Όλα τα παίγνια είναι στημένα
[ Γιώργος X. Παπασωτηρίου / Ελλάδα / 02.02.20 ]Τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα αφού στήριξαν παντοιοτρόπως την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, ζητούν τώρα την απολαβή τους. Έτσι γινόμαστε μάρτυρες του «πολέμου των νικητών» για τα λάφυρα. Μάλιστα, στο κύριο άρθρο της, σήμερα, η συντηρητική εφημερίδα «Η Καθημερινή» καλεί την κυβέρνηση να επιτελέσει το ρόλο της, δηλαδή να «διαιτητεύσει» ώστε η μοιρασιά να γίνει με κριτήρια «δημοσίου συμφέροντος». Πώς εννοούν όμως το δημόσιο συμφέρον; Το αντιλαμβάνονται ως το συμφέρον όλων, ή ως το συμφέρον των λίγων; Θα δείξουμε ότι ισχύει το δεύτερο.
Αλλά ας διαβάσουμε το άρθρο: «Ο πολιτικός κόσμος αντιδρά σαν να ήταν η πολιτεία ανίσχυρη. Σαν να μην είχε η δημοκρατικά νομιμοποιημένη εξουσία θεσμική υπεροπλία απέναντι στα συμφέροντα, που διεκδικούν ρόλο κράτους εν κράτει. Οι πολιτικές δυνάμεις –όλες οι πολιτικές δυνάμεις- πρέπει να ξεπεράσουν τη φοβία του πολιτικού κόστους και να συνειδητοποιήσουν ότι έχουν όχι μόνον την εντολή, αλλά και την ισχύ να υπηρετήσουν το δημόσιο συμφέρον. Με αυτό το πνεύμα, πρέπει να στηρίζουν τους επόπτες της αγοράς και του ποδοσφαίρου, της Δικαιοσύνης και τις φορολογικές αρχές, προκειμένου να επιτελούν το έργο τους έναντι όλων, όση επιρροή και αν νομίζουν ότι διαθέτουν. Η Δημοκρατία δεν εκβιάζεται».
Η φιλοκυβερνητική εφημερίδα διαπιστώνει ότι τα «συμφέροντα διεκδικούν ρόλο κράτους εν κράτει». Δεν τα ονομάζει. Γράφει ότι «Η Δημοκρατία δεν εκβιάζεται», άρα κάποιος ή κάποιοι εκβιάζουν την κυβέρνηση. Ποιοι είναι αυτοί; Γιατί δεν τους κατονομάζει; Η εφημερίδα που καλεί τους πολιτικούς να ξεπεράσουν τη φοβία τους, δεν τολμά να μιλήσει με ονόματα. Ούτε την κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό ονομάζει. Απλώς απευθύνεται στον… «πολιτικό κόσμο» και τον καλεί «να ξεπεράσει τη φοβία του πολιτικού κόστους»! Μόνο που δεν κυβερνά την Ελλάδα ο «πολιτικός κόσμος», αλλά η κυβέρνηση της ΝΔ με πρωθυπουργό τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Η εφημερίδα «κρύπτεσθαι φιλεί». Και κρύβει την κριτική μέσα στη γενικές έννοιες «πολιτικός κόσμος» και "πολιτικό σύστημα", επιρρίπτοντας την ευθύνη σε όλους, γενικώς και ανεξαιρέτως. Είναι βέβαιο, όμως, ότι τα λέει στη «νύφη» για να τα ακούσει ο πρωθυπουργός. Του επισημαίνει ότι έχει και «την εντολή, αλλά και την ισχύ να υπηρετήσουν (-ει) το δημόσιο συμφέρον», ότι έχει «θεσμική υπεροπλία». Με άλλα λόγια, καλεί τον Κυριάκο Μητσοτάκη να αφήσει τους θεσμούς: τη Δικαιοσύνη, τις φορολογικές αρχές, τις εποπτικές αρχές του ποδοσφαίρου να κάνουν τη δουλειά τους και να τους προστατεύσει «έναντι όλων» των ισχυρών, κυρίως έναντι των... ακατονόμαστων εκβιαστών.
Με άλλα λόγια η συντηρητική εφημερίδα καλεί τον πρωθυπουργό και την κυβέρνηση να διασφαλίσει και να προστατεύσει τους κρατικούς θεσμούς (και λειτουργούς) ώστε να διαδραματίζουν το ρόλο του «διαιτητή» όχι μεταξύ των μεγάλων συμφερόντων και των εργαζομένων, όχι μεταξύ των «πάνω» και των «κάτω», προστατεύοντας τους αδύναμους, αλλά μεταξύ των μεγάλων ιδιωτικών συμφερόντων που συγκρούονται μεταξύ τους, χρησιμοποιώντας όλη τη θεσμική, κοινωνική και πολιτική επιρροή τους.
