Μαρία Λούκα Maria Louka
Είναι οι πιο βαριές μέρες των τελευταίων χρόνων. Ξέρω ανθρώπους που αγκαλιάζουν σφιχτά τα παιδιά τους και σκουπίζουν γρήγορα τα μάτια τους, ενήλικες που παίρνουν τηλέφωνο τους γονείς τους με μαλακωμένη φωνή για να πουν ότι είναι καλά και να μην ανησυχούν, φίλες που μοιράζονται τον φόβο τους και στέλνουν "είμαι εδώ για ο, τι χρειαστεί", ανθρώπους που δε μπορούν να σηκωθούν από το κρεβάτι κι άλλους που δε μπορούν να σταθούν πουθενά, νέους που στήθηκαν στην ουρά για να δώσουν αίμα και νοσηλεύτριες που δε θυμούνται πόσες ώρες ή μέρες έχουν να κοιμηθούν, ανθρώπους που δε μπορούν να κατέβουν στις διαδηλώσεις αλλά η σκέψη τους είναι εκεί κι άλλους που γυρίζουν σπίτι τους με ρούχα ποτισμένα από τα δακρυγόνα, μαθήτριες που βγάζουν φωτιά από τα χέρια τους και εργαζόμενους που δεν έχουν μυαλό για δουλειά. Μια κοινωνία ολόκληρη μ' έναν κόμπο στο λαιμό.
Το κράτος ως κακοποιητής απέναντι της, παραπλανά, εμπαίζει, επανατραυματίζει τους συγγενείς των θυμάτων, τις κοινότητες τους, τον καθένα και την καθεμία από εμάς που σκέφτεται ότι θα μπορούσε να είναι στη θέση τους. Προσπαθεί να συγκαλύψει, να χειραγωγήσει, να καταστείλει, να καθορίσει ακόμα και το πώς θα αποχαιρετίσουν οι οικογένειες τους ανθρώπους τους, να παρέμβει στη μνήμη και το θρήνο. "Στον κόσμο του Κρέοντα δεν υπάρχουν άνθρωποι με σάρκα και αίμα" γράφει η Χριστίνα Ουζουνίδου στα "Ίχνη της Αντιγόνης".
Ανεχτήκαμε πολλά, παρά πολλά, όχι γιατί το θέλαμε και το επιλέξαμε αλλά γιατί έτσι λειτουργεί το σοκ μερικές φορές όταν είναι απανωτό και πολλαπλό. Δεν προλαβαίνεις να επεξεργαστείς τι σου συμβαίνει και να αντιδράσεις. Βυθίζεσαι. Όμως η κοινωνία δεν αντέχει άλλο θάνατο, άλλο έγκλημα, άλλη απαξίωση, άλλο αυταρχισμό. Δεν αντέχει άλλο. Κι αυτή την οργή που ξεχειλίζει από παντού σε κάθε σπίτι, σε κάθε γειτονιά, σε κάθε πόλη δε θα την πνίξουν ούτε τα χημικά, ούτε τα ψέματα.