Συνειδητή, δεξιά επιλογή η υποβάθμιση των Τουριστικών Σπουδών
[ Κατέ Καζάντη / Ελλάδα / 02.11.21 ]Είναι, βέβαια, παγκοίνως γνωστά τα αισθήματα που τρέφει η κυβέρνηση για τα δημόσια αγαθά όπως παγκοίνως γνωστά είναι και τα αισθήματα εκτίμησης που τρέφει για τους από κάτω, τα στρώματα εκείνα δηλαδή που παραμένουν εξαρτημένα από το μισθό και την εργασία τους. Και είναι επίσης γνωστός ο τρόπος που αντιλαμβάνεται την κοινωνική διαστρωμάτωση και τις ανισότητες όπως και η επιθυμία της να τις άρει ή να τις διατηρήσει -βλέπε υδραυλικός από το Περιστέρι.
Σ’ αυτό το ιδεολογικό πλαίσιο και εμφορούμενη από τα αντίστοιχα αισθήματα, το βαρύ πυροβολικό της κυβέρνησης, η υπ. Παιδείας κ. Κεραμέως, νομοθέτησε και νομοθετεί τα ακροφιλελεύθερα πονήματά της, παροιμιώδη για τον αντιλαϊκό τους χαρακτήρα -εξομοίωση των ΙΕΚ με τα ΑΕΙ σε συνδυασμό με τον κόφτη στις βάσεις, αύξηση των μαθητών στα τμήματα στα σχολεία, εν μέσω κορονοϊού κ.ο.κ. Η άοκνη προσπάθεια υπονόμευσης της δημόσιας και δωρεάν παιδείας έχει, εννοείται, να κάνει με τη φυσικοποίηση της κοινωνίας: πρόσβαση σε “καλές” σπουδές δεν χρειάζονται τα φτωχόπαιδα, μην ξεμείνουμε κι από εργατικά χέρια.
Έτσι, λοιπόν, ακόμα κι εκεί που θα ‘λεγες πως εκείνοι/ες που διατείνονται πως κόπτονται για την ανάπτυξη και έχουν σε βαθιά υπόληψη τους κάθε λογής “μανατζαραίους”, θα νοιάζονταν τουλάχιστον για τη λεγόμενη βαριά ελληνική βιομηχανία και θα ‘φτιαχναν στελέχη να την πριμοδοτήσουν, ολιγωρούν θεαματικά: τις δύο σχολές Τουριστικών Επαγγελμάτων, τις ΑΣΤΕ Ρόδου και Αγίου Νικολάου, εμμένουν να τις υποβαθμίζουν. Οι διατάξεις που θα αναβάθμιζαν τα πτυχία των φοιτητών στο 6ο επίπεδο του Εθνικού Πλαισίου Προσόντων (πτυχίο 1ου κύκλου σπουδών) δεν έχουν ακόμα προωθηθεί. Οι σχολές παραμένουν αδιαβάθμητες την ώρα μάλιστα που κατοχυρώνονται πτυχία και επαγγελματικά δικαιώματα για τους απόφοιτους των ΙΕΚ και των πάσης φύσεως κολεγίων, στους οποίους δίνεται η δυνατότητα πρόσβασης στα Ελληνικά Πανεπιστήμια.
Οι συναρμόδιοι υπουργοί, Κεραμέως και Κικίλιας, κωφεύουν, εννοείται, στις διαμαρτυρίες των καθηγητών (επιστολή, 22/10/21). Και ενώ οι φοιτητές που εισήχθησαν πέρσι νόμιζαν πως θα αποφοιτούσαν από πανεπιστημιακή σχολή, πλανήθηκαν πλάνην οικτράν. “Το νέο πρόγραμμα σπουδών τετραετούς φοίτησης (20071/30.12.2020 Κ.Υ.Α. ΦΕΚ 5824/τ.Β’ 30.12.2020) θα εφαρμοσθεί, σύμφωνα με νέα απόφαση, αποκλειστικά από τους νεοεισακτέους, Α/ετείς σπουδαστές του ακαδημαϊκού έτους 2021-2022, ενώ τα λοιπά έτη, Β΄ και Γ΄, θα ακολουθήσουν το προηγούμενο πρόγραμμα σπουδών, ήτοι των 7 εξαμήνων”, ανακοινώθηκε αίφνης. Ποιο πανεπιστήμιο, ποια μεταπτυχιακά έπειτα; Τούτα τα προνόμια μένουν μοναχά για τις επιχειρήσεις που έχουν οι σχολάρχες. Οι λοιποί/ες γίνονται έρμαια των βουλών της όλως διόλου αμφισβητούμενης “ιδιωτικής πρωτοβουλίας”, καλύτερης φίλης της κυβέρνησης. Για δυο χρονάκια ακόμα, τούτοι θα θριαμβεύουν. Για το “μετά”, υπάρχει χρόνος να το διαμορφώσουν αναλόγως.
Με τούτα και με κείνα, βολεύεται επίσης και ο έτερος Καππαδόκης: η ερίτιμος εργοδοσία, οι (μεγαλο)ξενοδόχοι. Εκείνοι που θρυλείται πως η διαβόητη τρόικα έκοβε κι έραβε την τότε εργατική νομοθεσία κατά παραγγελία του συνδέσμου τους (ΣΕΤΕ), εκείνοι που θα παίρνουν 16χρονα στη δούλεψή τους (πρόσφατη η νομοθετική ρύθμιση), εκείνοι που απεύχονται το ενδεχόμενο να βρεθούν με εργαζόμενους με υψηλή κοινωνική και ταξική συνείδηση, όπως αυτή μπορεί να διαμορφωθεί στα δημόσια πανεπιστήμια, συνθήκη που αποκλείεται να διαμορφωθεί στα ιδιωτικά. Και αφού τα πτυχία τουριστικών σπουδών της εγχώριας και εξωχώριας ιδιωτείας, θεωρούνται τυπικώς μάλλον ανώτερα, εκεί θα δίνονται οι “καλές δουλειές”.
Η δουλίτσα της διασύνδεσης εκπαίδευσης και αγοράς εργασίας ολοκληρώνεται με τον αναίσχυντο εκείνο τρόπο που ταιριάζει γάντι σε μια τέτοιας κοπής δεξιάς κυβέρνησης, όπως αυτή του Κυριάκου Μητσοτάκη.