Είναι γνωστό ότι το κράτος λειτουργεί συνολικά «προς όφελος λίγων μεγάλων συμφερόντων». Όταν όμως υπάρχει κοινωνική και πολιτική ένταση, όπως στις περιπτώσεις μεγάλων κινητοποιήσεων και εξεγέρσεων των «κάτω», τότε το κράτος διαδραματίζει το ρόλο του διαιτητή. Όμως δεν είναι αυτή η περίπτωσή μας σήμερα. Η κλήση για επιδιαιτησία αφορά τους «πάνω» και τα μεταξύ τους αντίπαλα συμφέροντα. Με άλλα λόγια, πρόκειται για την μοιρασιά της πίτας μεταξύ των ισχυρών. Η κρίση, συνεπώς, οφείλεται στο γεγονός ότι υπάρχουν μεγάλα οικονομικά συμφέροντα που δεν αποδέχονται την αντικειμενικότητα και το αδιάφθορο της ελληνικής επιδιαιτησίας. Γι’ αυτό ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατέφυγε στην αλλοδαπή(στην ΟΥΕΦΑ και τη FIFA). Αυτό είναι μία αναγνώριση του γεγονότος ότι «όλα τα παίγνια είναι στημένα», ότι οι ελεγκτικοί μηχανισμοί και οι... διαιτητές είναι πληρωμένοι! Ότι ο ανταγωνισμός δεν είναι ούτε ισότιμος ούτε δημοκρατικός, αλλά ένας ανταγωνισμός στη διαφθορά. Οι ίδιοι οι δημόσιοι θεσμοί δεν είναι πεδία δημοκρατικής σύγκρουσης των κοινωνικών τάξεων, αλλά είναι -αλλού λιγότερο και αλλού περισσότερο- ελεγχόμενοι από τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα. Οι «θεσμοί» αυτοί «προμηθεύουν στους υπάκουους πολιτικούς τους απαραίτητους πόρους (σ.σ. χρήματα, πρόσβαση στα ΜΜΕ) για να κερδίζουν τις εκλογές, αλλά και ασφαλή καταφύγια στην περίπτωση αποτυχίας(σ.σ. θέσεις σε πανεπιστήμια, εταιρείες κ.ά.)». Αντιθέτως, διώκουν και υπονομεύουν τους αντιτιθέμενους, τους ανυπάκουους. Οι ίδιοι θεσμοί συντηρούν «το μεγάλο ετοιμοπόλεμο στρατό διανοουμένων και ακτιβιστών» που θα εκλαϊκεύσουν και θα ενισχύσουν αντιλήψεις όπως αυτή του «Νόμου και Τάξης», ή της «κακής» βίας των αντιεξουσιαστών, αποσιωπώντας την άγρια αστυνομική βία, την άποψη για την αχρηστία του κράτους και το… άδικο (αφού αλλοιώνει τον ανταγωνισμό) κοινωνικό κράτος, για το ζημιογόνο των μισθολογικών αυξήσεων και για την ανάγκη ελάφρυνσης της φορολόγησης των επιχειρήσεων κ.ά.
Το σημερινό πρόβλημα των ισχυρών συμφερόντων είναι ότι έχουν υποστεί διάβρωση ακόμα και εκείνοι οι θεσμοί στους οποίους στηρίζεται η «σχετική ισότητα» μεταξύ των «πάνω», δηλαδή η σχετικά ίση αντιμετώπιση των μεγάλων οικονομικών συμφερόντων μεταξύ τους. Περί αυτού ο λόγος σήμερα. Συνεπώς, η «θεσμική υπεροπλία» στην οποία αναφέρεται «Η Καθημερινή», καλώντας την κυβέρνηση να την «στηρίξει» έναντι όλων των ισχυρών είναι ήδη διαβρωμένη, καθώς έχει αναπτυχθεί ένα δίκτυο θεσμών «νόμιμης παρανομίας» με οσμή μαφίας -μέσα ενημέρωσης, ποδοσφαιρικές ομάδες και οπαδικοί στρατοί, ομάδες χρηματοδοτούμενων εμμέσως ή αμέσως βουλευτών και κομμάτων, ίσως και παραδικαστικαστικά(η Novartis αυτό δείχνει), πανεπιστήμια, εκκλησιαστικές και παραεκκλησιαστικές οργανώσεις με τεράστια κοινωνική επιρροή και διαρκή κατήχηση, σύλλογοι φιλανθρωπικού εξευτελισμού κ.ά.
Ναι, λοιπόν, «Η Δημοκρατία δεν εκβιάζεται», αλλά για ποια «Δημοκρατία» μιλούν;