Μία σπονδή στη συλλογική μνήμη της Ευρώπης
[ Μιχάλης Πιτένης / Ελλάδα / 08.07.16 ]
Kristin Hannah «Το αηδόνι»
εκδόσεις ΚΛΕΙΔΑΡΙΘΜΟΣ
Το σκηνικό. Η κατεχόμενη απ’ τους Γερμανούς Γαλλία την περίοδο του Β΄ παγκοσμίου πολέμου.
Οι πρωταγωνίστριες. Δύο νεαρές γαλλίδες αδερφές, η Βιάν και η Ιζαμπέλ Ροσινιόλ.
Και λοιπόν; Ένα ακόμα μυθιστόρημα γι’ αυτή την τραγωδία της ανθρωπότητας ανάμεσα στα τόσα που έχουν γραφτεί;
Όχι. Ένα ξεχωριστό μυθιστόρημα. «Το αηδόνι» της Kristin Hannah διασχίζει τους δρόμους αυτής της ιστορικής χρονικής περιόδου με τα πόδια των ανθρώπων που υπήρξαν θύματα και θύτες. Δεν παρουσιάζει τις ζωές και τα πάθη τους μέσα από κάποιο μεγεθυντικό φακό. Τις βάζει στο μικροσκόπιο και καταφέρνει να μας κάνει να κατανοήσουμε γιατί αγαπούν και μισούν, γιατί κουράζονται, παγώνουν και απελπίζονται στις ατελείωτες ουρές για λίγα τρόφιμα με το δελτίο ή γιατί σφίγγουν τα δόντια και πασχίζουν να κρύψουν τις αιματορροούσες πληγές τους αναζητώντας κάποιο καταφύγιο που θα τις προστατέψει αποτελεσματικά απ’ τη βαναυσότητα και το μένος των πρόσκαιρων νικητών που κάποιοι απ’ αυτούς βρίσκονται μέσα στο ίδιο τους το σπίτι.
“Αν περνάς μια κόλαση, συνέχισε να περπατάς”, είναι η ρήση του Ουίνστον Τσόρτσιλ με την οποία ξεκινά το 32ο κεφάλαιο της η συγγραφέας και είναι η πλέον κατάλληλη και ταιριαστή φράση για την πορεία των ηρώων της, όχι μόνο των δύο αδερφών, αλλά όλων στα περισσότερα κεφάλαια του έργου. Μια πορεία που φαίνεται να έρχεται απ΄ τον προηγούμενο πόλεμο, τον Ά παγκόσμιο, αυτόν που χαρακτηρίστηκε “Μεγάλος” καθώς η ανθρωπότητα δεν είχε φανταστεί πως θα ακολουθούσε ένας δεύτερος, χειρότερος και αιματηρότερος, εξελίσσεται μέχρι το τέλος του Β΄ παγκοσμίου, χωρίς όμως και να ολοκληρωθεί τότε καθώς υπάρχουν ανοιχτά θέματα που στοιχειώνουν τους επιζήσαντες και τους κάνουν να επιστρέφουν ξανά και ξανά στο παρελθόν.
