Τα κόμματα, οι διανοούμενοι και η αποχή από την πολιτική

[ Φοίβος Γκικόπουλος / Ελλάδα / 02.07.18 ]

                 Όποιος, σαν εμένα, δεν πιστεύει σε αξίες που πραγματοποιούνται έξω από την επίγεια ζωή των συνασπισμένων ανθρώπων, δεν πρέπει ούτε να ζητά για τον εαυτό του ούτε να συμβουλεύει άλλους στην απόλυτη πολιτική αδιαφορία: πράγματι, δεν πρέπει να αδιαφορεί για τις συνθήκες και τις πολιτικές αλλαγές της κοινωνίας στην οποία ζει, ούτε να αφιερώνει το μεγαλύτερο μέρος των δραστηριοτήτων του σε στόχους που δεν έχουν καμιά σχέση με τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της κοινωνίας. Η απόλυτη φυγή από την πολιτική είναι τόσο απατηλή όσο και η φυγή από την φιλοσοφία: κάνει πολιτική ακόμη κι αυτός που την υποτιμά και θεωρεί ισχυρή τη θρησκευτική ή την ηθική ή την αισθητική απόλαυση, επειδή αποδέχεται μια συγκεκριμένη μορφή πολιτικής ή παίρνει μια απόφαση που συνδράμει στο να τον καθιστά αδιάφορο.

                Στον αντίθετο πόλο σε σχέση με τους διάφορους τρόπους δράσης, τοποθετείται και η αποκλειστική στράτευση σε ένα κόμμα. Η κοινωνική χρησιμότητα και η αξία μιας τέτοιας ασχολίας εξαρτώνται από τα πολιτικά ιδανικά για τα οποία παλεύει ο στρατευμένος∙ αλλά σε κάθε περίπτωση είναι επικίνδυνο να ανάγεις το κόμμα σε απόλυτη αξία και φετίχ. Υπάρχουν τουλάχιστον δύο εμφανείς κίνδυνοι: α) η ηγεσία που θα πρέπει να εκφράζει την πολιτική βούληση ολόκληρου του κόμματος ή, τουλάχιστον, της πλειοψηφίας του και β) μια ομάδα ανθρώπων που η σχέση τους μπορεί να εκφυλιστεί σε μια σύμπραξη ειδικών συμφερόντων: αν ο στρατευμένος θεωρεί την υπακοή στο κόμμα μια αναμφισβήτητη υποχρέωση, αν χάνει την αναγκαία κριτική συνείδηση για να μετρήσει την καταλληλότητα της πολιτικής δράσης, αν καταλήγει τυφλό εργαλείο του κόμματος αντί να θεωρεί το κόμμα ως μια οργάνωση με σκοπό την πραγματοποίηση συγκεκριμένων ιδανικών, τότε μπορεί να καταλήξει μια μαριονέτα που κινείται από εκείνα τα ιδιαίτερα συμφέροντα, ένα ανεύθυνο εργαλείο μιας κλίκας ή συνεργός ενός εκφυλισμού. Ακόμη όμως και χωρίς τον εκφυλισμό δεν είναι σπάνιο ένα κόμμα, ή για δικούς του λόγους συνοχής ή λόγω αδράνειας, να κλείνεται στο καβούκι του, να καταλήγει ανίκανο να αισθανθεί και να αποδεχθεί τις νέες ιδέες, τις επείγουσες ανάγκες της κοινωνίας, ειδικά όταν αυτή προσπαθεί να μπει σε γρήγορη τροχιά ανάπτυξης. Ο στρατευμένος που είναι ευαίσθητος σ’ αυτές τις νέες ιδέες, πρέπει να προσπαθήσει να ευαισθητοποιήσει και τον κομματικό οργανισμό∙ αλλά, αν η προσπάθειά του πέφτει στο κενό, αν ο κομματικός οργανισμός προσπαθεί να τον συνθλίψει, είναι πιο χρήσιμο στην κοινωνία να δράσει, όσο αυτό είναι δυνατό, έξω από το κόμμα.

