνοή το γεράκι απάντησε: «Έχω πετάξει στους αιθέρες, έχω ανεβεί σε ύψη ιλιγγιώδη, έχω αντικρίσει το φως, έχω ζήσει, έχω ζήσει!»
Η Έμμα Γκόλντμαν μεγάλωσε σε μια μεσοαστική Εβραϊκή οικογένεια στο Κάουνας της Λιθουανίας, όπου η οικογένειά της διηύθυνε ένα μικρό πανδοχείο. Την περίοδο της πολιτικής καταστολής μετά την δολοφονία του Αλέξανδρου Β’, μετακόμισε στην Αγία Πετρούπολη. Εκεί, η οικογένειά της γνώρισε οικονομικές δυσκολίες και η Έμμα αποφάσισε να δουλέψει σε ένα εργοστάσιο ως κατασκευάστρια κορσέδων. Στον εργασιακό αυτό χώρο η Γκόλντμαν ήρθε σε επαφή με επαναστατικές ιδέες. Απέκτησε ένα αντίγραφο του Τί Πρέπει να Γίνει, του Τσερνισέφσκι, που καλλιέργησε μέσα της τους σπόρους των αναρχικών ιδεών της.
Στην ηλικία των 17 μετανάστευσε με την αδελφή της, Helene, στο Ρότσεστερ των ΗΠΑ, για να ζήσουν με την αδελφή τους Lena. Η Γκόλντμαν δούλεψε για μερικά χρόνια σε ένα εργοστάσιο υφασμάτων, και το 1887 παντρεύτηκε τον συνάδελφό της στο εργοστάσιο Jacob Kersner. Το κρέμασμα τεσσάρων αναρχικών μετά την εξέγερση του Χέιμαρκετ έφερε την νεαρή Έμμα Γκόλντμαν στο αναρχικό κίνημα, και στα είκοσί της έγινε ενεργή επαναστάτρια. Παράτησε το γάμο της και την οικογένειά της και ταξίδευσε στο Νιου Χέιβεν και μετά στην πόλη της Νέας Υόρκης. Η Γκόλντμαν και ο Κέρσνερ παρέμειναν νόμιμα παντρεμένοι, γεγονός που της επέτρεψε να διατηρήσει την Αμερικανική της υπηκοότητα.
Στην πόλη της Νέας Υόρκης συνάντησε και έμεινε μαζί με τον Αλεξάντερ Μπέρκμαν (Alexander Berkman), ο οποίος ήταν μια σημαντική μορφή του αναρχικού κινήματος στις Ηνωμένες Πολιτείες εκείνη την περίοδο. Η υπεράσπισή της για την απόπειρα δολοφονίας του Μπέρκμαν εναντίον του Χένρι Κλέι Φρικ (Henry Clay Frick) -ιδιοκτήτη της Εταιρίας Carnegie Steel Company που αντιμετώπισε μια απεργία με βία- τον Ιούλιο του 1892 την έκανε πολύ αντιπαθή στις αρχές. Ο Μπέρκμαν (ή Sasha όπως στοργικά αναφερόταν σ’αυτόν) φυλακίστηκε για δεκατέσσερα χρόνια, και του δόθηκε χάρη το 1906.
Την ίδια περίοδο έγινε φίλη και με τον Hippolyte Havel.
Το 1893 φυλακίστηκε στις φυλακές του Blackwell’s Island επειδή δημοσίως πρότεινε στους άνεργους εργάτες πως έπρεπε “Να ζητήσετε δουλειά. Αν δεν σας δώσουν δουλειά, ζητείστε ψωμί. Αν δεν σας δώσουν δουλειά ή ψωμί, πάρτε το ψωμί.” (η δήλωση αυτή είναι μια σύνοψη της αρχής της απαλλοτρίωσης που υποστηρίχτηκε από αναρχικούς όπως ο Πέτρος Κροπότκιν). Καταδικάστηκε ως “υποκινήτρια ταραχών” από ένα ποινικό δικαστήριο της Νέας Υόρκης, παρά τις ένορκες καταθέσεις δώδεκα μαρτύρων προς υπεράσπισή της. Το σώμα των ενόρκων βάσισε την ετυμηγορία του στην κατάθεση ενός μόνο ατόμου, κάποιου Ντετέκτιβ Jacobs. Σαν απάντηση στην φυλάκιση αυτή η Voltairine de Cleyre έδωσε τη διάλεξη Προς Υπεράσπιση της Έμμα Γκόλντμαν (In Defense of Emma Goldman). Ενώ εξέτιε την μονοετή καταδίκη της, ανέπτυξε ένα δυνατό ενδιαφέρον για την νοσηλευτική.
Στις 10 Σεπτεμβρίου του 1901 συνελήφθη, μαζί με εννέα άλλους, στο Σικάγο, κατηγορούμενη για συνωμοσία για τη δολοφονία του προέδρου Ουίλλιαμ ΜακΚίνλεϊ. Ο Leon Czolgosz, ένας μοναχικός οπαδός του αναρχισμού, είχε πυροβολήσει τον πρόεδρο μερικές μέρες πρωτύτερα. Ο Leon Czolgosz βρέθηκε ένοχος για το φόνο και εκτελέστηκε.
