Πλανημένος και απαραπλάνητος ξεσηκωμός
[ Γιώργος X. Παπασωτηρίου / Ελλάδα / 31.01.20 ]Βλέπω τους χιλιανούς και τις χιλιανές, τις γαλλίδες και τους γάλλους, τους νέους και τις νέες στο Χονγκ Κονγκ, στο Λίβανο, κι αναρωτιέμαι, τι είναι αυτό αυτού που τους ανυψώνει, τι διατηρεί τον ενθουσιασμό, τον αγώνα; Βλέπω και τους οπαδούς μιας ποδοσφαιρικής ομάδας στο δρόμο και λίγο παλιότερα τους "Μακόνες", ξέρω ποιος τους χειραγωγεί, αλλά αγνοώ τον τρόπο, την ψυχολογική καλλιέργεια του εθνικισμού ή του οπαδισμού. Έτσι, κατέφυγα πάλι στον Ελίας Κανέτι που μελέτησε το φαινόμενο της Μάζας.
Η εισβολή του μεγάλου μυστηρίου της μάζας εντός του ήταν, όπως γράφει, «βιωματική» και συγκλονιστική. Συνέβη καθώς παρακολουθούσε από το πεζοδρόμιο μία πορεία διαμαρτυρόμενων εργατών στη Φρανκφούρτη: «Ήταν η σωματική έλξη αυτό που δεν μπορούσα να ξεχάσω, το ότι ήθελα τόσο πολύ ν’ ανήκω σ’ αυτούς, κι εκείνο που με απέτρεπε από το να κάνω το μεγάλο άλμα δεν είχε σχέση με συλλογισμούς ή με στάθμιση πραγμάτων, και δεν ήταν και σε καμιά περίπτωση αμφιβολίες. Αργότερα, όταν ενέδωσα και βρέθηκα πραγματικά μέσα στη μάζα, είχα την αίσθηση ότι επρόκειτο για κάτι το οποίο στη φυσική είναι γνωστό ως βαρύτητα… κι αυτό που συνέβαινε μέσα στη μάζα, μια απόλυτη αλλαγή συνείδησης, ήταν τόσο καθοριστικό όσο και αινιγματικό».
Η δεύτερη εμπειρία της λειτουργίας της μάζας θα βιωθεί στη Σόφια όταν ο Κανέτι θα συναντήσει το πάθος των Εβραίων για τον δικηγόρο και συγγενή του Μπέρνχαρντ που κήρυσσε την επιστροφή στη γη της επαγγελίας. Ο τελευταίος θα του πει για τη «μάζα» πως «Είναι παντού το ίδιο. Είτε θα είσαι μια σταγόνα που χάνεται μέσα στη μάζα, είτε εκείνος που ξέρει να της δίνει την κατεύθυνση. Άλλη επιλογή δεν έχεις»! Όσο για τον χειραγωγό-δημαγωγό ο Μπέρνχαρντ έλεγε: «Έχεις τους ανθρώπους στα χέρια σου σαν μαλακό προζύμι και μπορείς να κάνεις μαζί τους ό,τι θέλεις. Θα μπορούσες να τους ξεσηκώσεις να βάλουν φωτιά, στα δικά τους σπίτια, δεν υπάρχουν όρια γι’ αυτό το είδος εξουσίας». Ο Μπέρνχαρντ επιβεβαιώθηκε μέσω μίας εκ των υστέρων «βίωσης» του πολέμου που συνέβη κατά τη διάρκεια της παρακολούθησης των διαλέξεων του Καρλ Κράους. Αλλά κι εδώ σημειώνεται η ανυπαρξία έρευνας και η αδυναμία κατανόησης των λόγων που οδηγούσαν τους ανθρώπους να εμπλέκονται μαζικά, υποτακτικά και ενθουσιαστικά στον πόλεμο, παραμένοντας, μάλιστα, εγκλωβισμένοι σ’ αυτόν πολλά χρόνια μετά απ’ αυτόν. Το πρόβλημα «τι είναι εντέλει μάζα, το πώς η εξουσία γεννιέται από τη μάζα και πως επιδρά έπειτα ξανά σ’ αυτή» εξακολουθεί να υφίσταται άλυτο και σκοτεινό.
