Με αφορμή την έλευση στην Ελλάδα του προέδρου της Βολιβίας Έβο Μοράλες, δημοσιεύουμε και πάλι την ομιλία του Άλβαρο Γκαρσία Λινέρα, αντιπροέδρου της Βολιβίας από το 2006. Ο Λινέρα είχε έρθει και στην Ελλάδα το 2015 με την ευκαιρία της έκδοσης βιβλίου του.
Ο διανοούμενος πολιτικός επιχειρεί τη δική του αποτίμηση για τους κλυδωνισμούς των αριστερών και κεντροαριστερών κυβερνήσεων στη Λατινική Αμερική. H πολιτική κρίση στη Βραζιλία με την αποπομπή της Ντίλμα Ρούσεφ (κατέληξε στην εκλογή του ακροδεξιού Μπολσονάρου), η αύξηση της κοινωνικής και πολιτικής πίεσης στη Βενεζουέλα, αλλά και η αμφισβήτηση της πολιτικής του Μοράλες στη Βολιβία, διαμορφώνουν ένα τοπίο έντονων πολιτικών ανακατατάξεων στην ήπειρο. Το κείμενο που ακολουθεί αποτελεί απόσπασμα από την ομιλία του Λινέρα στη Σχολή Κοινωνικών Επιστημών του Πανεπιστημίου του Μπουένος Άιρες, τον Μάιο του 2016.
«Βρισκόμαστε σε ένα ιστορικό σημείο καμπής στη Λατινική Αμερική. Ορισμένοι μιλούν για πισωγύρισμα, για την επάνοδο των συντηρητικών δυνάμεων. Η αλήθεια είναι ότι τους τελευταίους δώδεκα μήνες, μετά από μια δεκαετία έντονης προόδου και ενίσχυσης των προοδευτικών και επαναστατικών κυβερνήσεων στην ήπειρο, αυτή η πρόοδος συναντά εμπόδια. Σε κάποιες περιπτώσεις υποχωρεί και σε άλλες απειλείται η συνέχειά της.
Εκεί όπου οι συντηρητικές δυνάμεις κερδίζουν έδαφος, παρατηρούμε μια εντατική διαδικασία επαναφοράς των παλιών ελίτ των δεκαετιών του 1980 και του 1990, οι οποίες επιχειρούν να ανακτήσουν τον έλεγχο του κράτους.
Στο επίπεδο της πολιτισμικής ατζέντας, υπάρχει η αποφασιστική προσπάθεια από ΜΜΕ, μη κυβερνητικές οργανώσεις και οργανικούς διανοούμενους της Δεξιάς, να θέσουν υπό αμφισβήτηση και να αποδυναμώσουν το σχέδιο της αλλαγής και της επανάστασης.
Στοχοποιούν αυτό που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε χρυσή και ενάρετη δεκαετία στη Λατινική Αμερική.
Στην πραγματικότητα, πρόκειται για παραπάνω από μια δεκαετία. Από το 2000, με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους –κάποιοι πιο ριζοσπαστικοί από άλλους, κάποιοι πιο αστικοί και άλλοι πιο αγροτικοί– με διαφορετικές γλώσσες αλλά με μια συγκλίνουσα οπτική, η Λατινική Αμερική έζησε μια από τις πιο σημαντικές περιόδους αυτονομίας και οικοδόμησης της κυριαρχίας της στην ιστορία της, από την εποχή της ίδρυσης των κρατών τον 19ο αιώνα.
Τα τέσσερα χαρακτηριστικά της χρυσής δεκαετίας στη Λατινική Αμερική
Καταρχάς, ο πολιτικός παράγοντας: η κοινωνική ενεργοποίηση και οι λαϊκές δυνάμεις που παίρνουν την εξουσία του κράτους, υπερβαίνοντας τον παλιό διάλογο για το κατά πόσο μπορεί κανείς να αλλάξει τον κόσμο χωρίς να πάρει την εξουσία.
Λαϊκοί φορείς, εργαζόμενοι, αγρότες, ιθαγενείς πληθυσμοί, γυναίκες και οι κατώτερες κοινωνικές τάξεις, ανέτρεψαν αυτόν τον θεωρητικό και αναστοχαστικό διάλογο με έναν πρακτικό τρόπο. Ανέλαβαν καθήκοντα ελέγχου του κράτους. Έγιναν αντιπρόσωποι, βουλευτές, γερουσιαστές, κινητοποιήθηκαν, ανέτρεψαν νεοφιλελεύθερες πολιτικές, ενεπλάκησαν στη διοίκηση του κράτους, άλλαξαν δημόσιες πολιτικές, έκαναν τροποποιήσεις σε προϋπολογισμούς.
