Κάτω τα χέρια απ’ τα κορμιά μας!
[ Κατέ Καζάντη / Ελλάδα / 07.09.22 ]Ναι, αποτελεί θέσφατο (θεός+φημί): ό,τι συμβαίνει στο γυναικείο σώμα είναι, αποκλειστικά, γυναικεία υπόθεση. Η προσπάθεια χειραγώγησης της συνείδησης με την επίκληση εξωανθρώπινων επιχειρημάτων -ιερότητα κ.λπ.-, είναι μια ευθεία προσβολή που υποβιβάζει τη γυναίκα, καταργώντας το αυτεξούσιο και, κατά συνέπεια, τη διάνοιά της.
Η γυναίκα δεν είναι μήτρα. Είναι πνευματικό υποκείμενο, είναι σεξουαλικό, ηδονικό υποκείμενο, είναι ιστορικό υποκείμενο, που, με την απελευθέρωσή της, απελευθερώνει το σύνολο του κόσμου. Διότι διαρρηγνύοντας την πατριαρχία, την εκμεταλλευτική σχέση με τον άνδρα, διαρρηγνύει ταυτόχρονα τη σχέση εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο. Και η πρώτη σημαντική νίκη καταγράφηκε όταν οι γυναίκες πήραν τον έλεγχο των γεννήσεων, τον έλεγχο δηλαδή των σωμάτων τους, δια της αντισύλληψης και της νομιμοποίησης των αμβλώσεων, στα χέρια τους.
Είναι, φυσικά, προφανές πως η άμβλωση δεν αποτελεί τρόπο αντισύλληψης. Είναι ένας διορθωτικός μηχανισμός, όταν η αντισύλληψη δεν έχει, για χίλιους δυο λόγους, λειτουργήσει, ώστε η γυναίκα να συνεχίσει, πέρα από τα στερεότυπα, να ασκεί τον έλεγχο του βίου της. Ένας έλεγχος τον οποίο η σκοταδιστική οπισθοδρόμηση επιχειρεί να υφαρπάξει, υποβιβάζοντας την ανθρωπινότητά της.
Αν στον χριστιανισμό πρότυπο μητρότητας αποτελεί η παρθένος Μαρία, τούτο δεν συνιστά παρά ατίμωση του γυναικείου σώματος: η χαρά της ζωής, η ευτυχία, η ομορφιά, η υγεία που η συνουσία, το σεξ, χαρίζει, προσπερνιέται, επισύρει την αμαρτία και υποβιβάζει τη θηλυκότητα. Αλλά το σεξ είναι, για τους/ις πιστούς/ές έτσι κι αλλιώς, μια διαφορετική από ότι παρουσιάζεται ιστορία: “...περὶ δὲ τῶν παρθένων ἐπιταγὴν Κυρίου οὐκ έχω”, έλεγε ο απόστολος Παύλος, “γνώμην δὲ δίδωμι (…). Εὰν δὲ καὶ γήμῃς, οὐχ ἥμαρτες· καὶ ἐὰν γήμῃ ἡ παρθένος, οὐχ ἥμαρτε· θλίψιν δὲ τῇ σαρκὶ ἕξουσιν οἱ τοιοῦτοι· (…) Τοῦτο δὲ πρὸς τὸ ὑμῶν αὐτῶν συμφέρον λέγω, οὐχ ἵνα βρόχον ὑμῖν ἐπιβάλω” (προς Κορινθίους Α, Ζ 25 35): ο σκεπτικισμός, και όχι ο αποτροπιασμός, του Παύλου για τη σεξουαλικότητα έγινε, με την πάροδο των αιώνων και όσο ο χριστιανισμός μεταβαλλόταν σε παράγοντα συντήρησης του συστήματος, μηχανισμός βιοεξουσίας. Έτσι, η ανθρώπινη φύση διαστρέφεται, η χαρά της συνουσίας γίνεται αμαρτία. Στον καπιταλισμό ο άνθρωπος συνουσιάζεται όπως τα ζώα: ο αέναος κύκλος της αναπαραγωγής επιβάλλεται και στερεί τη δυνατότητα να σκέφτεσαι, στερεί άρα τη δυνατότητα ανατροπής.
Η ευαλωτότητα της γυναίκας, με το διαρκές ανασκάλεμα της ενοχής, την κάνει πρώτο, και καλύτερο, θύμα. Ο νεοσυντηριτισμός του πρότυπου της “μητερούλας” ως του ρόλου που ολοκληρώνει, κάνει τα σκοταδιστικά αφηγήματα εύπεπτα. Η “κοινή γνώμη” αλλοτριώνεται. Η δεν εκκλησία, μηχανισμός κρατικής, δια των ιδεών, καταστολής πρωταγωνιστεί και, δια του θρησκευτικού αισθήματος, τρομοκρατεί.
Ναι, η άμβλωση μπορεί είναι επιλογή. Για τις γυναίκες που δεν διαλέγουν τη μητρότητα, γενικώς ή μια δεδομένη στιγμή, όχι διότι εκείνες ή τα έμβρυα ασθενούν, αλλά διότι έτσι, με το αυτεξούσιο, διορθώνουν ένα ατόπημα, είναι επιλογή. Το επιδιωκόμενο, να μην φτάνεις σε τέτοιο σημείο, να παρεμβαίνεις χειρουργικά στο σώμα σου, παραμένει. Αλλά αποτελεί μιαν άλλη, πολιτική, ιστορία: επείγει να μπει στα σχολεία η σεξουαλική αγωγή, επείγει η δωρεάν διανομή αντισυλληπτικών μέσων, ιδίως κατά την εφηβεία, επείγει η απενοχοποίηση της σεξουαλικότητας. Σε όλα τα παραπάνω, όμως, η εκκλησία είναι, καταφανώς, αντίθετη.
Οπότε: κάτω τα χέρια απ’ τα κορμιά μας. Μακριά από τις επιλογές και τις ζωές μας. Διότι “προστασία της ανθρώπινης ζωής” είναι η προστασία των γεννημένων, των προσφυγισσών, των εργατριών, των υποαμοιβόμενων, των εκμεταλλευόμενων γυναικών και των παιδιών τους. “Προστασία της ανθρώπινης ζωής” είναι η διασφάλιση των ηδονών που η φύση παρέχει, “προστασία της ανθρώπινης ζωής” είναι η διασφάλιση της γυναικείας αυτοδιάθεσης, “προστασία της ανθρώπινης ζωής” είναι η ανατροπή της πυρηνικής, πατριαρχικής οικογένειας.
Όλες μαζί οι θηλυκότητες, αλλά και οι προοδευτικές αρρενωπότητες οφείλουν να ταχτούν ενάντια στο “μεσαίωνα της δεξιάς του Κυρίου”, ενός Κυρίου που, να θυμόμαστε, ουδέποτε δίδαξε όσα, συχνότατα διεστραμμένα, οι ρασοφόροι επικαλούνται.