Οι παθογένειες των νεοελλήνων και η μετάθεση των ευθυνών

[ Κώστας Κάππας / Ελλάδα / 29.12.20 ]

Ανοίγει το παράθυρο του αυτοκινήτου και πετάει το χάρτινο κύπελλο της ‘φραπεδιάς’ στην άσφαλτο μαζί με το υγρό υπόλειμμα. Την νύχτα που δεν τον βλέπουν, το ίδιο κάνει και με την σακούλα των σκουπιδιών από το μπαλκόνι. Στην διάβαση πεζών επιταχύνει «γιατί ο δρόμος ανήκει στ’ αυτοκίνητα και όχι στους πεζούς». Την ταμία στο σουπερμάρκετ την κοιτάζει λάγνα, αλλά το ευχαριστώ δεν της το λέει, καθώς «την δουλειά της κάνει, θα της πούμε και ευχαριστώ από πάνω που μας τα παίρνει;». Στο σπίτι χαρτί δεν υπάρχει ούτε για δείγμα, μόνο τα σχολικά του παιδιού και χαρτί τουαλέτας. «Τα βιβλία είναι για τους γυαλάκιες και τις γεροντοκόρες» όχι γι’ αυτόν. Ούτε και εφημερίδα υπάρχει. «Τι να του πει παραπάνω που δεν το ξέρει;». Την πόρτα στο ασανσέρ και στην εξώπορτα της πολυκατοικίας ποτέ δεν την κρατά ανοικτή για τον επόμενο. «Ποιόν επόμενο;». Τα χρήματα δεν φτάνουν αλλά ζαλίζεται με όλα αυτά τα ΔΝΤ, Τρόικα, ΕΕ, ΟΟΣΑ, Hedge Funds, υποβάθμιση από την Moody, κ.λπ. Έρχονται και αυτοί οι αριστεροί και τον μπερδεύουν χειρότερα με κάτι περίεργους όρους για καπιταλιστική ολοκλήρωση, ιμπεριαλιστικές πολιτικές, υπεραξία, φτωχοποίηση του πληθυσμού. Γι’ αυτόν τα πράγματα είναι απλά: 1) Όταν οι πρόγονοί του έχτιζαν Παρθενώνες οι άλλοι ήταν ακόμη στα δέντρα. 2) Οι αλβανοί είναι κατώτεροι από αυτόν. 3) Όλοι οι μαυριδεροί είναι παράνομοι και κλέφτες και επιπλέον παίρνουν όλες τις δουλειές. 4) Οι χρυσαυγίτες φοράνε παντελόνια. Πολλοί από εμάς (αναφωνώντας εκνευρισμένα «καλά εγώ έχω την ίδια ψήφο με αυτόν;»), δεν αποφεύγουμε την σκανδαλιστική ιδέα ότι, «εάν αναγκαστικά έχει μία ψήφο αυτός ο ‘άνθρωπος’, μήπως θα έπρεπε οι υπόλοιποι να έχουμε διπλή ψήφο, 10, 20, 30 ψήφους, ανάλογα με τις σπουδές μας, την κοινωνική μας δράση και άλλα ίσως κριτήρια;». Φαίνεται όμως ότι υπάρχουν δύο βασικά στοιχεία τα οποία ανατρέπουν το προηγούμενο σκηνικό. Το πρώτο είναι ότι οι περίφημοι «εμείς», μέσα στην αποστροφή και την αηδία μας γι’ αυτό το είδος νεοέλληνα (το οποίο κάνει πιο έντονη την παρουσία του με το βάθεμα της κρίσης) σε συνδυασμό με την αδυναμία μας να το αποβάλλουμε από την ζωή μας, οδηγεί στην μικροαστική λανθασμένη αντίληψη ότι λίγο–πολύ όλοι οι άλλοι εκτός από εμάς είναι σαν τον κύριο του παραδείγματος. Το δεύτερο είναι ότι ευτυχώς, ο νομοθέτης είναι περισσότερο σώφρων και σοφός από εμάς. Εάν κάποιοι επαΐοντες είχαμε παραπάνω ψήφους στην φαρέτρα μας θα κατασκευάζαμε σε ελάχιστο χρόνο μία ελίτ, εφάμιλλη της υπάρχουσας, αφήνοντας όλους τους άλλους να βράζουν στη μιζέρια τους. Αντίθετα, η ισοτιμία της ψήφου από την αγράμματη γιαγιά και τον «βέρο έλληνα» έως το ιερό τέρας της μαχόμενης δημοσιογραφίας Γιώργο Βότση, υποχρεώνει όλους τους «κοινωνικά σκεπτόμενους και ευαίσθητους πρωτοπόρους» να μην απομακρυνθούμε από τον μέσο άνθρωπο. Μας «καταδικάζει» να πλησιάσουμε οποιονδήποτε θέλει να ακούσει και να τραβήξουμε όλοι μαζί στο δρόμο της αλληλεγγύης και της κοινής ανάγκης για αλλαγή. Ας μην ξεχνάμε το αρνητικό παράδειγμα των υπερεπαναστατών της «εδώ και τώρα κατάργησης του Κράτους και των Τάξεων», που είναι σάρκα από τη σάρκα μας, παιδιά μικροαστών, μεγαλοαστών, διανοούμενοι, ποτέ εργάτες. Πιστεύουν ακράδαντα ότι τους αξίζουν από 30 ψήφοι στον καθένα και όταν το Σύστημα τους αρνείται αυτό το προνόμιο, το παίρνουν με το ζόρι σε είδος: απαξιώνουν τον «κοιμισμένο λαουτζίκο» και υλοποιούν την μεγαλειώδη επανάστασή τους βάζοντας φωτιές σε κάδους σκουπιδιών. Ατυχώς, έτσι δεν ρίχνουν κυβερνήσεις, αλλά δεν πάνε χαμένες οι προσπάθειές τους, καθώς αποτελούν πολύτιμη βιβλιογραφία, μεταξύ άλλων, στη συγγραφή των καλλίτερων, ever, αντιλαϊκών «αντιτρομοκρατικών νόμων, κατά του λαού βεβαίως βεβαίως και όχι κατ’ αυτών.