Σε αυτά τα δέκα χρόνια γινόμαστε μάρτυρες της λαϊκής, πληβειακής παρουσίας στη διαχείριση του κράτους.
Δεύτερο χαρακτηριστικό είναι η ενδυνάμωση της κοινωνίας των πολιτών: σωματεία, συνεταιρισμοί, μετανάστες, ομάδες γειτονιάς, φοιτητές και ενώσεις, άρχισαν να αναπτύσσουν και να ενδυναμώνουν τη δράση τους σε πολλές διαφορετικές περιοχές, κατά τη διάρκεια της δεκαετίας. Το νεοφιλελεύθερο σκοτάδι της απάθειας και της ανάθεσης έσπασε, δημιουργώντας χώρο για την αναδημιουργία μιας ισχυρής κοινωνίας των πολιτών που αναλαμβάνει καθήκοντα, παράλληλα με τις νέες κυβερνήσεις στη Λατινική Αμερική.
Όσον αφορά τον κοινωνικό παράγοντα, στη Βραζιλία, τη Βενεζουέλα, την Αργεντινή, τη Βολιβία, το Εκουαδόρ, την Παραγουάη, την Ουρουγουάη, τη Νικαράγουα και το Ελ Σαλβαδόρ, είδαμε μια σημαντική αναδιανομή του κοινωνικού πλούτου.
Σε αντίθεση με τις πολιτικές που πριμοδοτούν την υπερσυγκέντρωση του πλούτου, η οποία κατέστησε τη Λατινική Αμερική μια από τις περιοχές με τη μεγαλύτερη ανισότητα, οι προοδευτικές και επαναστατικές κυβερνήσεις από το 2000 και μετά, ενεργοποίησαν μια διαδικασία αναδιανομής του πλούτου. Αυτή η διαδικασία οδήγησε στη διεύρυνση των μεσαίων τάξεων, όχι με την κοινωνιολογική έννοια του όρου, αλλά με την έννοια της καταναλωτικής δυνατότητας. Η καταναλωτική δυνατότητα των εργατών, των αγροτών, των ιθαγενικών πληθυσμών και άλλων καταπιεσμένων ομάδων ενισχύθηκε.
Το χάσμα ανάμεσα στο 10% των πιο πλούσιων και το 10% των πιο φτωχών, το οποίο ήταν τεράστιο κατά τη δεκαετία του 1990, μειώθηκε σημαντικά και ενισχύθηκε η συνεισφορά και η ισότητα μεταξύ των κοινωνικών ομάδων.
Παρακολουθήσαμε την εφαρμογή μετα-νεοφιλελεύθερων στρατηγικών, που έδωσαν στο κράτος ισχυρό ρόλο. Ορισμένες χώρες προχώρησαν στην εθνικοποίηση ιδιωτικών εταιριών ή στη δημιουργία νέων δημόσιων επιχειρήσεων, διεύρυναν την εμπλοκή του κράτους στην οικονομία, προκειμένου να δημιουργήσουν μετα-νεοφιλελεύθερες δυνατότητες διαχείρισης της οικονομίας, έδωσαν έμφαση στη σημασία της εγχώριας αγοράς, επανέφεραν τη σημασία του κράτους για την αναδιανομή του πλούτου και την κρατική συμμετοχή σε στρατηγικούς τομείς της οικονομίας.
Στα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής, διαμορφώσαμε μια άτυπη, προοδευτική και επαναστατική Διεθνή σε επίπεδο ηπείρου. Αυτή η κίνηση μάς επέτρεψε να κάνουμε μεγάλα βήματα στη συγκρότηση της ανεξαρτησίας μας.
Αυτήν τη δεκαετία, ως αντίβαρο στην Οργάνωση Αμερικανικών Κρατών (OAS) δημιουργήθηκε η Κοινότητα των Κρατών της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής (CELAC) και η Ένωση των Εθνών της Νότιας Αμερικής(UNASUR). Πρόκειται για μια εξέλιξη στο ζήτημα της λατινοαμερικάνικης ολοκλήρωσης, χωρίς τις ΗΠΑ, δηλαδή χωρίς κηδεμονία.
