Στη δημοσιότητα δόθηκε το «The Goal», ένα τραγούδι του Λέοναρντ Κοέν που θα κυκλοφορήσει στον δίσκο με τίτλο "Thanks for the Dance" στις 22 Νοεμβρίου.
Τον δίσκο επιμελήθηκε ο Άνταμ Κοέν, γιος του καλλιτέχνη και μουσικός ο ίδιος. Ο Λέοναρντ Κοέν είχε ζητήσει από τον γιο του Άνταμ, να επεξεργαστεί το υλικό που είχε μείνει από την προηγούμενη συνεργασία τους, το αριστουργηματικό "You Want It Darker", που κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο του 2016. Ήταν το κύκνειο άσμα του σπουδαίου τραγουδοποιού, ποιητή και εικαστικού που πέθανε ένα μήνα μετά σε ηλικία 82 ετών.
Ο Λέοναρντ Κοέν στην Ελλάδα
Ο Λέοναρντ Κοέν είχε μόλις κλείσει τα 26 όταν το Σεπτέμβριο του 1960 αγόρασε το εμβληματικό πετρόχτιστο σπίτι που δεσπόζει στη Χώρα του νησιού. Δεν ήταν η κοσμοπολίτικη αύρα του που μαγνήτισε τον Κοέν αλλά η άγρια, ακατέργαστη, παρθένα ομορφιά του. Άλλωστε ο Κοέν, ήταν πάντοτε ένας μποέμ, μοναχικός τύπος που αποζητούσε την ηρεμία και την απομόνωση. Κι αυτό ακριβώς βρήκε στο παλιό τριώροφο της Ύδρας: ένα ησυχαστήριο.
Εκεί, στο σπίτι του 19ου αιώνα που όταν το αγόρασε δεν είχε ηλεκτρικό και τρεχούμενο νερό, έγραψε μερικά από τα σημαντικότερα έργα του ζωής του.
Το είχε αγοράσει με μόλις 1.500 δολάρια, που του είχε αφήσει κληρονομιά τη γιαγιά του.
Ο Κοέν δεν άλλαξε σχεδόν τίποτα στο παλιό αυτό σπίτι. Το δέντρο στην αυλή, τα πέντε δωμάτια σε διαφορετικά επίπεδα, την βεράντα, την παραδοσιακή διακόσμηση.
Εκεί στον τρίτο όροφο έφτιαξε ένα μουσικό δωμάτιο. «Το να έχω αυτό εδώ το σπίτι κάνει τις μεγάλες πόλεις λιγότερο τρομακτικές. Μπορώ πάντα να επιστρέφω εδώ και να περνάω όμορφα, να τα βγάζω πέρα σε έναν μικρό παράδεισο. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει ότι θέλω να χάσω την επαφή με την μητροπολιτική εμπειρία» είχε γράψει στην ιστοσελίδα του.
Ο ίδιος σε γράμμα που έστειλε στη μητέρα του την εποχή εκείνη δήλωνε ενθουσιασμένος με το νέο του απόκτημα παρά τις ελλείψεις: «Το σπίτι έχει μια τεράστια ταράτσα και θέα σε ένα εντυπωσιακό βουνό και σε φωτεινά, λευκά σπίτια. Τα δωμάτια είναι επίσης τεράστια και δροσερά με μεγάλα παράθυρα και πολύ χοντρούς τοίχους. Νομίζω ότι είναι πάνω από 200 ετών και υποθέτω πως πολλές γενιές ναυτικών έχουν ζήσει σε αυτό. Θα κάνω λίγη δουλειά κάθε χρόνο και σε μερικά χρόνια θα έχει γίνει βίλα... Μένω σε έναν λόφο και η ζωή εδώ μοιάζει να κυλά ακριβώς με τον ίδιο τρόπο τα τελευταία εκατό χρόνια. Καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας ακούς πλανόδιους πωλητές που φωνάζουν, κάτι που μπορώ να πω ότι είναι πολύ μουσικό. Ξυπνώ στις 7 το πρωί και συνήθως δουλεύω ως τις 12 το μεσημέρι. Νωρίς το πρωί είναι πιο δροσερά και μάλλον καλύτερα, αλλά ούτως ή άλλως λατρεύω τη ζέστη, ειδικά όταν η θάλασσα του Αιγαίου απέχει μόλις δέκα λεπτά από την πόρτα μου».