Η πιο σημαντική εκδοχή, όμως, της μάζας ως αυθόρμητο κίνημα βιώθηκε από τον Κανέτι την 15η Ιουλίου 1927. Η αθώωση των αστυνομικών που σκότωσαν εργάτες σε μία διαδήλωση στη Βιέννη και ο πρωτοσέλιδος τίτλος «Δίκαιη απόφαση» της βασικής κυβερνητικής εφημερίδας δημιούργησε έναν πρωτοφανή ξεσηκωμό. Η εργατική τάξη με μία αυθόρμητη αντίδραση και υπερβαίνοντας την ηγεσία του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος έκαψε το δικαστικό μέγαρο της Βιέννης. Έγινε, τότε, μακελειό με 90 νεκρούς. Από αυτό κυρίως το γεγονός προέκυψε το βιβλίο «Μάζα και εξουσία» (εκδ. Ηριδανός 1971) του Κανέτι. Ποιος οδήγησε εδώ τη «μάζα»; Τι συνέβη τότε; Τι συνείχε αυτό το ασύντακτο πλήθος; Αναρωτιέται ο συγγραφέας. Εκεί που όλα διαλύονταν, αίφνης η μάζα δημιουργούνταν εξ αρχής: «Αυτό γινόταν επειδή παντού άκουγες, υπήρχε κάτι ρυθμικό στον αέρα, μια οργισμένη μουσική. Μπορείς να το πεις μουσική, αισθανόσουν εξυψωμένος μέσα απ’ αυτό (…) Τον εμπρησμό του δικαστικού μεγάρου εγώ ο ίδιος δεν τον είχα δει, έμαθα όμως γι’ αυτόν προτού δω τις φλόγες, τον έμαθα μέσα από την αλλαγή στον τόνο φωνής της μάζας. Φώναζαν οι άνθρωποι ο ένας στον άλλον αυτό που είχε συμβεί, εγώ στην αρχή δεν το κατάλαβα, ακουγόταν χαρούμενο, όχι δυσάρεστα διαπεραστικό, όχι άπληστο, ακουγόταν απελευθερωμένο. Η φωτιά ήταν η συνοχή. Την ένιωθες τη φωτιά, η παρουσία της ήταν συναρπαστική, ακόμα κι εκεί όπου δεν την έβλεπες την είχες στο κεφάλι σου, η έλξη η δική της και εκείνη της μάζας ήταν ένα και το αυτό». Αυτή είναι η «ανοιχτή» και απαραπλάνητη («χωρίς αρχηγό») μάζα του Κανέτι που η κίνησή της εναντίον του άδικου είχε ως στόχο το συμβολικό και ουσιαστικό θεσμό παραγωγής του, το δικαστικό μέγαρο. Η διάρκεια αυτής της μάζας ήταν όση και η διάρκεια της φωτιάς. Όσο για το πυρ και τις βουρδουλιές της αστυνομίας λειτουργούσαν το ίδιο συνεκτικά όσο και οι φλόγες. Ακολουθεί η μελέτη από τον Κανέτι της επίδρασης της μάζας στις επαναστάσεις και τις θρησκείες καθώς και σε όλους τους τομείς της ζωής ακόμη και στο ποδόσφαιρο (εδώ γεννιέται η έννοια της «διπλής μάζας», όπως συμβαίνει στην περίπτωση των αντιπάλων οπαδών δύο ποδοσφαρικών ομάδων). Αλλά η θεωρητική κατανόηση των «μεταμορφώσεων τη μάζας» θα γίνει πολύ αργότερα. Μια άλλη πυρκαγιά το φθινόπωρο του 1931, η αυτοπυρπόληση του Καντ που κάηκε μαζί με τα βιβλία του, θα συγκλονίσει τον Κανέτι και θα τον οδηγήσει στη συγγραφή της «Τύφλωσης», η οποία είχε ως τίτλο εργασίας «Ο Καντ (σ.σ. ο άνθρωπος των βιβλίων) πιάνει φωτιά»!
Στο Βερολίνο ο Κανέτι θα γνωρίσει την πνευματική διανόηση του καιρού, τους «εξουσιαστές του λόγου» όπως τους ονόμασε, αυτούς τους χειραγωγούς της μάζας. Τότε θα συμβεί η τελεσίδικη αποστροφή του απέναντι στους επώνυμους, απέναντι στα διάσημα «ονόματα» και τα απέραντα Εγώ που υποδύονταν πάντα τον εαυτό τους σε «παραστάσεις» αντιλογίας, φουσκωμένης ματαιοδοξίας και εξυπνακισμού στα διάφορα λογοτεχνικά καφέ και σαλόνια, όπου πάσχιζαν να επιβληθούν σε όλους και όλα. Στο Βερολίνο ζούσε κανείς σε ομάδες και κλίκες. Οι διασημότητες βρίσκονταν σε διαρκή έκθεση (για να μην ξεχαστούν) και σε διαρκή πόλεμο διότι μόνο «επιθέμενος προς όλες τις κατευθύνσεις γινόσουν κάποιος». «Από τότε που στο Βερολίνο» σημειώνει ο Κανέτι, «είχα βιώσει την εξουσία (σ.σ. την πνευματική) την οποία γνώρισα από πολύ κοντά με την απατηλή μορφή της δόξας, εκείνη την εξουσία μέσα στην οποία νόμιζα ότι θα πνιγώ, από τότε λοιπόν μου ήταν κατανοητό ότι έγινα δεκτικός σε κάθε μορφής ανισχυρία… και δεν ήταν η δημόσια διακηρυγμένη ανισχυρία με την οποία αρέσκονταν άλλοι να ενεργούν εγωιστικά, παρά ήταν εκείνη η ριζωμένη και κρυφή των μεμονωμένων ατόμων, τα οποία παρέμεναν απομονωμένα…». Από εδώ εκκινεί η ταύτιση του Κανέτι με τους αποκλεισμένους και ο πραγματικός σεβασμός προς τον άνθρωπο. Διότι ο σεβασμός στον άνθρωπο είναι μάθεις να ακούς: «…το ζητούμενο είναι όχι ν’ ακούς την κάθε λέξη, αλλά και να προσπαθείς να την κατανοήσεις και να πιστοποιήσεις αυτή την κατανόηση με το να απαντάς με ακρίβεια και δίχως διαστρεβλώσεις. Ο σεβασμός για τους ανθρώπους έχει την αρχή του στο να μην αγνοείς τα λόγια τους» (αυτή είναι η «σιωπηλή μαθητεία» του Κανέτι δίπλα στον Καρλ Κράους).