Συνολικά, λοιπόν, η ήπειρος, κατά τη διάρκεια αυτής της ενάρετης δεκαετίας, πραγματοποίησε πολιτικές αλλαγές: η συμμετοχή των ανθρώπων στην οικοδόμηση ενός νέου τύπου κράτους. Κοινωνικές αλλαγές: η αναδιανομή του πλούτου και η άμβλυνση των ανισοτήτων. Οικονομικές αλλαγές: η ενεργή συμμετοχή του κράτους στην οικονομία, η ενίσχυση της εγχώριας αγοράς, η ανάδυση νέων μεσαίων στρωμάτων. Αλλαγές στο επίπεδο των διεθνών σχέσεων: η πολιτική ολοκλήρωση της ηπείρου. Δεν είναι μικρά επιτεύγματα για ένα διάστημα δέκα χρόνων. Μάλλον είναι τα πιο σημαντικά χρόνια για την επίτευξη της ολοκλήρωσης, της κυριαρχίας και της ανεξαρτησίας στην ήπειρό μας από τον 19ο αιώνα και μετά.
Πρέπει, παρ’ όλα αυτά, να αναγνωρίσουμε ότι, κατά τη διάρκεια των τελευταίων μηνών, η διαδικασία διάχυσης και ενίσχυσης των προοδευτικών κυβερνήσεων βρίσκεται σε τέλμα. Παρακολουθούμε την επαναφορά συντηρητικών δυνάμεων σε πολύ σημαντικές και νευραλγικές χώρες της περιοχής. Προφανώς, η Δεξιά πάντοτε θα επιχειρεί να σαμποτάρει τις προοδευτικές διαδικασίες. Είναι ζήτημα πολιτικής επιβίωσης για τους ίδιους· ζήτημα ελέγχου και σύγκρουσης.
Είναι πολύ σημαντικό να εξετάσουμε τι κάναμε λάθος, πού συναντήσαμε όρια, πού σκοντάψαμε – με λίγα λόγια ποιοι παράγοντες επέτρεψαν στη Δεξιά να ανακτήσει την πρωτοβουλία.
Όρια και αντιφάσεις της ενάρετης δεκαετίας στη Λατινική Αμερική
Υπήρξαν αντιφάσεις στο επίπεδο της οικονομίας: ήταν σαν να δίναμε μικρή σημασία στα οικονομικά ζητήματα εντός των επαναστατικών διαδικασιών.
Όταν είσαι στην αντιπολίτευση, τα σημαντικά πράγματα είναι η πολιτική, οι ιδέες και η οργάνωση, μαζί με κάποιες άλλες περισσότερο ή λιγότερο γοητευτικές και αξιόπιστες δομικές προτάσεις. Όταν, όμως, είσαι στην κυβέρνηση, όταν αναλαμβάνεις το κράτος, η οικονομία είναι κρίσιμη.
Οι προοδευτικές κυβερνήσεις και οι επαναστατικοί ηγέτες δεν κατανόησαν πάντοτε αυτή την κρίσιμη σημασία της οικονομίας. Η φροντίδα της οικονομίας, η διεύρυνση της αναδιανομής του πλούτου και η στήριξη της ανάπτυξης είναι οι πυλώνες οποιασδήποτε ανατροπής.
Όλα τα γραπτά του Λένιν μετά τον πολεμικό κομμουνισμό (War Communism) αφορούν την αναζήτηση τρόπων αποκατάστασης της αξιοπιστίας του δημόσιου τομέα, μέσα από την οικονομική διαχείριση, την ανάπτυξη της παραγωγής, τη διανομή του πλούτου, τη δημιουργία αυτόνομων πρωτοβουλιών από αγρότες, εργάτες, μικρές και μεγάλες επιχειρήσεις, ώστε να θεμελιωθεί μια αξιόπιστη οικονομία που θα δίνει σταθερότητα και ευημερία στον πληθυσμό, γνωρίζοντας ότι δεν μπορεί να χτιστεί ο σοσιαλισμός ή ο κομμουνισμός σε μια μόνο χώρα.
Πρέπει να λάβουμε υπόψη μας ότι οι οικονομικές σχέσεις ρυθμίζονται από την παγκόσμια αγορά, ότι οι αγορές και οι ισοτιμίες δεν εξαφανίζονται με κυβερνητικές αποφάσεις ή με την εθνικοποίηση των μέσων παραγωγής. Επίσης, ότι η κοινωνική και κοινοτική οικονομία μπορεί να αναπτυχθεί μόνο μέσα στο πλαίσιο παγκόσμιων και ηπειρωτικών αλλαγών.
