Σύμβολα και Πραγματικότητα

[ Φοίβος Γκικόπουλος / Ελλάδα / 05.09.16 ]

Μερικές φορές, ο Παβέζε (1908-1950) πίστευε ότι θα μπορούσε να ταυτίσει τη μυθική εικόνα-αφήγηση που δεσπόζει στις ποιητικές του αναπολήσεις με ένα σύμβολο που από μόνο του θα αντιπροσώπευε μια σχέση, μια συμβίωση ανάμεσα σε δύο αντικείμενα. Το σύμβολο όμως είναι το αποτέλεσμα μιας σχέσης που το διατηρεί σαν θαμμένο μέσα της.

Το σύμβολο, στον φανταστικό κόσμο του Παβέζε, επιλέγεται όχι μόνον ως σχέση, αλλά κυρίως ως συγκεκριμένη στιγμή της πραγματικότητας, που προσφέρει τη δυνατότητα να αναπαραχθεί κατά βούληση, προσδίδοντας έναν απόλυτο ρυθμό στο χρόνο και παραθέτοντας τα γεγονότα σύμφωνα με οργανωμένες καταλήξεις και συγγένειες. Η επανάληψη μιας λέξης κρυσταλλωμένης, προϋποθέτει και τη δυνατότητα να προσδώσει σ’ αυτή την ίδια υλική οντότητα ενός προσώπου. Για τον συγγραφέα αρκεί το συμβολικό στοιχείο να εμφανίζεται ελάχιστες φορές (πάντα όμως περισσότερες από μία), για να δώσει ένα νόημα στο σύνολο του αφηγηματικού κόσμου.

Είναι η περίπτωση της ελιάς στο μυθιστόρημα  Στην παραλία  (1941) που από μόνη της αποτελεί ένα πλούσιο στρωματοποιημένο αντικείμενο, σημείο συνάντησης εξοχής και θάλασσας, το κάθε ένα ιδωμένο μέσα από το άλλο, και ο υπαινιγμός σε ό,τι χαμένο και παιδικό διατηρούν μέσα τους ο αφηγητής και ο φίλος του. Αλλά από τη στιγμή που περιγράφεται σχεδόν τυχαία, θα βρει το πλήρες νόημά του μόνον στις επόμενες εμφανίσεις:

«Εκείνο το πρώτο βράδυ έψαξα για δωμάτιο. Βρήκα ένα σ’ έναν απόμερο δρομάκο: απ’ το παράθυρό του έβλεπες μια μεγάλη ελιά γερμένη απ’ τον αέρα,  να έχει, ανεξήγητο πώς, φυτρώσει στη μέση του λιθόστρωτου. Τόσες και τόσες φορές που γύριζα μόνος στο δωμάτιο, την κοίταζα με πολλή προσοχή, κι είναι ίσως το πράγμα που μου ‘κανε τη μεγαλύτερη εντύπωση όλο το καλοκαίρι. Αν την κοιτούσες από κάτω, την έπαιρνες για ροζιασμένη και σκληρή. Αλλά απ’ το δωμάτιο, έχοντάς την φάτσα, ήταν ένας συμπαγής ασημένιος όγκος μικρών ξερών φύλλων που είχαν γύρει  προς τα μέσα. Μου ‘δινε την εντύπωση ότι βρισκόμουν στην εξοχή, σε μιαν άγνωστη εξοχή. Κάθε τόσο προσπαθούσα να διαπιστώσω αν μύριζε αρμύρα. Ανέκαθεν μου φαινόταν παράξενο πώς γινόταν να φυτρώνουν δέντρα και λουλούδια στις παραλίες, ανάμεσα στεριά και θάλασσα, και πώς υπήρχε και πόσιμο νερό».

Είναι ανάγκη να επιμείνουμε όμως στο γεγονός ότι γλωσσικά, το σύμβολο είναι μια σμίκρυνση της εικόνας, ένα είδος εικόνας συμπυκνωμένης και αποξηραμένης, και ακριβώς γι’ αυτό γεμάτη πιθανές έννοιες. Στην οικονομία της κάθε αφήγησης, και ειδικά σ’ αυτή του Παβέζε, μετράει για την έντασή του, για την περιοδική επανεμφάνισή του, στις σχέσεις σύγκρουσης και αντιπαράθεσης με τα αντικείμενα.

 

*Ο Φοίβος Γκικόπουλος είναι ομότιμος καθηγητής Φιλοσοφικής Σχολής ΑΠΘ