Εδώ ο Κοέν έζησε τους μεγαλύτερους έρωτες της ζωής του, εδώ επέστρεφε κάθε φορά που η κατάθλιψη του χτύπαγε την πόρτα, εδώ έγραψε τους στίχους για τα υπέροχα τραγούδια του και τα πιο διάσημα βιβλία του. Ό,τι γράφει είναι εν πολλοίς αυτοβιογραφικό, ποτισμένο με πόνο και θλίψη. Αλλά ο πόνος και η θλίψη έχουν γι’ αυτόν μία δημιουργική διάσταση, αγγίζοντας αυτό το οποίο στην ελληνική γλώσσα αποκαλείται χαρμολύπη. Εξηγεί επίσης την αντρική αδυναμία «να ζεις με αυτό που είσαι».
Γράφει χαρακτηριστικά: «Το πιο αρχέγονο στοιχείο στην ιδιοσυστασία ενός άντρα είναι συνήθως αυτό που βαρύνεται με τη μεγαλύτερη απελπισία. Έτσι νέα συστήματα επιβάλλονται διαρκώς στον κόσμο από άντρες που απλώς δεν μπορούν να αντέξουν τον πόνο τού να ζεις με αυτό που είναι. Οι δημιουργοί δεν νοιάζονται για τα συστήματά τους, αρκεί να είναι μοναδικά».
Το «So Long, Marianne», είναι ένα τραγούδι για τον μεγάλο έρωτα της ζωής του που γνώρισε στην Ύδρα και τον κράτησε στο νησί για παραπάνω από έξι χρόνια. Να πως περιγράφει ο ίδιος το βίωμα της ερωτικής κατάστασης:
«…να είμαι σε ένα ξενοδοχείο του Πειραιά μαζί με τη Μαριάν, μόλις τα είχαμε πρωτοφτιάξει, έπρεπε να πάρουμε το πλοίο και είχαμε αργήσει. Σηκώθηκα, ήπια βιαστικά ένα φλιτζάνι καφέ και πήραμε μαζί ταξί για το λιμάνι. Ήταν από τις πιο ευτυχισμένες στιγμές που έχω ζήσει στη ζωή μου - εκείνη ακριβώς η στιγμή στο πίσω κάθισμα του ταξί μαζί με τη Μαριάν, όπου άναψα ένα τσιγάρο, ένα ελληνικό τσιγάρο, και απολάμβανα αυτή τη βαθιά γεύση που είχε με τις πολλές, τότε, τούρκικες ποικιλίες καπνού και σκεφτόμουν ότι επιτέλους ενηλικιώθηκα. Ότι επιτέλους έχω τη δική μου ζωή. Είμαι με αυτή την πανέμορφη γυναίκα, έχουμε κάποια χρήματα στην τσέπη μας, θα πάμε πίσω στην Ύδρα και έχουμε τον έρωτά μας. Αυτό το αίσθημα που ένιωσα εκείνη τη στιγμή στο ταξί είναι που προσπάθησα να ανασυστήσω ανεπιτυχώς άπειρες στιγμές στη ζωή μου. Το αίσθημα του να έχεις μεγαλώσει χωρίς τραύματα, του να βρίσκεσαι με έναν πανέμορφο άνθρωπο, να είσαι ευτυχισμένος μαζί του και όλος ο κόσμος και η ζωή να απλώνονται μπροστά σου».
Ο Λέοναρντ Κοέν έζησε με τη Νορβηγίδα Μαριάν Ιλέν το μεγάλο θαύμα του έρωτα, την κένωση από Εγώ, αυτή ήταν η γυναίκα που έκανε τα κύτταρά του να χορεύουν γαλήνια κι ευτυχισμένα, σ’ έναν τόπο μαγικό, την Ύδρα της δεκαετίας τους 1960. Η Μαριάν έφυγε πριν λίγο καιρό από τη ζωή, σε ηλικία 81 ετών.
Ο καλλιτέχνης πληροφορήθηκε την κατάσταση της υγείας της Μαριάν λίγες μέρες πριν τον θάνατό της και συγκλονισμένος της έστειλε ένα γράμμα:
«Λοιπόν Μαριάν, ήρθε αυτή η στιγμή που είμαστε τόσο γέροι και τα σώματά μας καταρρέουν και σκέφτομαι ότι θα σε ακολουθήσω πολύ σύντομα. Ξέρω ότι βρίσκομαι τόσο κοντά πίσω σου ώστε, αν απλώσεις το χέρι σου, νομίζω ότι θα φθάσεις το δικό μου. Και ξέρεις ότι πάντα σε αγαπούσα για την ομορφιά σου και τη σοφία σου. Αλλά δεν χρειάζεται να πω παραπάνω γι’ αυτά γιατί τα ξέρεις ήδη. Αλλά τώρα, θέλω μόνον να σου ευχηθώ ένα πολύ καλό ταξίδι. Καλό ταξίδι παλιά φίλη. Ατελείωτη αγάπη, θα σε δω στη συνέχεια του δρόμου»
Ο φίλος της Μαριάν τής διάβασε το γράμμα και εκείνη άπλωσε το χέρι της...