Εν τω μεταξύ, εξαρτάται από την κάθε χώρα το πώς θα δημιουργήσει βασικές προϋποθέσεις επιβίωσης για την ευημερία των ανθρώπων της και για τη διατήρηση της πολιτικής δύναμης των εργαζομένων. Μπορεί να κάνεις παραχωρήσεις, μπορεί να μιλάς με όποιον μπορεί να βοηθήσει στην οικονομική ανάπτυξη, όμως πρέπει πάντοτε να διασφαλίζεις ότι η πολιτική εξουσία είναι στα χέρια των εργαζομένων και των επαναστατικών δυνάμεων.
Ο λόγος πρέπει να είναι αποτελεσματικός και να δημιουργεί θετικές συλλογικές προσδοκίες, έχοντας πάντοτε στη βάση του την εξασφάλιση των βασικών προϋποθέσεων για μια μίνιμουμ υλική ευημερία. Αν αυτές οι προϋποθέσεις δεν πληρούνται, οποιοσδήποτε λόγος, όσο γοητευτικός ή ελπιδοφόρος κι αν είναι, τελικά αποδυναμώνεται.
Μια ακόμα αδυναμία στο τομέα της οικονομίας ήταν ότι οι προοδευτικές κυβερνήσεις υιοθέτησαν μέτρα που επηρέασαν το επαναστατικό μπλοκ, ενδυναμώνοντας το συντηρητικό.
Προφανώς, μια κυβέρνηση πρέπει να κυβερνά προς το συμφέρον όλων. Αυτός είναι ο άξονας προσανατολισμού του κράτους. Όμως, πώς λειτουργεί κανείς μέσα σε αυτόν το δυισμό; Δηλαδή το να κυβερνά για όλους, να λαμβάνει υπόψη τους πάντες, αλλά πάνω από όλα τους πολίτες;
Καμιά οικονομική πολιτική δεν μπορεί να μην λαμβάνει υπόψη τους ανθρώπους. Όταν κάποιος λειτουργεί έτσι, θεωρώντας ότι θα εξασφαλίσει την υποστήριξη της Δεξιάς ή ότι θα την ουδετεροποιήσει, κάνει μεγάλο λάθος, γιατί η Δεξιά δεν είναι ποτέ εμπιστεύσιμη.
Μπορεί να επιχειρούμε να ουδετεροποιήσουμε κάποιους επιχειρηματικούς τομείς, αλλά αυτοί ποτέ δεν θα είναι στο πλευρό μας. Οποιαδήποτε στιγμή αντιληφθούν ότι οι λαϊκές πολιτικές κλονίζονται ή κάποιο άλλο σημάδι αδυναμίας, δεν θα διστάσουν να στραφούν εναντίον των προοδευτικών και επαναστατικών κυβερνήσεων.
Μπορεί να εκδώσεις ένα προεδρικό διάταγμα που να ισχυρίζεται ότι δεν υπάρχει αγορά, αλλά η αγορά θα είναι ακόμα εκεί. Μπορεί να εκδώσεις ένα διάταγμα που να επιχειρεί να βάλει ένα τέλος στις ξένες επιχειρήσεις, αλλά τα εξαρτήματα και ο εξοπλισμός για την κατασκευή κινητών τηλεφώνων θα απαιτούν πάντα παγκόσμια τεχνογνωσία. Δεν μπορεί να δημιουργηθεί μια αυταρχική χώρα. Καμιά επανάσταση δεν έχει διαρκέσει και δεν θα επιβιώσει μέσα στην αυτάρκεια και την απομόνωση. Η επανάσταση ή θα είναι παγκόσμια και ηπειρωτική ή θα είναι μια παρωδία.
Οι προοδευτικές κυβερνήσεις οδήγησαν στην ενδυνάμωση των εργαζομένων, των αγροτών, των γυναικών και της νεολαίας, με τρόπο λιγότερο ή περισσότερο ριζοσπαστικό ανάλογα με τη χώρα για την οποία μιλάμε. Όμως, η πολιτική εξουσία δεν θα διατηρηθεί αν δεν συνοδεύεται από οικονομική δύναμη των λαϊκών τομέων.
Το κράτος δεν είναι υποκατάστατο των εργαζομένων. Μπορεί να συνεργάζεται, να βελτιώνει τις συνθήκες, αλλά αργά ή γρήγορα πρέπει να εκχωρεί οικονομική δύναμη στους υποκείμενους τομείς. Η δημιουργία οικονομικών δυνατοτήτων και η οικοδόμηση συνεταιριστικής παραγωγικής δυνατότητας είναι οι παράγοντες-κλειδιά που θα καθορίσουν το αν στο μέλλον θα περάσουμε από τον μετα-νεοφιλελευθερισμό στον μετα-καπιταλισμό.