Όσο αυτό είναι δυνατό… Για το εύρος αυτών των δυνατοτήτων δεν μπορούμε να έχουμε πολλές αυταπάτες: σε μια κοινωνία όπου τα μέσα έκφρασης και επικοινωνίας ελέγχονται από ισχυρά οικονομικά, εκδοτικά, πολιτικά  κέντρα (συχνά εργαλεία οικονομικών συμφερόντων), οι δυνατότητες είναι πολύ περιορισμένες. Πριν από μερικά χρόνια θα μπορούσαμε να κατανοήσουμε την έπαρση ορισμένων διανοουμένων που πίστευαν πως θα  επηρεάσουν πολιτικά, βάζοντας τον εαυτό τους υπεράνω των κομμάτων ή, ως αξιόπιστοι διαιτητές, ανάμεσα σε αντίπαλα στρατόπεδα ή (αλαζονική διανοουμενίστικη επινόηση) να δρουν στο ένα και στο άλλο γήπεδο, χωρίς να ταυτίζονται ούτε με το ένα ούτε με το άλλο∙ σήμερα μια τέτοια αξίωση διαψεύστηκε από την εξέλιξη της κοινωνικής και πολιτικής ζωής. Ωστόσο, αν αυτό που θέλει να πει ο διανοούμενος δεν είναι μόνο απόρροια μιας προσωπικής παραξενιάς, αν ανταποκρίνεται σε ζωτικές ανάγκες της κοινωνίας, ευρύτατα διαδεδομένες μέσα στις μάζες, θα καταλήξει με το να βρει τρόπο για να το πει: κι αν αυτές οι ανάγκες, όσο κι αν έχουν συνθλιβεί, και καταλήγουν στο να εκραγούν,  αυτός θα μπορέσει να ενώσει τη φωνή του με εκείνη άλλων πολλών και να επηρεάσει με αυτό τον τρόπο τη στάση των κομμάτων. Όλα αυτά που εδώ και χρόνια αλλάζουν στην ελληνική πολιτική ζωή, δεν αλλάζουν εξαιτίας εσωτερικών διεργασιών των κομμάτων, αλλά μάλλον τα κόμματα αλλάζουν κάτω από την πίεση εξωτερικών παραγόντων, όπως των λαϊκών κινητοποιήσεων, που δεν έχουν ακόμη εξανεμιστεί.

                Τελικά, αν είναι γελοία η απαίτηση των διανοουμένων να καθοδηγήσουν την πολιτική, είναι εξίσου αληθές ότι η πολιτική ζωή των κομμάτων δεν αφομοιώνει ούτε ελέγχει ούτε αφουγκράζεται τη ζωή της κοινωνίας: αν η απαίτηση υπάρχει, σημαίνει ότι, πέρα από την έπαρση των διανοουμένων, υπάρχει ακόμη και μια έπαρση των πολιτικών. Η κοινωνική σφαίρα που διαφεύγει από την πολιτική των κομμάτων, είναι τώρα ευρύτατη, σύμφωνα και με τις καταστάσεις. Σ’ αυτή τη σφαίρα ο ανένταχτος διανοούμενος μπορεί να προσφέρει στην κοινωνία και να την οδηγήσει ακόμη, χωρίς αλαζονεία, χωρίς να φουσκώσει ανόητα τη λειτουργία του και τις δυνάμεις του, μια πολιτική πράξη, πιο σωστή, πιο ζωντανή, πιο αποτελεσματική από εκείνη που θα είχε στο χώρο ενός κόμματος. Μ’ αυτή την έννοια και μέσα σ’ αυτά τα όρια, η αποχή από την ενεργό πολιτική μπορεί να γίνει  αποδεκτή και σε ορισμένες περιπτώσεις, ακόμη και αναγκαία.

 *Ο Φοίβος Γκικόπουλος είναι ομότιμος καθηγητής του ΑΠΘ