Η Μεσόγειος, μήτρα πολιτισμών και ανθρώπων, αλλά και χώρος συγκρούσεων. Η Μεσόγειος-μάνα μας με τη «μεγαλειώδη και πολυτάραχη ζωή της» και τον «εξαιρετικά μεγάλο ανθρώπινο πλούτο της» είναι ο ιστορικός χώρος ζύμωσης πολιτισμών σημειώνει ο Fernand Braudel. Ο μεγάλος ιστορικός είδε τη Μεσόγειο ως ενιαίο χώρο, ως σύνθετη ολότητα, στις όχθες της οποίας συναντήθηκαν ο ελληνικός πολιτισμός, που κυριάρχησε στον χώρο ως την ίδρυση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, ο ρωμαϊκός πολιτισμός, που αναπτύχθηκε τα χρόνια της Pax Romana, ο βυζαντινός πολιτισμός, ο «δυτικός» πολιτισμός όπως διαμορφώθηκε με τον σχηματισμό των ευρωπαϊκών κρατών στη Δύση και ο «ανατολικός» πολιτισμός, κύριος φορέας του οποίου υπήρξαν οι Άραβες. Θρησκείες, Τρόποι, Παραδόσεις και Λαλιές συνυπάρχουν ειρηνικά, αλλά κάποτε συγκρούονται για να συνυπάρξουν πάλι σε ένα νέο επίπεδο ισορροπίας.
Τα αναθυμάμαι όλα αυτά καθώς αφήνομαι να περιπλανηθώ «Στο δρόμο των αρωμάτων», την υπέροχη μυθιστορία του Μάνθου Σκαργιώτη, που έχει ως καμβά της την ανατολική Μεσόγειο, την Ελλάδα, τη Μέση Ανατολή, την Τουρκία, τις παραδουνάβιες χώρες. Εδώ η παράδοση ζωντανεύει καθώς είναι απόλυτα ενταγμένη στη ζωή των συγκαιρινών. Οι μύθοι είναι στοιχεία μεταφυσικά τα οποία όμως καθώς γίνονται πιστευτά αποκτούν λογική και ενίοτε -όταν καταντούν δεισιδαιμονίες- «βαραίνουν σαν βραχνάς τα μυαλά των ζωντανών». Άλλοτε πάλι γίνονται κίνητρα για ταξίδια οδυσσεϊκά, για αναζητήσεις και ανατροπές που αλλάζουν τον ρου της ιστορίας. Με άλλα λόγια, οι πίστεις και τα πάθη διαμορφώνουν την περίφημη πανουργία και εντέλει το λόγο της ιστορίας που σε παρασύρει πότε από δω και πότε από κει.
Έτσι συμβαίνει και με τον ήρωα του μυθιστορήματος. Ο Κωνσταντίνος Ντούλας με το που γυρίζει από την ξενιτιά ξορκίζεται από τη μάνα του να επιτελέσει την τελευταία επιθυμία του νεκρού πατέρα του. Και όπως διαβάζουμε στο οπισθόφυλλο, πριν από μερικά χρόνια οι τρεις αδερφές του είχαν θυσιαστεί για να στεριώσουν τρία ονομαστά γεφύρια: του Δούναβη, του Ευφράτη και της Άρτας. Ο πατέρας του δεν θα βρει αναπαμό, αν ο Κωνσταντίνος δεν πάει στα τρία γεφύρια για να φέρει από εκεί λίγο ασβέστη και λίγο χώμα.
Ο δρόμος του απ’ την Ήπειρο ως τη Μεσοποταμία και τις παραδουνάβιες χώρες είναι στρωμένος με περιπέτειες και κινδύνους. Πειρατές, δουλέμποροι, θεομπαίχτες καλόγεροι, αιχμαλωσίες, καμηλιέρηδες, περιστασιακοί έρωτες, ληστές, βεδουίνοι, ιεροφάντες, σύντομες μα βαθιές φιλίες, μάγοι, φοβισμένα στόματα, αδυσώπητες αναμετρήσεις, δερβίσηδες, ανατολίτικη λαγνεία, σκοτεινές ιεροτελεστίες, τεκέδες, απαγωγές, αφιλόξενες στέπες και μέσα σ’ όλα μια αγάπη αναμμένο κάρβουνο κάτω απ’ τη στάχτη.
Ακόμα όμως κι αν καταφέρει να γλιτώσει και γυρίσει πίσω στη μικρή πατρίδα του, τον περιμένουν ο δήμιος για ένα έγκλημα που διαπράχτηκε τη μέρα της αναχώρησής του, ο προδότης της παιδικής φιλίας, η μάνα στην άκρη του γκρεμού κι η αρραβωνιαστικιά του ριγμένη ανάμεσα σε σφυρί και αμόνι διαμορφώνουν την πλοκή του δευτερογενούς μύθου (ο πρωτογενής είναι οι μύθοι των τριών γεφυριών και του νεκρού αδερφού).
Θαυμάσια γραφή. Η εναλλαγή από το τρίτο στο πρώτο πρόσωπο και συγχρόνως η διαφοροποίηση της αφήγησης με την αλλαγή της λαλιάς απολαυστική. Μυθιστόρημα και δοκίμιο εν ταυτώ. Ο συγγραφέας κυριολεκτικά μας οδηγεί σε δρόμους λαλιών-αρωμάτων που βρίσκονται εν υπνώσει και αίφνης ξυπνούν και αφυπνίζουν έναν κόσμο που είναι εντός μας, άγνωστος, πλην τόσο οικείος. Είμαστε εμείς, είμαστε το παλίμψηστο των πολιτισμών, των συμβολικών τάξεων και των Τρόπων που μας απαρτίζουν και μας συνιστούν. Είναι οι πολιτισμοί που μας χωρίζουν και η Μεσόγειος που μας ενώνει. Ο Μάνθος Σκαργιώτης στοχάζεται καταδεικνύοντας ότι εμείς οι άνθρωποι της Μεσογείου έχουμε πολύ περισσότερα που μας ενώνουν από αυτά που μας χωρίζουν.
Και σαν τον Εντγκάρ Μορέν μας προτρέπει να βρούμε μέσα στη Μεσόγειο τη μητρική ουσία, να τη λατρέψουμε σαν παιδιά της. Γιατί χωρίς μητρότητα δεν υπάρχει αδερφικότητα. Ο Σκαργιώτης μαζί με τον Μορέν, λοιπόν, μας προτρέπουν να ξαναβρούμε τη θάλασσά μας, την πηγή της ζωτικής ποίησής μας. Να βρούμε το τοπικό ως εντοπιότητα μέσα στην οικουμενικότητα.