Το δεύτερο πρόβλημα είναι που αντιμετωπίζουν οι προοδευτικές κυβερνήσεις είναι ότι η αναδιανομή του πλούτου δεν συνοδεύεται απαραίτητα από κοινωνική πολιτικοποίηση. Αν η ενίσχυση της αγοραστικής δύναμης και της κοινωνικής δικαιοσύνης δεν συνοδεύεται από κοινωνική πολιτικοποίηση, δεν δημιουργούμε μια διαφορετική κοινή λογική. Θα δημιουργήσουμε μια νέα μεσαία τάξη, με αγοραστική δύναμη, η οποία όμως θα κουβαλά μια συντηρητική κοινή λογική.
Τι εννοώ με την έννοια κοινή λογική; Εννοώ τις εσωτερικές, ηθικές και λογικές αρχές με τις οποίες οι άνθρωποι οργανώνουν τη ζωή τους. Έχει να κάνει με τις προσωπικές σταθερές, με το πώς στεκόμαστε στον κόσμο.
Σε αυτή την οπτική, οι πολιτισμικοί, ιδεολογικοί και πνευματικοί παράγοντες είναι κρίσιμοι. Δεν υπάρχει πραγματική επανάσταση ούτε εδραίωση οποιασδήποτε επαναστατικής διαδικασίας χωρίς θεμελιακή πολιτιστική επανάσταση.
Όταν κάποιος είναι στην κυβέρνηση χρειάζεται να είναι καλός υπουργός και καλός βουλευτής, αλλά και το ίδιο καλός ως μέλος ενός σωματείου, ως φοιτητής ή τοπικός αγωνιστής, γιατί σε αυτά τα πεδία δίνεται η μάχη για την κοινή λογική.
Μια τρίτη αδυναμία των προοδευτικών κυβερνήσεων είναι η ηθική αλλαγή. Είναι σαφές ότι η διαφθορά είναι ένα καρκίνωμα που φθείρει την κοινωνία – όχι απλώς τώρα, αλλά εδώ και 15, 20, 200 χρόνια. Οι νεοφιλελεύθεροι είναι ένα παράδειγμα θεσμοθετημένης διαφθοράς, έχοντας μετατρέψει τα δημόσια ζητήματα σε ιδιωτικά και συσσωρεύοντας ιδιωτικές περιουσίες από την καταλήστευση της συλλογικής περιουσίας των λαών της Λατινικής Αμερικής.
Οι ιδιωτικοποιήσεις υπήρξαν το πιο εξωφρενικό, ανήθικο, ανέντιμο και αισχρό παράδειγμα μιας διάχυτης διαφθοράς. Και αυτό είναι σίγουρα κάτι ενάντια στο οποίο πολεμήσαμε, αλλά όχι αρκετά.
Καθώς αποκαθιστούμε τα κοινά αγαθά και τις δημόσιες πηγές της πολιτείας, είναι σημαντικό ο κάθε σύντροφος, ο κάθε Πρόεδρος και Αντιπρόεδρος, σε ατομικό επίπεδο και στην καθημερινή τους συμπεριφορά, να μην αποποιούνται ποτέ την ταπεινότητα, την απλότητα, τη λιτότητα και τη διαφάνεια.
Το τελευταίο διάστημα υπάρχει μια κατασκευασμένη ηθική καμπάνια στα ΜΜΕ. Θα μπορούσαμε να κάνουμε μια λίστα με δεξιούς γερουσιαστές, βουλευτές, υποψηφίους και υπουργoύς που δήλωναν τις εταιρίες τους στον Παναμά για να γλιτώνουν φόρους. Εκείνοι είναι οι διεφθαρμένοι και έχουν το θράσος να μας κατηγορούν για διαφθορά, για ανεντιμότητα.
Θα πρέπει όμως κι εμείς να επιμείνουμε και να δείξουμε πιο καθαρά πού στεκόμαστε μέσα και από τη στάση μας στην καθημερινή μας ζωή. Δεν μπορούμε να διαχωρίζουμε τα πιστεύω μας από τις πράξεις μας, αυτό που είμαστε από αυτό που λέμε.
