«Να έχεις και να μην έχεις»

[ Φοίβος Γκικόπουλος / Ελλάδα / 29.11.18 ]

            Κάθε φορά που πρέπει να πάρουμε μια δύσκολη πολιτική απόφαση, ο πολίτης καλείται να πραγματοποιήσει ορισμένες επιλογές. Κι αν ακόμη ακολουθεί από παθητική συνήθεια ή από θυμό ή και στιγμιαία έμπνευση, σχεδόν πάντα εκφράζει μια δική του βαθιά επιλογή ανάμεσα σε δύο εναλλακτικές θέσεις: ν’ αφήσει τα πράγματα όπως περίπου είναι, προς αποφυγή του χειρότερου ή να τινάξει τα πάντα στον αέρα, να κάνει tabula rasa και ν’ αρχίσει απ’ την αρχή.

            Η αυξανόμενη πολυπλοκότητα της κοινωνικής (οικονομικής, πολιτισμικής, πολιτικής) μας ζωής, διογκώνει τις διαφορές και σχηματίζει μια ατέλειωτη σειρά σημείων που πολλαπλασιάζονται και συγχέονται σ’ ένα περίπλοκο κουβάρι. Κάτω από ορισμένες συνθήκες, θα μπορούσαμε να πούμε ότι κάθε άτομο, για να συμφωνεί απόλυτα, θα πρέπει να φτιάξει ένα κόμμα για τον εαυτό του, ναι είναι ταυτόχρονα πρόεδρος, γραμματέας και το μοναδικό μέλος. Όμως, μέσα από μια ιλιγγιώδη διαδικασία συμψηφισμών, αποκλεισμών και αλγεβρικών προσθαφαιρέσεων, φτάνουμε σ’ ένα είδος grand total, μια καθοριστική επιλογή, όπου οι ιδεολογικές αιτιολογήσεις, οι ιστορικές παραδόσεις, οι κρυσταλλωμένες νοητικές συνήθειες, έχουν τη βαρύτητά τους και καταλήγουν στο να συγκεκριμενοποιούν το καθαρό και απλό στοιχείο του προσωπικού συμφέροντος. 

            Τα παραπάνω δεν αποτελούν μακιαβελικούς ακροβατισμούς. Όλοι μας επιλέγουμε σύμφωνα με ένα ορθολογικό και νόμιμο συμφέρον. Βγαίνουμε από τα δωμάτια ανοίγοντας τις πόρτες και δεν προσπαθούμε να τις ρίξουμε με δύναμη ή να γκρεμίσουμε τον τοίχο∙ τραβάμε με ταχύτητα το χέρι μας απ’ το καυτό σίδερο ή από τους μεντεσέδες που κλείνουν∙ ακολουθούμε στις μετακινήσεις μας τις πιο σύντομες και σίγουρες διαδρομές, προσπαθούμε να επενδύσουμε σωστά τις λιγοστές οικονομίες μας, εργαζόμαστε για να κερδίσουμε περισσότερα και να εξασφαλίσουμε το μέλλον των παιδιών μας.  Η λέξη «συμφέρον» ίσως να έχει ένα ύποπτο νόημα, να συνδυάζεται με την απληστία, τον εγωισμό, το απροκάλυπτο καπάρωμα, όμως, στην καθαρή της έννοια δεν είναι άλλο από το ένστικτο για την επιβίωση, το ελατήριο που κινεί τον κόσμο μακριά από τις τόσο ευγενικές όσο και σπάνιες περιπτώσεις ηρωικού αλτρουισμού.

            Η αναζήτηση του προσωπικού συμφέροντος, που ερεθίζεται από φυσιολογική μας πλεονεξία, βρίσκει εμπόδια στις αντικειμενικές δυσκολίες και στη σύγκρουση με τα πολυάριθμα συμφέροντα των άλλων που διευθετούνται από τους νόμους. Από αυτή την άποψη, οι πολίτες μπορούν να καταταγούν σε δύο μεγάλες κατηγορίες, που δεν ταυτίζονται με τους ικανοποιημένους και τους ανικανοποίητους (απ’ τη στιγμή που απόλυτα ικανοποιημένος δεν θα είναι ποτέ κανένας), αλλά με εκείνους που δέχονται από την κοινωνική τράπεζα μια μεγαλύτερη φέτα από την τούρτα που η καθαρή αριθμητική θα ήθελε, και εκείνους που, κοιτάζοντας το πιάτο του διπλανού, κρίνουν πολύ μικρή τη δική τους φέτα.

 Μεταφράζοντας σε πολιτικούς όρους αυτές τις δύο τάσεις, θα μπορούσαμε να τις ονομάσουμε «προοδευτική» ή «συντηρητική», «δεξιά» ή «αριστερή» και με χίλιους δυο άλλους τρόπους, που αναφέρονται, όμως, περισσότερο στις μεθόδους που εφαρμόζονται για τη συντήρηση, παρά στην ουσία και τις μεθόδους που εφαρμόζονται για την πραγματοποίηση της προόδου.

            Πέρα όμως απ’ αυτές τις διαφορετικές μεθόδους και τα προτεινόμενα προγράμματα, παραμένει το σκληρό καρύδι της εναλλακτικής λύσης και θυμόμαστε τον Χεμινγουέι και το μυθιστόρημά του: «To Ηave αnd Ηave Νot».

 

* Ο Φοίβος Γκικόπουλος είναι ομότιμος καθηγητής του ΑΠΘ