“Οι άντρες λένε ιστορίες. Οι γυναίκες τις κάνουν πράξη”. Τα λόγια της Βιάν πενήντα χρόνια μετά, δεν είναι απλώς μια φεμινιστική άποψη που η συγγραφέας θέλει να καταθέσει μέσω του έργου της. Είναι η ουσία του μυθιστορήματος και ο ψύχραιμος απολογισμός μιας εκ των πρωταγωνιστριών του, που όπως και οι υπόλοιπες ήρωες του “Αηδονιού” δεν παρουσιάζονται ούτε εξιδανικευμένοι, ούτε παραποιημένοι για τις “ανάγκες της ιστορίας”, όπως συμβαίνει, δυστυχώς, σε πολλές άλλες περιπτώσεις. Οι άνδρες πολεμούν και οι γυναίκες μάχονται σ΄ έναν ανηλεή αγώνα όχι απλώς της καθημερινής επιβίωσης, αλλά της επιβίωσης ώρα με την ώρα στο έργο της Hannah που επιλέγει με μαεστρία και μεγάλη προσοχή την κάθε της λέξη, μη αφήνοντας ούτε μια στιγμή τους ήρωες της να κλαψουρίσουν ή να μεμψιμοιρούν για τα όσα τραγικά τους τυχαίνουν. Δεν προκαλεί, δεν εκβιάζει την “ανατροπή” για να κρατήσει το ενδιαφέρον των αναγνωστών της. Ακόμα και όταν περιγράφει επαναλαμβανόμενες καθημερινές καταστάσεις καταφέρνει να σε κάνει να αισθανθείς συνοδοιπόρος των ηρώων της, ενίοτε δε πως συμπάσχεις πραγματικά μαζί τους και όταν τα πόδια τους λυγίζουν ή βουλιάζουν μες το χιόνι να θέλεις να τους απλώσεις το χέρι για να σηκωθούν και να συνεχίσουν.
Έχοντας διαβάσει αρκετά σχετικά με όσα συνέβησαν στη δική μας χώρα κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής και ειδικά για το δύσκολο χειμώνα του 1941-42 όταν ο κόσμος πέθαινε στους δρόμους απ’ την πείνα, αισθάνθηκα σε πολλές σελίδες πως η Αμερικανίδα συγγραφέας δεν μιλά για τη Γαλλία μα για την Ελλάδα, όπως θα μπορούσε να μιλάει για οποιαδήποτε άλλη κατεχόμενη χώρα της Ευρώπης εκείνης της εποχής.
Αυτή η ομοιότητα που μας επισημαίνει με το κείμενο της μια συγγραφέας που ζει στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, ίσως είναι ιδιαίτερα χρήσιμη σήμερα που το οικοδόμημα της Ενωμένης Ευρώπης κλυδωνίζεται και όλο και περισσότεροι αναρωτιούνται αν πρέπει να παραμείνει ενωμένη, και αν είναι, τελικά, περισσότερα αυτά που μας ενώνουν απ’ όσα μας χωρίζουν. Γι’ αυτά τα ερωτήματα υπάρχουν πολλές απαντήσεις. Μέσα απ «Το αηδόνι» όμως προκύπτει μια αναμφισβήτητη αλήθεια. Η συλλογική μνήμη συντίθεται απ’ τις μνήμες των ανθρώπων. Εφόσον οι άνθρωποι θέλουν να συγχωρήσουν, χωρίς να ξεχάσουν ή να κάνουν πως δε θυμούνται, και να προχωρήσουν μπροστά, κατά τον ίδιο τρόπο θα συμπεριφερθούν και οι κοινωνίες. Όσες δυσκολίες και αν έχουν να ξεπεράσουν. Αρκεί να αποφασίσουν να βάλουν ο καθένας τη δική του αλήθεια δίπλα στην αλήθεια του άλλου. Ούτε πάνω, ούτε κάτω. Δίπλα σα να ΄ναι ο κρίκος μιας αλυσίδας που όλο επεκτείνεται. Όχι για να μας φυλακίσει. Για να μας ενώσει.
«Το αηδόνι» δεν παίρνει θέση στα παραπάνω. Έρχεται όμως να λειτουργήσει ως μια σπονδή στη συλλογική μνήμη της Ευρώπης και να μας προβληματίσει. Και αυτό το κάνει ξεχωριστό, έτσι που ακόμα και όταν το κλείνεις και το βάζεις στο ράφι της βιβλιοθήκης να αισθάνεσαι πως σ’ ακολουθεί, σαν ένα πραγματικό αηδόνι που δραπέτευσε απ’ το κλουβί του, χωρίς όμως να θέλει και να απομακρυνθεί από σένα.
Εξαιρετική η μετάφραση του μυθιστορήματος από την κ. Χριστίνα Σωτηροπούλου. Σε οδηγεί στο να αναρωτηθείς αν το κείμενο γράφτηκε πρώτα στα ελληνικά.