Ένα τέταρτο στοιχείο που δεν θα έλεγα ότι αποτελεί μια αδυναμία είναι το ζήτημα της συνέχειας στην ηγεσία των δημοκρατικών πολιτευμάτων. Στις δημοκρατικές επαναστάσεις πρέπει να ζήσεις μαζί και να ανεχτείς τους αντιπάλους σου. Μπορεί να νίκησες σε επίπεδο λόγου, σε εκλογικό, πολιτικό και ηθικό επίπεδο, όμως οι αντίπαλοί σου είναι ακόμα εκεί. Είναι ένα γεγονός που πάει μαζί με τη δημοκρατία. Και τα Συντάγματα θέτουν όρια –5, 10, 15 χρόνια– στην εκλογή των αρχών. Πώς μπορεί μια επαναστατική διαδικασία να έχει συνέχεια μέσα σε αυτά τα όρια;
Θα πουν: «οι λαϊκιστές, οι σοσιαλιστές πιστεύουν στους ηγέτες». Όμως κάθε πραγματική επανάσταση ενσαρκώνει το πνεύμα της εποχής. Αν τα πάντα εξαρτώνται από τους θεσμούς, τότε δεν μιλάμε για επανάσταση. Δεν υπάρχει επανάσταση χωρίς ηγέτες. Όμως είναι η υποκειμενικότητα των ανθρώπων που ορίζει τη μοίρα μιας χώρας και τότε μιλάμε για πραγματικά επαναστατική διαδικασία. Το θέμα είναι πώς διασφαλίζουμε τη συνέχεια αυτής της διαδικασίας μέσα στα υφιστάμενα συνταγματικά όρια;
Η οικοδόμηση συλλογικών ηγεσιών έχει ίσως μεγαλύτερες πιθανότητες διασφάλισης της συνέχειας μέσα στο πλαίσιο της δημοκρατίας. Αυτό είναι ένα ζήτημα που πρέπει να λυθεί με πολιτικό διάλογο. Πώς διασφαλίζουμε τη συνέχεια ούτως ώστε οι διαδικασίες να μην τεμαχίζονται και να είναι ανθεκτικές σε ιστορική προοπτική.
Τέλος μια πέμπτη αδυναμία που θα ήθελα να αναφέρω έχει τον χαρακτήρα αυτοκριτικής αλλά και διατύπωσης προτάσεων και σχετίζεται με την οικονομική και ηπειρωτική ολοκλήρωση. Έχουμε κάνει πολύ σημαντική πρόοδο στο επίπεδο της πολιτικής ολοκλήρωσης. Κάθε κυβέρνηση κοιτάζει τον γεωγραφικό της χώρο, την αγορά της, αλλά όταν κοιτάξουμε τις άλλες αγορές αναδύονται περιορισμοί.
Η οικονομική ολοκλήρωση δεν είναι εύκολη υπόθεση. Μπορεί να μιλάς διεξοδικά για αυτήν, αλλά όταν εξετάσεις το ισοζύγιο πληρωμών, τους μέσους όρους επενδύσεων και τεχνολογικά ζητήματα, τα πράγματα παρουσιάζουν αργούς ρυθμούς.
Αυτό είναι το μεγάλο ζήτημα. Είμαι πεπεισμένος ότι η Λατινική Αμερική θα μπορέσει να πάρει τον έλεγχο της μοίρας της στον 21ο αιώνα αν καταφέρει να μετατραπεί σε ένα είδος ηπειρωτικού, πολυεθνικού κράτους που σέβεται τις τοπικές και εθνικές δομές των υπαρχόντων κρατών, αλλά δημιουργήσει και ένα δεύτερο επίπεδο ηπειρωτικών θεσμών που θα διαχειρίζονται ζητήματα οικονομίας, πολιτισμού, πολιτικής και εμπορίου. Μπορείτε να φανταστείτε να είμαστε 450 εκατομμύρια άνθρωποι; Θα διαθέταμε τα μεγαλύτερα αποθέματα ορυκτών, λιθίου, νερού, πετρελαίου, αερίου, αγροτικών προϊόντων. Θα μπορούσαμε να απομακρύνουμε τις διαδικασίες παγκοσμιοποίησης από την οικονομία της ηπείρου. Μόνοι είμαστε βορά στην απληστία και την εκμετάλλευση των εταιριών και των χωρών του Βορρά. Ενωμένοι, θα μπορέσουμε να βαδίσουμε σταθερά στον 21ο αιώνα και να ορίσουμε τη μοίρα μας».
[…]
Το κείμενο της ομιλίας δημοσιεύτηκε στο Open Democracy, στις 7 Σεπτεμβρίου 2016.