Ο Ντάσιελ Χάμετ γεννήθηκε στο Μέριλαντ των ΗΠΑ το 1894. Γιος του Ρίτσαρντ Χάμετ και της Άνι Μποντ Ντάσιελ.
Το 1900 μετακομίζουν οικογενειακά στη Φιλαδέλφεια και ένα χρόνο αργότερα στη Βαλτιμόρη. Σε ηλικία 14 ετών ο Χάμετ αφήνει το γυμνάσιο και κάνει διάφορες δουλειές για να βοηθήσει την οικογένεια. Το 1915 προσλαμβάνεται στο περίφημο γραφείο ντετέκτιβ Πίνκερτον. Ο λογότυπος του ήταν ένα ανοιχτό μάτι, το σύνθημα του «Ποτέ δεν κοιμόμαστε» (από εκεί προέρχεται και η έκφραση Private eye – κατά λέξη, ιδιωτικό μάτι – για τους ιδιωτικούς ντετέκτιβ). Ωστόσο, απ’ τις αρχές του αιώνα, το εργατικό κίνημα στις ΗΠΑ γνώρισε μεγάλη άνοδο και η βασική λειτουργία των Πίνκερτον ήταν να σπάνε απεργίες, να τρομοκρατούν και να ενοχοποιούν με προβοκάτσιες απεργούς και να βάζουν με τη βία τους απεργοσπάστες στο εργοστάσιο.
Ο Χάμετ είχε προϊστάμενο τον Τζέιμς Ράιτ, έναν μεσήλικα πράκτορα. Ο Ράιτ γνώρισε στον Χάμετ τα μυστικά του επαγγέλματος και αποτέλεσε το πρότυπο για τον πρώτο πετυχημένο λογοτεχνικό του ήρωα, τον ανώνυμο «Πράκτορα του Κοντινένταλ» (Continental Op).
Κατατάχτηκε στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο ως μέλος του μηχανοκίνητου σώματος πρώτων βοηθειών, αλλά έπαθε ισπανική γρίππη που τότε σάρωνε τις ΗΠΑ (ως 500 χιλιάδες θύματα), η οποία εξελίχθηκε σε βρογχοπνευμονία και ύστερα σε φυματίωση. Στις 29 του Μάη 1919 απολύεται απ’ το στρατό με τιμές, σαν λοχίας, και ξαναπιάνει δουλειά στους Πίνκερτον, με μερικό ωράριο.
Στις 6 του Νοέμβρη 1920 εισάγεται σε νοσοκομείο απομάχων του πολέμου. Εκεί γνωρίζεται με την ανθυπολοχαγό νοσοκόμα Τζόζεφιν Ντόλαν. Στις 7 του Ιούλη 1921 παντρεύονται και ζουν στο Σαν Φραντσίσκο. Ο Χάμετ έχει ξαναπιάσει δουλειά στους Πίνκερτον, ενώ η ποτοαπαγόρευση έχει κάνει την πόλη ιδιαίτερα εγκληματική. Τον Δεκέμβρη του 1921 ο Χάμετ εγκαταλείπει τους Πίνκερτον και απ’ το Φλεβάρη του 1922, και ακολουθεί μαθήματα σ’ ένα σεμινάριο επιμόρφωσης απομάχων. Περνάει πολλές ώρες στη δημόσια βιβλιοθήκη διαβάζοντας. Τον Οκτώβρη του 1922 δημοσιεύεται το πρώτο του κείμενο, «Το πάρθιον βέλος», μια ιστοριούλα 100 λέξεων, στο περιοδικό Σμαρτ Σετ. Ακολουθούν άλλες δημοσιεύσεις, στο Σμαρτ Σετ, στο Μπριφ Στόρις, τη Μαύρη Μάσκα και αλλού, συνολικά δώδεκα διηγήματα.
Η πρώτη του αστυνομική ιστορία, την οποία υπέγραψε με το ψευδώνυμο Πίτερ Κόλινσον, δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Black Mask" τον Οκτώβριο του 1923. Πρωταγωνιστής των αστυνομικών μυθιστορημάτων του που ακολούθησαν ("Ο κόκκινος θερισμός"/"Red Harvest", 1927, σε τέσσερις συνέχειες στο περιοδικό "Black Mask", και το 1929 σε μορφή βιβλίου, "Η κατάρα των Ντέιν"/"The Dain Curse", 1929) ήταν ο Κοντινένταλ Οπ, ένας αρχετυπικός ντετέκτιβ. Το 1930 ο Χάμετ θα δημιουργήσει έναν νέο ήρωα, τον Σαμ Σπέιντ, τον πρωταγωνιστή του θρυλικού "Γερακιού της Μάλτας" ("The Maltese Falcon").
Έχοντας χωρίσει από τη γυναίκα και την οικογένειά του, εν μέρει λόγω της φυματίωσης, το 1931 γνώρισε τη θεατρική συγγραφέα Λίλιαν Χέλμαν, με την οποία δημιούργησε τριαντάχρονη ερωτική σχέση.
Μετά το 1934 δεν δημοσίευσε κανένα άλλο μυθιστόρημα, συνέχισε, όμως, να δημοσιεύει συγκεντρωτικές εκδόσεις των περισσότερων από πενήντα αστυνομικών διηγημάτων του, και έγραψε τέσσερα σενάρια για τον κινηματογράφο. Την εποχή εκείνη ασχολήθηκε κυρίως με τον πολιτικό ακτιβισμό και το 1937 έγινε μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος. Ως μέλος (και πρόεδρος, το 1941) της Λίγκας Αμερικανών Συγγραφέων [League of American Writers], υποστήριξε τη φιλειρηνική της καμπάνια, "Keep America Out of War". Μετά την επίθεση, όμως, του Χίτλερ στη Σοβιετική Ένωση κατατάχτηκε και πάλι στον στρατό, για να υπηρετήσει ως λοχίας στα Aleutian Islands του Ειρηνικού. Μετά το τέλος του πολέμου, επέστρεψε στον πολιτικό ακτιβισμό και το 1946 εκλέχτηκε πρόεδρος του Κοινοβουλίου Πολιτικών Δικαιωμάτων [Civil Rights Congress, CRC], ενός οργανισμού που την επόμενη χρονιά χαρακτηρίστηκε ως "ανατρεπτικός, κομμουνιστικός οργανισμός" από τον Γενικό Εισαγγελέα των ΗΠΑ. Έτσι, το 1951 κλήθηκε να αποκαλύψει τους φίλους του ενώπιον δικαστή, πράγμα που αρνήθηκε να κάνει, επικαλούμενος την Πέμπτη Τροπολογία του Συντάγματος των ΗΠΑ, και φυλακίστηκε. Την ίδια στάση κράτησε ο Χάμετ κατά την παρουσίασή του στην Επιτροπή Αντιαμερικανικών Ενεργειών του γερουσιαστή Μακάρθι, το 1953, με αποτέλεσμα να μπει οριστικά στη "μαύρη λίστα" των κομμένων συγγραφέων και σεναριογράφων. Με την υγεία του σοβαρά επιβαρυμένη από το αλκοόλ και το κάπνισμα, ζώντας τα τελευταία χρόνια του εντελώς απομονωμένος πέθανε στη Νέα Υόρκη, στις 10 Ιανουαρίου του 1961.