Το 1906, άρχισε στην Αμερική την έκδοση του μηνιαίου περιοδικού “Mother Earth” (“Μητέρα Γη”), που συνέχισε να εκδίδεται μέχρι τον Αύγουστο του 1917. Στις γραμμές αυτού του περιοδικού, εκτός από την παρουσίαση των αναρχικών ιδεών, αναπτύσσονταν οι ιδέες του Ίψεν, του Στρίνμπεργκ, του Όσκαρ Ουάιλντ και άλλων. Το 1907, συμμετείχε ως ένας από τους Αμερικάνους αντιπροσώπους στο Διεθνές Αναρχικό Συνέδριο του Άμστερνταμ (24-31 Αυγούστου του 1907). Το 1910, εκδόθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες (και το 1911 στη Μεγάλη Βρετανία) το θεωρητικό της έργο “Anarchism and other Essays” (“Αναρχισμός και άλλα Δοκίμια”). Το 1914, εκδόθηκε το έργο της “The Social Significance of the Modern Drama” (“Η Κοινωνική Σημασία του Συγχρόνου Δράματος”), όπου τονίζει και την αισθητική διάσταση του αγώνα για την ελευθερία.
Την 1 Φεβρουαρίου του 1916, συνελήφθη και φυλακίστηκε ξανά για την διανομή προκηρύξεων υπέρ της αντισύλληψης. Η Γκόλντμαν, όπως και άλλοι πρώιμοι φεμινιστές, έβλεπε την έκτρωση ως μια τραγική συνέπεια των κοινωνικών συνθηκών.
Η τρίτη φυλάκισή της έγινε το 1917, αυτή τη φορά για την παρακώλυση της στρατολόγησης (Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος) .
Το 1919, μαζί με τον Μπέρκμαν και άλλους 247 Αμερικάνους ριζοσπάστες που κατάγονταν από τη Ρωσία, απελάθηκε από τις Ηνωμένες Πολιτείες και μεταφέρθηκε στη Ρωσία με το στρατιωτικό σκάφος Μπάφορντ. Εκεί, συναντήθηκε με σημαντικές προσωπικότητες της εποχής, όπως τον Μαξίμ Γκόρκυ, την Αλεξάνδρα Κολλοντάι, τον Ανατόλι Λουνατσάρσκυ, την Αγγέλικα Μπαλαμπάνοφ και τον Λένιν. Εξ αιτίας της συνεχώς αυξανόμενης επίθεσης του λενινιστικού ολοκληρωτισμού κατά των επαναστατικών κατακτήσεων (σοβιέτ, εργοστασιακά συμβούλια) και κατά των αναρχικών και ιδιαίτερα εξ αιτίας της κτηνώδους καταστολής της εξέγερσης της Κροστάνδης απο τον Τρότσκυ και τον Κόκκινο Στρατό, η Γκόλντμαν και ο Μπέρκμαν δεν ήταν δυνατό να μείνουν άλλο και ενκατέλειψαν τη Ρωσσία στα τέλη του 1921. Το 1923, κυκλοφόρησε στη Νέα Υόρκη το βιβλίο της “ My disillusionment in Russia” (“Η διάλυση των αυταπατών μου στη Ρωσσία”) και το 1924 το βιβλίο της “My further disillusionment in Russia” (“Η περαιτέρω διάλυ ση των αυταπατών μου στη Ρωσσία”), που εκ- δόθηκαν στη Μεγάλη Βρετανία σ’ ένα τόμο, το 1925. Από το 1927, σε ηλικία πια 58 χρονών, άρχισε να γράφει τις αναμνήσεις της, που εκδόθηκαν τον Οκτώβριο του 1931 στις Ηνωμένες Πολιτείες (το 1932 εκδόθηκαν στη Μεγάλη Βρετανία) με τον τίτλο “Living My life” (“Ζώντας τη ζωή μου”). Το 1936, αυτοκτόνησε ο Μπέρκμαν με μία σφαίρα στο στομάχι. Ο χαμός του Μπέρκμαν και η κατάληξη της Ρωσικής επανάστασης ήταν γεγονότα οδυνηρά για την Έμμα Γκόλτμαν, αλλά όταν ξέσπασε η Ισπανική επανάσταση αναπτερώθηκαν οι ελπίδες της για το μετασχηματισμό της κοινωνίας.
Έτσι το 1936, η Γκόλντμαν πήγε στην Ισπανία για να υποστηρίξει την Ισπανική Επανάσταση και τον αγώνα ενάντια στον φασισμό του Φρανσίσκο Φράνκο, γεγονότα που έμειναν γνωστά ως Ισπανικός Εμφύλιος Πόλεμος. Εκείνη την περίοδο συνέγραψε την νεκρολογία του διακεκριμένου Ισπανού αναρχικού Μπουεναβεντούρα Ντουρρούτι (Buenavantura Durruti) σε ένα κομμάτι πρόζας γεμάτης ζωντάνια που τιτλοφορείται Ο Ντουρρούτι είναι Νεκρός, Κι όμως Ζωντανός (Durruti is Dead, Yet Living) που αντηχεί το Adonais του Σέλλεϋ.
Η Έμμα Γκόλντμαν πέθανε από καρδιακή προσβολή στο Τορόντο, στις 14 Μαΐου του 1940. Η αμερικανική Υπηρεσία Μετανάστευσης και Πολιτογράφησης επέτρεψε τη μεταφορά της σορού της πίσω στις ΗΠΑ, και ετάφη στο German Waldheim Cemetery στο Forest Park, Illinois, ένα προάστιο του Σικάγου κοντά στο μέρος που είναι θαμμένοι οι μάρτυρες του Χέιμαρκετ. Η επιγραφή στον τάφο της αναγράφει: «Η ελευθερία δε θα κατέβει στον λαό, ο λαός πρέπει να ανυψωθεί στην Ελευθερία».